ΑΠ 442/2019 (Δ΄ τμήμα)

Σύνθεση: Ε. Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη, Αντιπρόεδρος Αρείου Πάγου, Ε. Καλού, Σ. Ντάντου, Χ. Βρυνιώτης, Γ. Χοϊμές, Αρεοπαγίτες
Δικηγόροι: Α. Κοτζιάς-Σοφαντζής, Β. Μυταρέλλη

ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο ισχυρισμός ότι τα αυθαίρετα κτίσματα έχουν ενταχθεί σε ρύθμιση, σύμφωνα με το άρθρο 11 ν. 4178/2013, προκειμένου να εξαιρεθούν από την κατεδάφιση, αλυσιτελώς προβάλλεται σε δίκη οροφοκτησίας, διότι η διαδικασία τακτοποίησής τους δεν νομιμοποιεί τη χωρίς δικαίωμα αποκλειστική χρήση τμήματος του ακάλυπτου χώρου και το κλείσιμο των ανοικτών χώρων στάθμευσης, η οποία εξακολουθεί να είναι αντισυμβατική και ειδικότερα αντίθετη στην πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας· το κύρος των σχετικών συμφωνιών μεταξύ των συνιδιοκτητών της οικοδομής, καθώς και τα απορρέοντα από αυτές δικαιώματα και υποχρεώσεις δεν θίγονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας, που ορίζουν για την παράβαση μόνο διοικητικές ή ποινικές κυρώσεις. Πότε δικαιολογείται η εφαρμογή της ΑΚ 281

Ο ενάγων και ήδη αναιρεσείων με την από 4.7.2011 (αριθμ. εκθ. καταθ. …/7.7.2011) αγωγή του, που άσκησε, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων, κατά των εναγομένων και ήδη αναιρεσειουσών, εξέθετε ότι ο ίδιος και οι εναγόμενες, δυνάμει των αναφερομένων συμβολαίων, τυγχάνουν ιδιοκτήτες των λεπτομερώς περιγραφομένων σ’ αυτή (αγωγή) οριζοντίων ιδιοκτησιών της κείμενης στα Ιωάννινα, οικοδομής, η οποία έχει ανεγερθεί με το σύστημα υποστηλωμάτων (πιλοτής) και έχει υπαχθεί στο καθεστώς της οριζόντιας ιδιοκτησίας με τη νομίμως μεταγεγραμμένη υπ’ αριθμ. …/1984 πράξη σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών του συμβολαιογράφου …, ότι με την εν λόγω συστατική πράξη της οροφοκτησίας, η οποία καταρτίστηκε από τον αρχικό οικοπεδούχο …, ο ισόγειος ακάλυπτος χώρος της ανωτέρω οικοδομής (πιλοτής) διαιρέθηκε σε τέσσερις (4) ανοικτούς χώρους στάθμευσης αυτοκινήτων (Ι-1 έως Ι-4), οι οποίοι χαρακτηρίσθηκαν ως αυτοτελείς οριζόντιες ιδιοκτησίες, εκάστη εξ αυτών με το αντίστοιχο ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου οικοπέδου […].

Ότι ο δικαιοπάροχός τους απεβίωσε στις 17.10.2004, κληρονομηθείς εκ διαθήκης από τη σύζυγό του και τα τρία τέκνα του, δυνάμει της υπ’ αριθ. …/2002 δημόσιας διαθήκης του που δημοσιεύθηκε νόμιμα με το υπ’ αριθμ. 574/2004 πρακτικό του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων, οι οποίοι αποδέχθηκαν την κληρονομιαία περιουσία του πατέρα και συζύγου τους αντίστοιχα, δυνάμει της νομίμως μεταγραμμένης υπ’ αριθ. …/2006 δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς στα στοιχεία της οποίας ανήκε και η υπό στοιχεία Ι-4 θέση στάθμευσης της πιλοτής, εμβαδού 15,78 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου 37/1000, η μεν σύζυγος ως επικαρπώτρια οι δε θυγατέρες του σε ποσοστό 1/3 εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας αυτής η κάθε μια. Ότι η … μεταβίβασε στη δεύτερη εναγόμενη ανεψιά της (θυγατέρα της πρώτης εναγόμενης αδερφής της), δυνάμει νομίμως μεταγραμμένου συμβολαίου αγοραπωλησίας το υπό στοιχεία Β-1 διαμέρισμα του δεύτερου ορόφου της ανωτέρω οικοδομής, την υπό στοιχεία I-2 θέση στάθμευσης της πιλοτής, ενώ η πρώτη εναγόμενη μεταβίβασε στην τρίτη εναγόμενη, θυγατέρα της, δυνάμει του νομίμως μεταγραμμένου συμβολαίου γονικής παροχής της ίδιας ως άνω συμβολαιογράφου, την ψιλή κυριότητα του υπό στοιχεία Α-1 διαμερίσματος του πρώτου ορόφου. Ότι οι εναγόμενες, οι οποίες φέρονται να έχουν αποκτήσει, κατά τα ανωτέρω, τους αναλυτικά περιγραφόμενους στην αγωγή κοινόχρηστους χώρους στάθμευσης της πιλοτής χρησιμοποιούν αυτές αποκλειστικά μόνο οι ίδιες, εμποδίζοντας τον ενάγοντα στην ακώλυτη. χρήση τους, ενώ περαιτέρω η πρώτη εναγόμενη, το έτος 2001, εκμεταλλευόμενη την απουσία του στο εξωτερικό, κατά παράβαση του δικαιώματος σύγχρησης του κοινόκτητου και κοινόχρηστου χώρου του πίσω ακάλυπτου χώρου του οικοπέδου, κατέλαβε τμήμα αυτού και έχτισε με οπτοπλινθοδομή γύρωθεν τοίχο έως το ύψος της οροφής της πιλοτής, κάτω από τη νοτιοανατολική βεράντα του Α-1 διαμερίσματος, δημιουργώντας κτίσμα εμβαδού 24,91 τ.μ., το οποίο χρησιμοποιούν οι εναγόμενες ως λεβητοστάσιο, για τις ανάγκες των ιδιοκτησιών τους, εμποδίζοντας τον ίδιο στην ακώλυτη χρήση του, στη συνέχεια δε εκμεταλλευόμενη και πάλι την απουσία του στην αλλοδαπή, επεξέτεινε το Α-1 διαμέρισμά της, κτίζοντας ολόγυρα τοίχους με οπτοπλινθοδομή και τοποθετώντας στην οροφή τσιγκοσκεπή επικάλυψη (πάνελ), μετατρέποντας τον ανοικτό χώρο της νοτιοανατολικής βεράντας αυτού σε χώρο κύριας χρήσης εμβαδού 24,91 τ.μ. Ότι από τις προπεριγραφείσες κατασκευές, οι οποίες εξέχουν του εξωτερικού περιγράμματος της οικοδομής παραβλάπτεται η αισθητική και αρχιτεκτονική κατασκευή της και εμποδίζεται ο ίδιος να ενεργήσει οικοδομικές εργασίες στην εξωτερική πλευρά του διαμερίσματος του. Ότι, στη συνέχεια, τον Ιούλιο του 2011 διαπίστωσε ότι οι εναγόμενες προέβησαν σε νέα παράνομη επέμβαση επί των κοινόχρηστων χώρων και ότι ειδικότερα κατέλαβαν τμήμα του χώρου της πιλοτής που αντιστοιχεί στις με στοιχεία Ι-1 και Ι-2 θέσεις στάθμευσης, έχτισαν αυτόν ολόγυρα με τσιμεντοσανίδες και τοποθέτησαν μια πρόχειρη πόρτα, μετατρέποντας αυτό σε χώρο κύριας χρήσης, εμβαδού 42,75 τ.μ., αποκλείοντάς τον με τον τρόπο αυτό από την ακώλυτη χρήση του κοινόχρηστου αυτού χώρου.

Επικαλούμενος δε περαιτέρω ότι η σύσταση διαιρεμένων ιδιοκτησιών στον κοινόχρηστο χώρο της πιλοτής, καθώς και τα άνω συμβόλαια μεταβίβασης κυριότητας και αποδοχής κληρονομιάς επί ανοικτού τμήματος αυτής αντίκεινται σε πολεοδομικές διατάξεις αναγκαστικού δικαίου και για το λόγο αυτό είναι άκυρα, καθώς και ότι οπό τις προπεριγραφείσες παράνομες ενέργειες των εναγόμενων παρεμποδίζεται η ακώλυτη και ελεύθερη χρήση τμήματος του άνω ακάλυπτου χώρου και της πιλοτής και ματαιώνεται η σύμφωνη με τον προορισμό τους, ως κοινόχρηστων πραγμάτων, εκ μέρους του απόλαυσή τους, ενόψει της αμφισβήτησης από τις εναγόμενες του χαρακτήρα των εν λόγω θέσεων στάθμευσης ως κοινόχρηστων ζήτησε: α) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της υπ’ αριθ. …/1984 πράξης σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου …, κατά το μέρος που συνιστά οριζόντιες ιδιοκτησίες στον ανοιχτό χώρο της πιλοτής και των συμβολαίων μεταβίβασης κυριότητας και αποδοχής κληρονομιάς, δυνάμει των οποίων φέρονται η πρώτη, δεύτερη και τέταρτη των εναγόμενων να έχουν αποκτήσει τις άνω τέσσερις θέσεις στάθμευσης στην πιλοτή της ένδικης οικοδομής, δυνάμει των προαναφερόμενων συμβολαίων μεταβίβασης, β) να αναγνωρισθεί ότι οι υπό στοιχεία Ι-1 έως και Ι-4 θέσεις στάθμευσης της πιλοτής αποτελούν κοινόχρηστο χώρο, δικαιούμενοι εξ αυτού του λόγου να τον χρησιμοποιούν ελεύθερα όλοι οι ιδιοκτήτες των νομίμως συνεστημένων οριζόντιων ιδιοκτησιών της οικοδομής, γ) να αναγνωρισθεί ότι το ποσοστό συγκυριότητας επί του οικοπέδου 187/1000, που εσφαλμένα διατέθηκε για την πιλοτή και τις θέσεις στάθμευσης, ανήκει αυτοδικαίως και ισομερώς σε κάθε επί μέρους οριζόντια ιδιοκτησία του πρώτου, δεύτερου και τρίτου ορόφου, και να καθορισθεί από το δικαστήριο η μερίδα συμμετοχής κάθε διαιρεμένης ιδιοκτησίας στα κοινά μέρη του οικοπέδου, ώστε να αναλογούν σε κάθε μία επιπλέον 62,67/1000, άλλως επικουρικώς σε καθένα από τα διαμερίσματα του πρώτου και δευτέρου ορόφου να αναλογούν επιπλέον 70/1000 χιλιοστά επί του οικοπέδου και στο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου 47/1000, δ) να διαταχθεί η διόρθωση των σχετικών εγγραφών στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου … και ειδικότερα να καταργηθούν-διαγραφούν τα ΚΑΕΚ … και …. και να καταχωρηθούν στις νομίμως συνεστημένες οριζόντιες ιδιοκτησίες της ανωτέρω οικοδομής τα επιπλέον ποσοστά συμμετοχής τους στο οικόπεδο, όπως αναλυτικά αναφέρεται στην αγωγή και ε) να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να άρουν την προσβολή, επαναφέροντας τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση, ώστε να ελευθερώσουν τα κοινόχρηστα τμήματα του ακάλυπτου χώρου του οικοπέδου και της πιλοτής, αίροντας με δικές τους δαπάνες κάθε παράνομο κατασκεύασμα που εμποδίζει την πρόσβαση σ’ αυτά και ειδικότερα να υποχρεωθούν άπασες οι εναγόμενες να καθαιρέσουν το ισόγειο κτίσμα εμβαδού 42,75 τ.μ. που έχτισαν στην πιλοτή και το ισόγειο κτίσμα εμβαδού 24,91 τ.μ. που έκτισαν στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και οι πρώτη και τρίτη εξ αυτών να καθαιρέσουν την προέκταση του διαμερίσματος του πρώτου ορόφου εμβαδού 24,91 τ.μ., αποδίδοντας έτσι στον ενάγοντα ελεύθερη τη σύγχρηση των προαναφερθέντων κοινόχρηστων χώρων, άλλως να του επιτραπεί να προβεί ο ίδιος στις ενέργειες αυτές με δαπάνες των εναγόμενων, σε περίπτωση δε που κριθεί ότι οι παραπάνω ενέργειες δεν μπορούν να γίνουν από τρίτο πρόσωπο, αλλά η επιχείρησή τους εξαρτάται αποκλειστικά από τη βούληση των πρώτης και τρίτης των εναγόμενων να απειληθεί σε βάρος τους χρηματική ποινή.

Οι εναγόμενες, κατά την προφορική συζήτηση στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, άσκησαν με τις προτάσεις τους ανταγωγή, με την οποία, ισχυριζόμενες ότι η τυχόν άκυρη ως προς τις διαιρεμένες ιδιοκτησίες των χώρων στάθμευσης πράξη οροφοκτησίας, ερμηνευόμενη κατά την καλή πίστη και αφού ληφθούν υπόψη και τα συναλλακτικά ήθη, ισχύει κατά μετατροπή ως έγκυρη πράξη παραχώρησης του δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης επί των επίδικων χώρων, καθόσον, εάν αυτές γνώριζαν ότι η πράξη οροφοκτησίας ήταν άκυρη, θα επέλεγαν να παρακρατήσουν υπέρ αυτών το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης της πιλοτής, ζήτησαν να χαρακτηρισθούν οι μεν Ι-1 και Ι-3 θέσεις στάθμευσης ως χώροι αποκλειστικής χρήσης υπέρ της πρώτης και τρίτης των εναγόμενων και ο Ι-2 χώρος στάθμευσης ως χώρος αποκλειστικής χρήσης υπέρ της δεύτερης εναγόμενης.

Επί της αγωγής αυτής και της ανταγωγής, οι οποίες συνεκδικάσθηκαν, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 295/2015 απόφαση, του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων η οποία, έκρινε ορισμένη και νόμιμη την αγωγή, ως προς τη σωρευόμενη στο δικόγραφο αυτής αγωγή περί άρσης της αμφισβήτησης του κοινόχρηστου χαρακτήρα του ακάλυπτου ισόγειου χώρου και των θέσεων στάθμευσης επί του ισόγειου χώρου της πιλοτής της επίδικης οικοδομής, απορρέουσας από τη σχέση της οροφοκτησίας, ενώ ως προς τη σωρευόμενη αίτηση του άρθρου 6 § 8 του ν. 2664/1998, με την οποία ζητήθηκε η διόρθωση των σχετικών εγγραφών στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου …, απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, καθώς κρίθηκε ότι αυτή εισήχθη προς εκδίκαση κατά την ειδική διαδικασία των μισθωτικών διαφορών, ενώ έπρεπε να εισαχθεί προς εκδίκαση κατά την εκούσια δικαιοδοσία και δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί το άρθρο 591 § 2 του ΚΠολΔ, αφού η υποβολή της ένδικης αίτησης δεν επιφέρει τις δικονομικές και ουσιαστικές συνέπειες της άσκησης της αγωγής (άρθρ. 215 επ. ΚΠολΔ). Ακολούθως το παραπάνω δικαστήριο με την προαναφερομένη απόφασή του δέχθηκε ορισμένη και νόμιμη και την ανταγωγή, και στη συνέχεια δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και αναγνώρισε: α) ότι είναι άκυρη η πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, κατά το μέρος που συνιστά οριζόντιες ιδιοκτησίες στον ισόγειο χώρο της πιλοτής και οι συμβάσεις μεταβίβασης κυριότητας και αποδοχής κληρονομιάς, δυνάμει των οποίων φέρονται οι εναγόμενες να έχουν αποκτήσει τις άνω τέσσερις θέσεις στάθμευσης στην πιλοτή της ένδικης οικοδομής, β) ότι ο υπό στοιχείο Ι-4 χώρος στάθμευσης της πιλοτής είναι κοινόκτητος και κοινόχρηστος, επί του οποίου όλοι οι κύριοι των διαιρεμένων ιδιοκτησιών της οικοδομής έχουν εξ αδιαιρέτου ιδανικό μερίδιο συγκυριότητας και δικαίωμα σύγχρησης, γ) καθόρισε ανάλογη μερίδα συμμετοχής καθεμιάς από τις οριζόντιες ιδιοκτησίες του πρώτου, δεύτερου και τρίτου ορόφου πάνω στα κοινά μέρη του όλου ακινήτου, ώστε τα 187/1000, που εσφαλμένα είχαν διατεθεί για την πιλοτή και τις θέσεις στάθμευσης, να επιμερισθούν μεταξύ των οροφοκτητών κατά το λόγο της συμμετοχής καθεμιάς από τις τρεις οριζόντιες ιδιοκτησίες στο οικόπεδο και έτσι να συμμετέχει η οριζόντια ιδιοκτησία του τρίτου ορόφου με επιπλέον ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 47/1000 και η καθεμιά από τις οριζόντιες ιδιοκτησίες με τα στοιχεία Α-1 και Β-1 με επιπλέον ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 70/1000, δ) υποχρέωσε τις εναγόμενες να επαναφέρουν τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση, ώστε να ελευθερώσουν το κοινόχρηστο τμήμα του ακάλυπτου χώρου του οικοπέδου και το καταληφθέν και κλεισμένο τμήμα της πιλοτής αίροντας με δικές τους δαπάνες κάθε παράνομο κατασκεύασμα, σε περίπτωση δε άρνησής τους να επιτραπεί αυτό στον ενάγοντα με δαπάνες των εναγόμενων, δέχθηκε την ασκηθείσα με τις προτάσεις ανταγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη και αναγνώρισε ότι η συστατική της οροφοκτησίας πράξη και τα συμβόλαια μεταβίβασης ισχύουν ως προς τους υπό στοιχεία 1-1, Ι-2 και Ι-3 χώρους στάθμευσης κατά μετατροπή ως πράξεις παραχώρησης δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης αυτών από τις εναγόμενες και ειδικότερα ότι το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης των με στοιχεία 1-1 και Ι-3 χώρων στάθμευσης ανήκει στην με στοιχεία Α-1 οριζόντια ιδιοκτησία των πρώτης και τρίτης των εναγομένων και του με στοιχεία Ι-2 χώρου στάθμευσης ανήκει στην με στοιχεία Β-1 οριζόντια ιδιοκτησία της τρίτης των εναγομένων. Κατά της απόφασης αυτής και κατά το μέρος α) καθορισμού των μερίδων συμμετοχής των οριζόντιων ιδιοκτησιών στα 187/1000 που αναλογούσαν στις παραπάνω θέσεις στάθμευσης και β) περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση με την καθαίρεση των παράνομων κτισμάτων στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής και στις θέσεις στάθμευσης της πιλοτής, παραπονέθηκαν οι εκκαλούσες-εναγόμενες, με την από 27.7.2015 έφεσή τους και τον πρόσθετο λόγο που άσκησαν με τις προτάσεις τους, για τους περιεχόμενους σ’ αυτή λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, και ζήτησαν την εξαφάνισή της, άλλως τη μεταρρύθμισή της, ώστε να απορριφθεί η αγωγή κατά το μέρος αυτό που έγινε δεκτή.

Στη συνέχεια, επί της άνω εφέσεως και προσθέτου λόγου αυτής των εναγομένων, εκδόθηκε η 86/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων (αναιρεσιβαλλομένη) η οποία, αφού συνεκδίκασε αυτές (έφεση και πρόσθετο λόγο), δέχθηκε εν μέρει την έφεση, ως ουσιαστικά βάσιμη, εξαφάνισε την εκκαλούμενη υπ’ αριθμ. 295/2015 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων, κατά το μέρος που έκανε δεκτό το αίτημα της αγωγής για επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση με την άρση των παράνομων κτισμάτων στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής και του πρώτου ορόφου … Ακολούθως, το Εφετείο, κράτησε την υπόθεση και δίκασε την αγωγή, κατά το άνω μέρος, και την απέρριψε κατά το μέρος αυτό κατά παραδοχή της ένστασης περί καταχρηστικής άσκησής της, που είχαν προτείνει οι εναγόμενες. Κατά της αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Ιωαννίνων, οι διάδικοι βάλλουν με τις κρινόμενες αντίθετες αναιρέσεις τους (οι εναγόμενες όπως αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσης και με πρόσθετους λόγους), οι οποίοι είναι παραδεκτοί αλλά και ο ενάγων, για τους λόγους που αναφέρουν σ’ αυτούς και πρέπει να ερευνηθούν ως προς το βάσιμο των προβαλλομένων λόγων τους […]. Με την εκκαλούμενη απόφαση κρίθηκε ότι η …/28.6.1984 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας του συμβολαιογράφου …, κατά το μέρος που συνιστά οριζόντιες ιδιοκτησίες στον ισόγειο ανοικτό χώρο της πιλοτής είναι απολύτως άκυρη (άρθρο 174 ΑΚ), ως αντικείμενη στις αναγκαστικού δικαίου διατάξεις που καθορίζουν τις θεμελιακές αρχές του θεσμού της οριζόντιας ιδιοκτησίας, καθόσον ο χώρος αυτός, αφού προβλέφθηκε ως ανοικτός χώρος της πιλοτής, δεν μπορεί να αποτελέσει αυτοτελή και ανεξάρτητη ιδιοκτησία, αλλά αποτελεί κοινόκτητο και κοινόχρηστο χώρο και ως εκ τούτου, τόσο ο ενάγων όσο και οι τρεις πρώτες εναγόμενες, τυγχάνουν συγκύριοι του χώρου της πιλοτής και δη των ως άνω υπό στοιχεία 11-12-13-14 θέσεων στάθμευσης, κατά τα προαναφερόμενα ποσοστά συνιδιοκτησίας των διαμερισμάτων ενός εκάστου επί του όλου οικοπέδου, καθώς και ότι, για τον ίδιο λόγο, απολύτως άκυρες είναι και οι μεταβιβάσεις που έγιναν σε σχέση με τις θέσεις της πιλοτής της ανωτέρω πολυκατοικίας και ειδικότερα […]. Ακόμη με την εκκαλούμενη απόφαση αναγνωρίσθηκε ότι η ανωτέρω πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας και τα προαναφερόμενα συμβόλαια μεταβίβασης ισχύουν ως προς τους υπό στοιχεία Ι-1, Ι-2 και Ι-3 χώρους στάθμευσης, κατά μετατροπή, ως πράξεις παραχώρησης δικαιώματος αποκλειστικής χρήσης επ’ αυτών και συγκεκριμένα το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης των με στοιχεία 1-1 και Ι-3 χώρων στάθμευσης ανήκει στην με στοιχεία Α-1 οριζόντια ιδιοκτησία των πρώτης και τρίτης των εναγομένων και το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης του με στοιχεία Ι-2 χώρου στάθμευσης ανήκει στην με στοιχεία Β-1 οριζόντια ιδιοκτησία της δεύτερης των εναγομένων. Η εκκαλούμενη απόφαση ως προς τα παραπάνω κεφάλαια δεν προσβάλλεται με έφεση.

Περαιτέρω, εφόσον, σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν υφίσταται οριζόντια ιδιοκτησία στην πιλοτή της συγκεκριμένης οικοδομής και για κάθε μία από τις τρεις πρώτες θέσεις στάθμευσης είχαν παρακρατηθεί 50/1000 και για την τέταρτη 37/1000, ως ποσοστό (αναλογία) συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου, πρέπει, εφόσον κατ’ αποτέλεσμα υπάρχει ελλιπής καθορισμός των ιδανικών μεριδίων συγκυριότητας επί του εδάφους (στο οποίο έχει ανεγερθεί η εν λόγω οικοδομή) που αναλογούν στα παραπάνω τρία οροφοδιαμερίσματα, να γίνει επανακαθορισμός των ποσοστών συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο και ειδικότερα να καθορισθεί ανάλογη μερίδα συμμετοχής κάθε μίας από τις οριζόντιες ιδιοκτησίες του πρώτου, δεύτερου και τρίτου ορόφου πάνω στα κοινά μέρη του όλου ακινήτου, ώστε τα 187/1000 που είχαν παρακρατηθεί προς τούτο, να αναλογούν στις νομίμως υφιστάμενες οριζόντιες ιδιοκτησίες της πολυκατοικίας […]. Σημειωτέον ότι η εκ των ως άνω άρθρων του ν. 3741/1929 απαγόρευση του κυρίου ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου πολυόροφης οικοδομής, υπαγόμενης στο σύστημα οριζόντιας ιδιοκτησίας του ανωτέρω νόμου και των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ, να ενεργεί κατασκευές στους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής, οι οποίες παρεμποδίζουν τη σύγχρηση των κοινοχρήστων αυτών χώρων από τους κυρίους των λοιπών αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών και η απαγόρευση κλεισίματος των ανοιχτών χώρων στάθμευσης, ακόμη και από τον έχοντα σ’ αυτές δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης, δεν αίρεται από την, κατά τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις, νομιμοποίηση των κατασκευών αυτών και την εξαίρεσή τους από την κατεδάφιση, με την πληρωμή των σχετικών προστίμων της πολεοδομικής αρχής. Διότι, με τον τρόπο αυτόν, οι ανωτέρω κατασκευές ούτε νομιμοποιούνται έναντι των λοιπών συνιδιοκτητών της οικοδομής, ούτε παύει η εξ αυτών παρακώληση της ελεύθερης και απρόσκοπτης χρήσης των κοινόχρηστων πραγμάτων από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες. Συνεπώς ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι τα άνω αυθαίρετα κτίσματα έχουν ήδη ενταχθεί σε ρύθμιση, σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 4178/2013, προκειμένου να εξαιρεθούν από την κατεδάφιση, σύμφωνα με την υπ’ αριθ. …/24.1.2014 δήλωση ένταξης του μηχανικού …, αλυσιτελώς προβάλλεται, διότι η διαδικασία τακτοποίησής τους δεν νομιμοποιεί τη χωρίς δικαίωμα αποκλειστική χρήση του προπεριγραφέντος τμήματος του ακάλυπτου χώρου εκ μέρους των εναγομένων και το κλείσιμο των ανοικτών χώρων στάθμευσης, η οποία εξακολουθεί να είναι αντισυμβατική και ειδικότερα αντίθετη στην πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, καθώς το κύρος των ως άνω συμφωνιών μεταξύ των συνιδιοκτητών της οικοδομής, καθώς και τα απορρέοντα από αυτές δικαιώματα και υποχρεώσεις δεν θίγονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας, που ορίζουν για την παράβαση μόνο διοικητικές ή ποινικές κυρώσεις (ΟλΑΠ 23/2000). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε τα ίδια και απέρριψε τον ως άνω ισχυρισμό των εναγόμενων δεν έσφαλε ως προς την εφαρμογή του νόμου και την εκτίμηση των αποδείξεων και όσα αντίθετα υποστηρίζουν οι εναγόμενες με τους σχετικούς πρώτο και δεύτερο λόγους της έφεσής τους είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

Περαιτέρω οι εναγόμενες πρότειναν παραδεκτώς ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (ήτοι με προφορική δήλωση καταχωρηθείσα στα πρακτικά, την οποία ανέπτυξαν με τις κατατεθείσες προτάσεις τους, όπως το δικόγραφο τους εκτιμάται από το δικαστήριο τούτο) τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής άσκησης του επίδικου δικαιώματος εκ μέρους του ενάγοντος, τον οποίο επαναφέρουν παραδεκτά ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου με τον σχετικό τρίτο λόγο της έφεσής τους, απορριπτόμενου ως αβάσιμου του ισχυρισμού του ενάγοντος-εφεσίβλητου ότι η εν λόγω ένσταση προβάλλεται, απαραδέκτως, για πρώτη φορά ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου. Ειδικότερα […]. Με βάση τα παραπάνω προκύπτει ότι η αξίωση που ασκεί ο ενάγων με την κρινόμενη αγωγή για καθαίρεση των παραπάνω κτισμάτων υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός της και είναι γι’ αυτό καταχρηστική, αντίθετη δηλαδή στην διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, απέρριψε (σιωπηρώς) την ανωτέρω ένσταση των εναγόμενων περί καταχρηστικής άσκησης του ένδικου δικαιώματος του ενάγοντος αναφορικά με την κατασκευή των ως άνω κτισμάτων στον ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου και τον πρώτο όροφο, έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων κατά παραδοχή, ως ουσιαστικά βάσιμου, του σχετικού λόγου (τρίτου κατά το οικείο σκέλος του) της έφεσης των εναγόμενων. Τέλος, με τον πρόσθετο λόγο έφεσης οι εναγόμενες προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι, με την υποχρέωσή τους να επαναφέρουν τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση κατεδαφίζοντας τα αυθαίρετα κτίσματα στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής και τα κλεισμένα τμήματα της πιλοτής, παραβιάζεται η αρχή της αναλογικότητας (άρθρ. 2 § 1 και 25 του Συντάγματος), επικαλούμενες ότι χάριν μιας συμφωνίας περί οριζοντίου ιδιοκτησίας που δεν τηρείται από κανένα συνιδιοκτήτη, αλλά επιδέχεται θεραπείας με νόμο του Κράτους, όπως είναι ο ν. 4173/2013 που ανέχεται τις αυθαιρεσίες προς χάριν του δημόσιου συμφέροντος και της ασφάλειας των συναλλαγών, θίγονται τα δικά τους περιουσιακά δικαιώματα, αφού η κατεδάφιση των ως άνω αυθαίρετων κατασκευών, είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει τόσον τη στατικότητα της οικοδομής, όσον και θα τους εξοντώσει οικονομικά, αφού το κόστος κατεδάφισης είναι υψηλό και αδυνατούν να το καταβάλουν, σε συνδυασμό με το ότι έχουν ήδη υποβληθεί σε σημαντικές δαπάνες για την τακτοποίηση των ως άνω αυθαίρετων κατασκευών με βάση το ν. 4173/2013. Ο ισχυρισμός αυτός, που πλέον λυσιτελώς προβάλλεται μόνο αναφορικά με τη μετατροπή των χώρων στάθμευσης στην πιλοτή σε χώρο κύριας χρήσης (για τις κατασκευές στον ακάλυπτο χώρο της οικοδομής παρέλκει η έρευνα του εν λόγω ισχυρισμού μετά την παραδοχή της ένστασης καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος ως προς αυτές), είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθώς η ικανοποίηση της αξίωσης του ενάγοντος περί επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση με την καθαίρεση της ως άνω αυθαίρετης κατασκευής στην πιλοτή της οικοδομής, που γίνεται κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 3741/1929, δεν αντιβαίνει στην θεσμοθετούμενη με την διάταξη του άρθρου 25 § 1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, καθώς η βλάβη που προκαλείται δεν είναι δυσανάλογα επαχθέστερη από την επιδιωκόμενη ωφέλεια του σεβασμού και της προστασίας των δικαιωμάτων των συνιδιοκτητών, όπως είναι και ο ενάγων, να μην παραβλάπτεται δηλαδή ο συνήθης προορισμός της οικοδομής, καθώς και η χρήση εκ μέρους του των κοινόκτητων και κοινόχρηστων μερών αυτής, ενόψει και του ότι η τακτοποίηση της αυθαίρετης κατασκευής εκ μέρους των εναγόμενων, σύμφωνα με το ν. 4173/2014 έγινε κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας και εν γνώσει των εναγόμενων ότι υπήρχε το ενδεχόμενο να διαταχθεί η κατεδάφιση του αυθαίρετου κτίσματος σε περίπτωση ουσιαστικής βασιμότητας της αγωγής, παραβλέποντας έτσι τον κίνδυνο να επωμισθούν το επικαλούμενο κόστος της κατεδάφισης […].

Περαιτέρω στο πλαίσιο των πιο πάνω αρχών εφαρμογής των αντίστοιχων διατάξεων του ν. 3741/1929 εφαρμόζονται συμπληρωματικά και οι διατάξεις του ΓΟΚ στην προκειμένη δε περίπτωση των άρθρων 2 § 22 και 8 § 2 του ΓΟΚ/2000, με τις οποίες ορίζεται ότι κοινής χρήσεως χώροι του κτιρίου και του οικοπέδου είναι οι χώροι που προορίζονται για χρήση από όλους τους ενοίκους του κτιρίου και ότι ο υποχρεωτικός ακάλυπτος χώρος του οικοπέδου πρέπει να είναι προσπελάσιμος από τους χώρους κοινής χρήσης του κτιρίου. Ειδικότερα, η εφαρμογή της πρώτης από τις πιο πάνω ρυθμίσεις προϋποθέτει στο πλαίσιο εφαρμογής και των διατάξεων του ν. 3741/1929 ότι οι συγκεκριμένοι χώροι του οικοπέδου έχουν χαρακτηρισθεί ως κοινόχρηστοι με τον υπάρχοντα κανονισμό, και εφ’ όσον δεν υπάρχει κανονισμός ή κοινοχρησία προκύπτει από τη φύση του πράγματος και το σκοπό που αυτό υπηρετεί στη λειτουργία της οροφοκτησίας (ΑΠ 639/2010, ό.π.). Οι προαναφερόμενες συμφωνίες με τις οποίες κανονίζονται κατά διαφορετικό τρόπο τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ιδιοκτητών οριζόντιων ιδιοκτησιών στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα πράγματα, δημιουργούν περιορισμούς της αναγκαστικής συγκυριότητας επί των πραγμάτων αυτών, από την οποία και απορρέει το δικαίωμα συμμετοχής στη χρήση τους. Οι κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργούμενοι περιορισμοί “έχουν χαρακτήρα δουλείας», δηλαδή, χωρίς να είναι δουλείες, κατά την έννοια των άρθρων 1118 και 1142 επ. και 1188 επ. ΑΚ, δεσμεύουν τους καθολικούς και ειδικούς διαδόχους των ιδιοκτητών των οριζόντιων ιδιοκτησιών που τους συνομολόγησαν και αντιτάσσονται κατά τρίτων. Τέλος, η εκ των ως άνω άρθρων του ν. 3741/1929 απαγόρευση του κυρίου ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου πολυωρόφου οικοδομής, υπαγομένης στο σύστημα της οριζοντίου ιδιοκτησίας του ανωτέρω νόμου και των άρθρων 1002, 1117 ΑΚ, να ενεργεί κατασκευές στους κοινοχρήστους χώρους της οικοδομής, οι οποίες παρεμποδίζουν τη σύγχρηση των κοινοχρήστων αυτών χώρων από τους κυρίους των λοιπών αυτοτελών οριζοντίων ιδιοκτησιών, δεν αίρεται από την, κατά τις οικείες πολεοδομικές διατάξεις, νομιμοποίηση των κατασκευών αυτών και την εξαίρεσή τους από την κατεδάφιση, με την πληρωμή των σχετικών προστίμων της πολεοδομικής αρχής. Διότι, με τον τρόπο αυτόν, οι ανωτέρω κατασκευές ούτε νομιμοποιούνται έναντι των λοιπών συνιδιοκτητών της οικοδομής, ούτε παύει η εξ αυτών παρακώλυση της ελεύθερης και απρόσκοπτης χρήσης των κοινοχρήστων πραγμάτων από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες (ΑΠ 1300/2014) κοινοχρήστων πραγμάτων από τους λοιπούς συνιδιοκτήτες. Εξάλλου η αξίωση, με την οποία επιδιώκεται η συμμόρφωση στις διατάξεις της περί οριζοντίου ιδιοκτησίας νομοθεσίας, μπορεί να αποκρουστεί ως καταχρηστική, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, όταν η άσκησή της υπερβαίνει προφανώς τα όρια, που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Η υπέρβαση αυτή είναι προφανής, όταν η συμπεριφορά του ενάγοντος απέναντι στον εναγόμενο υπήρξε τέτοια, ώστε να δημιουργήσει στον τελευταίο την πεποίθηση ότι δεν θα ασκηθεί το ένδικο δικαίωμα, η ικανοποίηση του οποίου θα ήταν γι’ αυτόν (εναγόμενο) ιδιαίτερα επαχθής οικονομικά. Επίσης, η υπέρβαση αυτή είναι προφανής και όταν η ικανοποίηση του προβαλλόμενου από τον ενάγοντα δικαιώματος προκαλεί την έντονη εντύπωση αδικίας σε σχέση με το όφελος που θα αποκομίσει ο δικαιούχος (ΑΠ 599/1995) ή όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε ή οι περιστάσεις που μεσολάβησαν, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου, αφού τείνουν στην ανατροπή κατάστασης που δημιουργήθηκε υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες και διατηρήθηκε για πολύ χρόνο με το επακόλουθο να συνεπάγεται επαχθείς συνέπειες για τον υπόχρεο. Απαιτείται, δηλαδή, για να χαρακτηρισθεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος, να έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, από τη συμπεριφορά του δικαιούχου σε συνάρτηση με εκείνη του υπόχρεου, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του. Απαιτείται ακόμη οι πράξεις του υπόχρεου και η υπ’ αυτού δημιουργηθείσα κατάσταση, που συνεπάγεται ιδιαιτέρως επαχθείς για τον ίδιο επιπτώσεις, να τελούν σε αιτιώδη σχέση με την προηγούμενη συμπεριφορά του δικαιούχου. Το ζήτημα δε, αν οι συνέπειες που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος, είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν σε βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποίησης του δικαιώματος του (ΑΠ 381/2009).

[…] Συνεπώς [ενόψει των ανωτέρω κρίσεων του Εφετείου Ιωαννίνων] οι πρώτος, δεύτερο τρίτος και τέταρτος λόγοι της αναίρεσης του ενάγοντος, με τις αντίστοιχες αναιρετικές αιτιάσεις (εκ των αριθμ. 14, 8, 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ αντιστοίχως), είναι απορριπτέοι, ως αβάσιμοι [όπως απορριπτέοι κρίνονται και οι λόγοι αναίρεσης των εναγομένων].

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *