Προστασία περιβάλλοντος. Περίπτωση ρύπανσης και υποβάθμισης του περιβάλλοντος συνιστά και η παράβαση των περιβαλλοντικών όρων, επί τη βάση των οποίων έχει επιτραπεί η άσκηση μιας δραστηριότητας. Δεν απαιτείται, στην αιτιολογία της πράξης επιβολής προστίμου, να γίνεται αναφορά της πιθανολόγησης πρόκλησης ρύπανσης, ούτε και απαρίθμηση των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη για τον καθορισμό του ύψους του προστίμου. Επιβολή προστίμου λόγω πλημμελούς διαχείρισης των υγρών αποβλήτων τυροκομείου. Απορρίπτει προσφυγή.

Αριθμός Απόφασης:11274/2019

ΓΑΚ: …../2016

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ 29ο ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του στις 28 Φεβρουαρίου 2019, με δικαστή τη Δήμητρα Ντισλίδου, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα την Ανδριάννα Εγγλέζου, δικαστική υπάλληλο,

γ ι α να δικάσει την προσφυγή με ημερομηνία κατάθεσης 22.6.2016,

της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…..», που εδρεύει στην Τοπική Κοινότητα ….. του Δήμου ….., οι νόμιμοι εκπρόσωποι της οποίας δεν εμφανίσθηκαν στο ακροατήριο, αλλά παραστάθηκαν με την από 27.2.2019 δήλωση κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας του δικηγόρου Δημήτριου Φάκα, ο οποίος νομιμοποιήθηκε με τα από 25.2.2019 και 26.2.2019 ιδιωτικά έγγραφα των διαχειριστών της εταιρείας που φέρουν βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής τους από δημόσια αρχή,

κατά του Ελληνικού Δημοσίου που εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο, αλλά παραστάθηκε με την από 28.1.2019 δήλωση κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας της Δικαστικής Πληρεξούσιας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους …… .

Η κρίση του είναι η εξής:

1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (σχ. τα σειράς ….. και ….. παράβολα του Δημοσίου), ζητείται η ακύρωση, άλλως η μεταρρύθμιση της οικ. …./25.4.2016 απόφασης του Υπουργού και Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και κάθε άλλης προγενέστερης, μεταγενέστερης εξαρτώμενης και συναφούς απόφασης ή πράξης. Με την απόφαση αυτή επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα εταιρεία πρόστιμο ύψους επτά χιλιάδων εννιακοσίων (7.900) ευρώ, για την αποδιδόμενη σε αυτήν παράβαση του όρου Ε-2 της …../2.2.2015 απόφασης του Περιφερειάρχη Πελοποννήσου περί χορήγησης άδειας εγκατάστασης υφιστάμενου τυροκομείου της προσφεύγουσας σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν.4042/2014 (Α΄ 24) και του άρθρου 2 της Υγειονομικής Διάταξης Ε1β.221/1965 (Β΄138).

2. Επειδή, στον κυρωθέντα με το άρθρο πρώτο του νόμου 2717/1999 (Α΄ 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ.) ορίζεται στην παράγραφο 7 του άρθρου 63 ότι: «Με το ένδικο βοήθημα της προσφυγής λογίζονται ως συμπροσβαλλόμενες και όλες οι μεταγενέστερες και συναφείς προς την προσβαλλόμενη πράξεις ή παραλείψεις, εφόσον έχουν εκδοθεί ή συντελεστεί, αντιστοίχως, ως την πρώτη συζήτηση. …» και στο άρθρο 68 ότι : «1. Το δικόγραφο της προσφυγής , εκτός από τα στοιχεία που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 45, πρέπει ακόμη: α) να μνημονεύει με ακρίβεια: i) την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη … 2. … 3. … 4. Η αόριστη μνεία στο δικόγραφο ότι προσβάλλεται και κάθε συναφής πράξη ή παράλειψη δεν υποχρεώνει το Δικαστήριο, εφόσον δεν συντρέχει η περίπτωση της παρ. 7 του άρθρου 63, να ερευνήσει και ως προς τούτο την υπόθεση.». Σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις, η κρινόμενη προσφυγή είναι απορριπτέα ως αόριστη κατά το μέρος που στρέφεται κατά κάθε άλλης συναφούς πράξης, καθώς, το δικόγραφο της προσφυγής πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 68 παρ. 1, περ. α΄ να μνημονεύει με ακρίβεια την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη και η αόριστη αναφορά περί προσβολής κάθε συναφούς πράξης ή παράλειψης δεν καλύπτει την εν λόγω απαίτηση του νόμου, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 68 παρ. 4 του Κ.Δ.Δ., δεν υποχρεώνει το Δικαστήριο να ερευνήσει και προς τούτο την υπόθεση, δεδομένου ότι δεν προκύπτει εν προκειμένω ότι συντρέχει η περίπτωση της παρ. 7 του άρθρου 63 του Κ.Δ.Δ. (μεταγενέστερη και συναφής προς την προσβαλλόμενη, πράξη ή παράλειψη). Κατά τα λοιπά η κρινόμενη προσφυγή έχει ασκηθεί παραδεκτώς και πρέπει να εξεταστεί στην ουσία.

3. Επειδή, στο άρθρο 9 του ν.2947/2001 (Α΄ 228) “Θέματα Ολυμπιακής Φιλοξενίας, Έργων Ολυμπιακής Υποδομής και άλλες διατάξεις” ορίζεται ότι: «Α. 1. Συνιστάται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων «Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος» (Ε.Υ.Ε.Π.), η οποία υπάγεται απευθείας στον Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων. 2. … 3. … 4. Οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος της Ε.Υ.Ε.Π. μπορούν να διενεργούν αυτοψίες σε κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό έργο ή δραστηριότητα που υπάγεται στις διατάξεις περί προστασίας περιβάλλοντος ή επιβάλλεται για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων της παρ. 2 του παρόντος και να προβαίνουν σε ελέγχους και μετρήσεις, καθώς και στη συλλογή κάθε χρήσιμου κατά την κρίση τους στοιχείου για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ε.Υ.Ε.Π.. Τούτο ισχύει ανεξάρτητα από την τυχόν αρμοδιότητα άλλης αρχής να προβαίνει σε ανάλογο έλεγχο. Μετά από κάθε έλεγχο συντάσσεται έκθεση αυτοψίας από τον Επιθεωρητή ή το κλιμάκιο Επιθεωρητών που ενήργησαν τον έλεγχο. Εφόσον διαπιστωθεί παράβαση της νομοθεσίας για την προστασία του περιβάλλοντος ή των περιβαλλοντικών όρων που έχουν επιβληθεί, συντάσσεται σχετική έκθεση ελέγχου η οποία επιδίδεται στον παραβάτη, ο οποίος ταυτόχρονα καλείται σε απολογία. Για την απολογία αυτή τάσσεται προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την επίδοση της πρόσκλησης. Ύστερα από την υποβολή της απολογίας ή την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας που τάχθηκε για την υποβολή της, ο Επιθεωρητής Περιβάλλοντος συντάσσει αιτιολογημένη πράξη βεβαίωσης ή μη της παράβασης. Αντίγραφο της πράξης βεβαίωσης της παράβασης αποστέλλεται στην αρχή που χορήγησε στον παραβάτη την άδεια κατασκευής ή λειτουργίας του έργου ή έναρξης της δραστηριότητας ή, κατά περίπτωση, την ανανέωση αυτών. Αντίγραφο της ίδιας πράξης διαβιβάζεται επίσης και στον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών για τυχόν αξιόποινες πράξεις.» Περαιτέρω δυνάμει της παρ. 9 του άρθρου 31 ν. 4014/2011(Α΄ 209), η παράγραφος 5 του άρθρου αυτού και η παράγραφος 1 του άρθρου 30 του ν. 1650/1986 (Α` 160), αντικαθίστανται με το άρθρο 21 του νόμου αυτού ,το οποίο έχει ως εξής: «1. Σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που προκαλούν οποιαδήποτε ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος ή των κατ’ εξουσιοδότηση του εκδιδόμενων διαταγμάτων ή υπουργικών αποφάσεων ή αποφάσεων της Αποκεντρωμένης Διοίκησης ή της Περιφέρειας, ανεξάρτητα από την αστική ή ποινική ευθύνη, επιβάλλεται ως διοικητική κύρωση πρόστιμο από πεντακόσια (500) μέχρι δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ. Τα εν λόγω πρόστιμα επιβάλλονται ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, τη συχνότητα, την υποτροπή, το ύψος υπέρβασης των θεσμοθετημένων ορίων εκπομπών και την παραβίαση των περιβαλλοντικών όρων και προτύπων περιβαλλοντικών δεσμεύσεων. 2. … 3. Για την επιβολή προστίμων, μετά από περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις που διεξάγει η ΕΥΕΠ, απαιτείται απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, κατόπιν εισήγησης της ΕΥΕΠ, ανεξαρτήτως του ύψους του προστίμου. 4. … 5. …». Εξάλλου, στο άρθρο 14 του ν. 4042/2012 (Α΄ 24) ορίζεται ότι : «Η διαχείριση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η ανθρώπινη υγεία και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον, και ιδίως: α) χωρίς να δημιουργείται κίνδυνος για το νερό, τον αέρα, το έδαφος, τα φυτά ή τα ζώα …». Τέλος, στο άρθρο 30 παρ. 1 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160), όπως αυτό ίσχυε μετά την αντικατάσταση της εν λόγω παραγράφου 1 με το άρθρο 4 του ν. 3010/2002 (Α΄ 91) και πριν τη θέση σε ισχύ του άρθρου ογδόου παρ. 6 του ν. 3621/2007 (30.12.2007, άρθρο ένατο) και του άρθρου 21 του ν. 4014/2011 ορίστηκε ότι: «Σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που προκαλούν οποιαδήποτε ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή παραβαίνουν τις διατάξεις του νόμου αυτού ή των κατ’ εξουσιοδότησή του εκδιδόμενων διαταγμάτων ή υπουργικών ή περιφερειακών ή νομαρχιακών αποφάσεων, καθώς και στους παραβάτες των όρων και των μέτρων που καθορίζονται με τις διοικητικές πράξεις, που προβλέπονται στα άρθρα 11 και 12 των νόμων 1515/1985 (Α΄18) και 1561/1985 (Α΄148), ανεξάρτητα από την αστική ή ποινική ευθύνη, επιβάλλεται ως διοικητική κύρωση πρόστιμο, από πενήντα (50) μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, ύστερα από εισήγηση είτε των κατά το άρθρο 6 υπηρεσιών είτε των κατά το άρθρο 26 κλιμακίων Ελέγχου Ποιότητας Περιβάλλοντος, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, τη συχνότητα, την υποτροπή, το ύψος υπέρβασης των θεσμοθετημένων ορίων εκπομπών και την παραβίαση των περιβαλλοντικών όρων ως εξής: …».

4. Επειδή, από τις διατάξεις του άρθρου 21 του ν. 4014/2011, με τις οποίες αντικαταστάθηκε η παράγραφος 5 του ν. του άρθρου 9 του ν. 2947/2001 και η παράγραφος 1 του άρθρου 30 του ν. 1650/1986 συνάγεται ότι οι προβλεπόμενες στο νόμο αυτό διοικητικές κυρώσεις επιβάλλονται όχι μόνο για παραβάσεις του εν λόγω νόμου ή άλλων κατ’ εξουσιοδότησή του εκδιδομένων νομοθετημάτων, αλλά και σε κάθε περίπτωση που φυσικά ή νομικά πρόσωπα προκαλούν οποιαδήποτε ρύπανση ή άλλη υποβάθμιση του περιβάλλοντος (πρβλ. ΣτΕ 1351/2016, 4368/2015, 4295/2015), περίπτωση δε ρύπανσης και υποβάθμισης του περιβάλλοντος συνιστά, μεταξύ άλλων, και η παράβαση των περιβαλλοντικών όρων επί τη βάση των οποίων έχει επιτραπεί η άσκηση μιας δραστηριότητας (πρβλ. ΣτΕ 1390/2016, 4368/2015), έστω και αν αυτοί αποτελούν και όρους της άδειας εγκατάστασης ή της άδειας λειτουργίας αυτής (πρβλ. ΣτΕ 2928/2014). Περαιτέρω, από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται ότι σε περίπτωση ρύπανσης ή υποβάθμισης του περιβάλλοντος η Διοίκηση δεν έχει διακριτική ευχέρεια για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων και μέτρων στους παραβάτες, αλλά δέσμια υποχρέωση. Το είδος της επιβαλλόμενης κύρωσης ανήκει, κατ’ αρχήν, στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 21 του ν. 4014/2011 (πρβλ. ΣτΕ 268/2019, 935/2017, 2941/2014), ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, τη συχνότητα, την υποτροπή, το ύψος υπέρβασης των θεσμοθετημένων ορίων εκπομπών και την παραβίαση των περιβαλλοντικών όρων (πρβλ. ΣτΕ 4177/2015, 4050/2015, 2941/2014).

5. Επειδή, στο άρθρο 20 του προαναφερόμενου ν.4014/2011 που επιγράφεται “Περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις «Αντικατάσταση του άρθρου 6 του ν.1650/1986 (Α΄160) και εναρμόνιση με άρθρο 23 της Οδηγίας 2010/75 περί Βιομηχανικών Εκπομπών (ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης)»”, ορίζεται ότι: «11. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου Α.4 του άρθρου 9 του ν.2947/2001 (Α΄228), μετά από κάθε αυτοψία, οι αρμόδιες αρχές ή οι περιβαλλοντικοί ελεγκτές συντάσσουν έκθεση σχετικά με τη συμμόρφωση της εγκατάστασης προς τους περιβαλλοντικούς όρους, καθώς και τα τυχόν προς τούτο αναγκαία μέτρα και ενέργειες. Η έκθεση αυτή αποστέλλεται στον φορέα του έργου ή της δραστηριότητας εντός δύο μηνών από την πραγματοποίηση της αυτοψίας και η τελική έκθεση ελέγχου αναρτάται στο ΗΠΜ και δημοσιοποιείται σύμφωνα με τις προβλέψεις της Οδηγίας 2003/4/ΕΚ εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία διεξαγωγής της αυτοψίας. Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι ο φορέας εκμετάλλευσης του έργου ή της δραστηριότητας λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση με τις υποδείξεις της έκθεσης ελέγχου εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος… 17. Με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής εντός έξι μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος: … γ) καθορίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή των παραγράφων 11 … του παρόντος άρθρου …» και στην παράγραφο 6 του άρθρου 30 του νόμου αυτού ορίζεται ότι: «Μέχρι την έκδοση των αποφάσεων των εδαφίων γ΄και δ΄της παραγράφου 17 του άρθρου 20 του παρόντος διατηρούνται σε ισχύ οι υφιστάμενες διατάξεις για τους ελέγχους».

6. Επειδή στην 26/13.1.2004 Εγκύκλιο του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ με θέμα Συγκρότηση – Οργάνωση – Λειτουργία Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (ΕΥΕΠ) ορίζεται στο σημείο 5 με τίτλο Επιβολή Κυρώσεων ότι : «Ο Επιθεωρητής ή το κλιμάκιο Επιθεωρητών που ενήργησαν τον έλεγχο συντάσσουν έκθεση αυτοψίας μετά από κάθε έλεγχο και εφόσον διαπιστωθεί παράβαση της νομοθεσίας για την προστασία του περιβάλλοντος ή των περιβαλλοντικών όρων που έχουν επιβληθεί, συντάσσεται σχετική έκθεση ελέγχου, η οποία επιδίδεται στον παραβάτη, ο οποίος καλείται σε απολογία εντός πέντε ημερών. Ο Επιθεωρητής Περιβάλλοντος συντάσσει στη συνέχεια αιτιολογημένη πράξη βεβαίωσης ή μη της παράβασης. Αντίγραφο της πράξης βεβαίωσης της παράβασης αποστέλλεται στην αρχή που χορήγησε στον παραβάτη την άδεια κατασκευής ή λειτουργίας του έργου ή έναρξης της δραστηριότητας ή, κατά περίπτωση, την ανανέωση αυτών, ενώ αντίγραφο της εν λόγω πράξης διαβιβάζεται επίσης και στον αρμόδιο εισαγγελέα πλημμελειοδικών για τυχόν αξιόποινες πράξεις. Σε περίπτωση που διαπιστώνεται ρύπανση ή υποβάθμιση του περιβάλλοντος ή άλλη παράβαση από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 30 του ν. 1650/1986, όπως εκάστοτε ισχύει, η Ε.Υ.Ε.Π. ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης εισηγείται την επιβολή προστίμου ως εξής: α. στον οικείο Νομάρχη, εφόσον το πρόστιμο ανέρχεται μέχρι 58.694 € ( περίπου 20.000.000 δραχμές), β. στον Γενικό Γραμματέα Περιφέρειας, εφόσον το πρόστιμο κυμαίνεται από 58.694 € μέχρι 146.735 € (περίπου 50.000.000 δραχμές) γ. στον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ, εφόσον το πρόστιμο υπερβαίνει τα 146.735 €. Για τον καθορισμό του ύψους του προστίμου πρέπει να λαμβάνεται υπόψη: το είδος της ρύπανσης, το είδος του ρύπου, το μέγεθος της ρύπανσης, η ένταση των περιβαλλοντικών προβλημάτων της περιοχής, το είδος της περιοχής, το μέγεθος του έργου ή της δραστηριότητας, το ιστορικό του έργου ή της δραστηριότητας σε σχέση με προηγούμενες παραβιάσεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας κ.α. Η Εισήγηση για την επιβολή προστίμου συνυπογράφεται από τον Γενικό Επιθεωρητή της ΕΥΕΠ. …»

7. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Στις 14.5.2015 και ώρα 13.00 διενεργήθηκε από τις Επιθεωρήτριες του Τμήματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος Νοτίου Ελλάδος έκτακτος μερικός έλεγχος στη τυροκομική μονάδα της προσφεύγουσας που βρίσκεται στη θέση «…..» της Δημοτικής Ενότητας ….. του Δήμου ….. και συντάχθηκε επιτόπου έκθεση αυτοψίας. Σύμφωνα με την από 14.5.2015 έκθεση αυτοψίας των Επιθεωρητριών κατά τη διενέργεια του ελέγχου διαπιστώθηκε αναφορικά με τα υγρά απόβλητα της δραστηριότητας της προσφεύγουσας ότι τα τυρόγαλα (ορός λακτόζης) αποθηκεύονται σε τέσσερις πλαστικές δεξαμενές και μεταφέρονται στην κτηνοτροφική μονάδα «……», με την οποία υπάρχει ιδιωτικό συμφωνητικό και τα νερά πλύσης αποθηκεύονται σε τσιμέντινη δεξαμενή του πρώην βιολογικού καθαρισμού και με βυτίο μεταφέρονται στον βιολογικό του Δήμου ….. , με τον οποίο υπάρχει σύμβαση. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι στο οικόπεδο που βρισκόταν ο βιολογικός καθαρισμός υπήρχαν υγρά απόβλητα, τα οποία κατά δήλωση των υπευθύνων προέρχονται από το πλύσιμο των φορτηγών και όμβρια. Παράλληλα, ελήφθησαν τρία δείγματα και συγκεκριμένα ένα δείγμα από λίμνη σε όμορο οικόπεδο και δύο δείγματα από το οικόπεδο εντός του οποίου βρίσκεται ο βιολογικός καθαρισμός, τα οποία περιγράφονται ως θολό υγρό και ελήφθησαν φωτογραφίες. Κατόπιν των ανωτέρω συντάχθηκε η οικ. …./2.11.2015 έκθεση μερικού ελέγχου τήρησης περιβαλλοντικών όρων και περιβαλλοντικής νομοθεσίας, στην οποία αναφέρεται ότι στο οικόπεδο που βρισκόταν ο βιολογικός καθαρισμός της εγκατάστασης υπήρχαν υγρά απόβλητα, τα οποία σύμφωνα με δήλωση των υπευθύνων προέρχονται από το πλύσιμο των φορτηγών και όμβρια, κατά παράβαση του όρου Ε-2 της …./2.2.2015 Απόφασης του Περιφερειάρχη Πελοποννήσου περί χορήγησης άδειας εγκατάστασης τυροκομείου της προσφεύγουσας, στην οποία άδεια περιλαμβάνονται και οι Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις που προβλέπονται για τη δραστηριότητα «Παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων» της ΚΥΑ Φ. 15/4187/266/2012 (Β΄275). Σύμφωνα με τον ανωτέρω όρο της άδειας εγκατάστασης τα υγρά απόβλητα της παραγωγικής διαδικασίας, όπως τα νερά έκπλυσης των παραγωγικών μηχανημάτων πρέπει να διοχετεύονται στο δίκτυο αποχέτευσης μετά από σχετική άδεια ή να οδηγούνται σε στεγανό βόθρο, εφόσον έχει εξασφαλιστεί η τελική διάθεση τους σε νομίμως λειτουργούντα φορέα. Επίσης, στην ως άνω έκθεση μερικού ελέγχου περιλαμβάνονται και δύο φωτογραφίες στις οποίες απεικονίζονται η υπαίθρια διάθεση υγρών αποβλήτων. Συγκεκριμένα στην πρώτη φωτογραφία απεικονίζονται δύο κοιλότητες υγρών αποβλήτων στο έδαφος και στη δεύτερη δυο σωλήνες στην έξοδο των οποίων είχαν σχηματιστεί κοιλότητες που περιείχαν υγρά απόβλητα, όπως αναφέρεται και στην …./8.4.2016 βεβαίωση παράβασης. Ακολούθως, η ανωτέρω έκθεση ελέγχου κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα και κλήθηκε αυτή σε απολογία εντός πέντε εργάσιμων ημερών. Μετά την από …../10.11.2015 αίτηση της προσφεύγουσας για τη χορήγηση στοιχείων σχετικά με τον διενεργηθέντα έλεγχο, στην οποία επισυνάπτεται και η τεχνική έκθεση της εταιρείας «……» και τη κοινοποίηση αυτών με το …../20.11.2015 έγγραφο της Προϊσταμένης της Επιθεώρησης Νοτίου Ελλάδος, υποβλήθηκε εκ νέου η …../11.12.2015 αίτηση από την προσφεύγουσα με την οποία αιτήθηκε την ανασύνταξη της έκθεσης μερικού ελέγχου και εν συνεχεία με το ……/18.3.2016 έγγραφο της Προϊσταμένης της Επιθεώρησης Νοτίου Ελλάδος κλήθηκε εκ νέου σε απολογία. Κατόπιν των ανωτέρω, εξεδόθη από την Προϊσταμένη της Επιθεώρησης Νοτίου Ελλάδος, η οποία έλαβε υπ’ όψιν της και το …./28.3.2016 απολογητικό υπόμνημα της προσφεύγουσας εταιρείας, η …../8.4.2016 πράξη βεβαιώσεως της ως άνω παράβασης του όρου Ε-2 της προαναφερόμενης Απόφασης του Περιφερειάρχη Πελοποννήσου περί χορήγησης άδειας εγκατάστασης και, ακολούθως, με την προσβαλλομένη οικ. …../25.4.2016 απόφαση του Υπουργού και Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, αφού λήφθηκε υπόψη η …../14.4.2016 θετική εισήγηση περί επιβολής προστίμου της Γενικής Διευθύντριας του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος, Δόμησης Ενέργειας και Μεταλλείων, επεβλήθη εις βάρος της προσφεύγουσας, πρόστιμο ύψους 7.900 ευρώ. Ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή, όπως αυτή αναπτύσσεται με το από 27.2.2019 υπόμνημα και την από 7.3.2019 προσθήκη αντίκρουση η προσφεύγουσα εταιρεία ζητά την ακύρωση, άλλως τη μεταρρύθμιση της προσβαλλόμενης πράξης, ενώ το καθ’ ού με την από 11.1.2019 έκθεση απόψεων του ζητά την απόρριψη της κρινόμενης προσφυγής .

8. Επειδή, καταρχάς η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η από 14.5.2015 έκθεση αυτοψίας πάσχει από νομικές και πραγματικές πλημμέλειες. Συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι η έκθεση αυτοψίας: α) δεν περιέχει την ακριβή θέση κάθε μιας εκ των τριών κοιλοτήτων, τις ακριβείς διαστάσεις των κοιλοτήτων από τις οποίες ελήφθησαν τα δείγματα, το συνολικό όγκο των υγρών αυτών καθώς και αντιστοίχηση μεταξύ του δείγματος και της κοιλότητας, από την οποία ελήφθη το δείγμα με αποτέλεσμα να διαστρεβλώνεται ουσιωδώς η εικόνα του ελέγχου και να προκαλείται αδυναμία διαπίστωσης ρύπανσης, καθώς δε μπορεί να προσδιοριστεί η δυνατότητα αρνητικών επιπτώσεων, β) δεν περιέχει τον αποδέκτη του διαπιστούμενου ρύπου τόσο ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του, όσο και ως προς την έκταση του, ώστε να μπορεί να προκύψει ότι η ποσότητα του ρύπου είναι μεγαλύτερη από την ικανότητα του αυτοκαθαρισμού. Η παράβαση που αποδίδεται στην προσφεύγουσα αφορά τη πλημμελή διαχείριση των υγρών αποβλήτων από τη λειτουργία της εγκατάστασης της, καθώς διέθετε ανεξέλεγκτα υγρά απόβλητα σε γήπεδο επί χωμάτινου εδάφους κατά παράβαση του όρου Ε-2 της άδειας εγκατάστασης της δραστηριότητας της, σύμφωνα με τον οποίο τα υγρά απόβλητα της παραγωγικής διαδικασίας πρέπει να διοχετεύονται στο δίκτυο αποθήκευσης ή να οδηγούνται σε στεγανό βόθρο δραστηριότητας, οι δε πλημμέλειες της έκθεσης αυτοψίας που επικαλείται η προσφεύγουσα δεν αποτελούν κρίσιμα στοιχεία για τη στοιχειοθέτηση της αποδιδόμενης παράβασης. Και τούτο διότι για τη στοιχειοθέτηση της αποδιδομένης παράβασης αρκεί το αντικειμενικό γεγονός της διαπίστωσης της μη διοχέτευσης των υγρών αποβλήτων στο δίκτυο αποχέτευσης ή σε στεγανό βόθρο, ανεξαρτήτως της θέσης των κοιλοτήτων που σχηματίστηκαν από τα υγρά απόβλητα, των διαστάσεων τους και του όγκου τους. Άλλωστε, δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται σ’ αυτή περιστατικό ρύπανσης, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν. 4014/2011, για να επιβληθεί το προβλεπόμενο από τη διάταξη αυτή πρόστιμο, αρκεί να διαπιστωθεί παράβαση των διατάξεων ή των περιβαλλοντικών όρων, που έχουν τεθεί για την προστασία του περιβάλλοντος και δεν απαιτείται η αναφορά της πιθανολόγησης πρόκλησης ρύπανσης από τις παραβάσεις αυτές.

9. Επειδή, ακολούθως η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η συνέχεια της διαδικασίας ελέγχου, βεβαίωσης και επιβολής προστίμου είναι άκυρη λόγω παράβασης της προβλεπόμενης από το άρθρου 20 παρ. 11 του ν. 4014/2011 δίμηνης προθεσμίας για την επίδοση της έκθεσης αυτοψίας, καθώς αυτή επιδόθηκε στην προσφεύγουσα στις 2.11.2015 μετά την παρέλευση 5 μηνών. Κατ’ αρχάς η έκθεση αυτοψίας φέρει την υπογραφή του υπεύθυνου δραστηριότητας ……. και τη σφραγίδα της προσφεύγουσας, γεγονός από το οποίο προκύπτει ότι η έκθεση αυτοψίας συντάχθηκε κατά τη διάρκεια του ελέγχου. Περαιτέρω, από το επικαλούμενο και προσκομιζόμενο από την προσφεύγουσα αποδεικτικό επίδοσης προκύπτει ότι στις 2.11.2015 επιδόθηκε η με αρ. πρωτ. ……/2.11.2015 έκθεση μερικού ελέγχου και όχι η έκθεση αυτοψίας, όπως βασίμως προβάλλει το καθ’ ού. Συνέπεια των ανωτέρω ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας περί εκπρόθεσμης επίδοσης της έκθεσης αυτοψίας είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

10. Επειδή, στη συνέχεια η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η έκθεση μερικού ελέγχου πάσχει από νομικές πλημμέλειες. Και τούτο διότι εσφαλμένα της αποδόθηκε η παράβαση του όρου Ε-2 της απόφασης του Περιφερειάρχη Πελοποννήσου περί χορήγησης άδειας εγκατάστασης, καθώς τα υγρά που ανευρέθηκαν κατά τη διάρκεια του έλεγχου δεν προέρχονται από την παραγωγική διαδικασία, αλλά από την έκπλυση των φορτηγών της. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος προεχόντως ως αναπόδεικτος. Εξάλλου, από το φωτογραφικό υλικό (φωτογραφία 2) που περιλαμβάνεται στην έκθεση αυτή φαίνεται ότι η διάθεση των υγρών αποβλήτων στο έδαφος γινόταν σε συνεχή βάση μέσω σωληνώσεων.

11. Επειδή, περαιτέρω η προσφεύγουσα διατείνεται ότι εσφαλμένως χρησιμοποιήθηκαν ως όρια οι τιμές που προκύπτουν από την ΚΥΑ 5673/400/1997 και ότι εμφιλοχώρησαν σφάλματα κατά τη διαδικασία των χημικών αναλύσεων. Ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος σε εσφαλμένη εκδοχή. Και τούτο διότι, το ένδικο πρόστιμο επιβλήθηκε λόγω της πλημμελής διαχείρισης των υγρών αποβλήτων σε χωμάτινο έδαφος και όχι λόγω των τιμών που ανευρέθηκαν στα υγρά απόβλητα, όπως βάσιμα προβάλλει το καθ’ ού με την έκθεση απόψεων του.

12. Επειδή, η προσφεύγουσα, υποστηρίζει ότι η πράξη βεβαίωσης και η πράξη επιβολής προστίμου είναι αναιτιολόγητες καθόσον δεν παρατίθενται σ’ αυτές στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι η δραστηριότητα της ρυπαίνει ή υποβαθμίζει το περιβάλλον, αλλ’ ούτε αναφέρονται και τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους του καταλογιζόμενου προστίμου. Ο παραπάνω ισχυρισμός της προσφεύγουσας πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι τόσο η πράξη βεβαίωσης όσο και η προσβαλλόμενη απόφαση έχουν νόμιμη αιτιολογία, καθόσον προσδιορίζονται σ’ αυτές η αποδιδόμενη παράβαση σε σχέση με την κείμενη περιβαλλοντική νομοθεσία και τον περιβαλλοντικό όρο που περιλαμβάνεται στην απόφαση χορήγησης άδειας εγκατάστασης, ενώ δεν είναι απαραίτητο να αναφέρεται σ’ αυτή περιστατικό ρύπανσης, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 21 του ν. 4014/2011, για να επιβληθεί το προβλεπόμενο από τη διάταξη αυτή πρόστιμο, αρκεί να διαπιστωθεί παράβαση των διατάξεων ή των περιβαλλοντικών όρων, που έχουν τεθεί για την προστασία του περιβάλλοντος και δεν απαιτείται για την αιτιολογία αυτής η αναφορά της πιθανολόγησης πρόκλησης ρύπανσης από τις παραβάσεις αυτές (ΔΕΦ ΘΕΣ 485/2018), ούτε άλλωστε είναι αναγκαία η απαρίθμηση στην προσβαλλόμενη πράξη των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη για τον καθορισμό του ύψους του προστίμου(ΔΕΦ ΘΕΣ 508/2012). Εξάλλου, εάν στην προσβαλλόμενη απόφαση και στη σχετική έκθεση βεβαίωσης των παραβάσεων δεν στοιχειοθετούνται επαρκώς τα πραγματικά περιστατικά που διαπίστωσαν οι αρμόδιοι ελεγκτές και τα οποία συγκροτούν τις καταλογιζόμενες παραβάσεις, τούτο είναι ζήτημα που συνάπτεται με την κατ’ ουσία αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης και συνεπώς συναρτάται με την απόδειξη κάθε παράβασης. Σε κάθε περίπτωση δε, όπως προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 79 παρ.1 του Κ.Δ.Δ., σε συνδυασμό με τη φύση του κρινόμενου ένδικου βοηθήματος ως προσφυγής ουσίας, το Δικαστήριο εξετάζει και την κατ’ ουσία ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης μέσα στα όρια της προσφυγής και συνεπώς ελέγχει εάν στοιχειοθετούνται ή όχι οι επιμέρους παραβάσεις και προσδιορίζει ανάλογα το ύψος του επιβαλλόμενου προστίμου.

13. Επειδή, περαιτέρω η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του ν.2947/2001 αντίκειται στην αρχή της νομιμότητας και αναλογικότητας, καθώς δεν καθορίζει το πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να ασκείται η παρεχόμενη στη Διοίκηση διακριτική ευχέρεια και τα αντικειμενικά κριτήρια τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την επιμέτρηση του επιβλητέου προστίμου. Τούτο δε καθόσον στη διάταξη αυτή αναφέρεται ως μοναδικό κριτήριο ληπτέο υπόψη για την επιβολή του προστίμου η σοβαρότητα της παραβάσεως και καταλείπεται ευρεία διακριτική ευχέρεια στη Διοίκηση ως προς την επιμέτρηση του προστίμου. Περαιτέρω, ισχυρίζεται, ότι ακόμη και αν η Διοίκηση εξειδικεύσει κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας τη σοβαρότητα της παράβασης, δεν διαθέτει καμιά περαιτέρω νομοθετική ένδειξη σχετικά με το προσήκον πρόστιμο, ταυτοχρόνως δε και ο διοικούμενος δεν γνωρίζει τα ληπτέα υπόψη για την επιβολή του προστίμου κριτήρια, έλλειψη που καθιστά ανέφικτη και την κρίση του δικαστηρίου σχετικά με το ύψος του προστίμου. Στην προεκετεθείσα στη σκέψη 3 διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του ν.2949/2001, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο μετά την τροποποίηση της προβλέπεται η κλιμάκωση των ποσών των προστίμων που επιβάλλονται για την υποβάθμιση και ρύπανση του περιβάλλοντος και περιέχεται πλήρης καταγραφή των κριτηρίων για την κλιμάκωση αυτή και την in concreto επιμέτρηση των προστίμων. Τα κριτήρια αυτά είναι, πέραν της σοβαρότητας της παράβασης η συχνότητα, η υποτροπή, το ύψος υπέρβασης των θεσμοθετημένων ορίων εκπομπών και η παραβίαση των περιβαλλοντικών όρων. Τα κριτήρια δε αυτά είναι πρόσφορα και αρκούντως σαφή ώστε να θέσουν το πλαίσιο της ασκούμενης από τη Διοίκηση διακριτικής ευχέρειας κατά την επιμέτρηση των προστίμων (ΣτΕ 104/2018). Συνεπώς, ο ως άνω λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

14. Επειδή, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι η πράξη βεβαίωσης παράβασης και επιβολής προστίμου είναι ακυρωτέες, διότι για την έκδοση τους ελήφθησαν υπόψη η 26/13.1.2004 εγκύκλιος του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. , όπως αναφέρεται στο υπ’ αριθμ. …../20.11.2015 έγγραφο απάντησης του ΣΕΠΔΕΜ και ο αλγόριθμος που περιέχεται σε εσωτερικά έγγραφα της Διοίκησης, τα οποία είναι μη νόμιμα, καθώς η διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 2947/2001 δεν παρέχει εξουσιοδότηση για τη θέσπιση τέτοιας ρύθμισης και δεν έχουν δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ακολούθως, ισχυρίζεται ότι τα κριτήρια, τα οποία αναφέρονται σε αυτά τα έγγραφα είναι μη νόμιμα, διότι εισάγουν πρόσθετα κριτήρια, επιπλέον του κριτηρίου της σοβαρότητας της παράβασης τα οποία δεν αναφέρονται στο νόμο. Κατ’ αρχάς ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας ότι η διοίκηση χρησιμοποίησε κάποιο αλγόριθμο είναι απορριπτέος ως αναπόδεικτος, δεδομένου ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει η χρησιμοποίηση αλγόριθμου. Περαιτέρω, σχετικά την εγκύκλιο που επικαλείται η προσφεύγουσα ότι λήφθηκε υπόψη για την επιβολή του κρινόμενου προστίμου, από το προεκτεθέν στη σκέψη 6 περιεχόμενό της, προκύπτει ότι με αυτήν καθορίζονται τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της έννοιας της σοβαρότητας της παράβασης και δεν τίθενται νέα κριτήρια, παρέχονται δηλαδή, διευκρινίσεις για τον καθορισμό του ύψους του προστίμου και οδηγίες για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 2947/2001. Συνεπώς, η εν λόγω εγκύκλιος καθώς δεν θεσπίζει κανόνες δικαίου είναι ερμηνευτική (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 3403/2014, 2192/2014, 668/2012, 1331, 1332/2000, 1484/1999, ΣτΕ 2633/2014 επταμ. 2257/2014, 896/2014, 844/2013, 2477/2012, 4229/2011, 3177/2011, 909/2011, 2267/2005 επταμ. κ.α.) και ως εκ τούτου δεν απαιτείται ούτε νομοθετική εξουσιοδότηση, ούτε δημοσίευση της. Τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα από την προσφεύγουσα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

15. Επειδή, κατόπιν τούτων το Δικαστήριο κρίνει ότι η προσφεύγουσα εταιρεία υπέπεσε στην παράβαση της μη τήρησης του περιβαλλοντικού όρου Ε-2 της …../2.2.2015 Απόφασης του Περιφερειάρχη Πελοποννήσου περί χορήγησης άδειας εγκατάστασης τυροκομείου που της αποδόθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία νομίμως επιβλήθηκε σε βάρος της πρόστιμο για την παράβαση αυτή. Περαιτέρω, όσον αφορά το ύψος αυτού, εκτιμώντας το είδος και τη σοβαρότητα της παράβασης, κυρίως δε το γεγονός ότι αυτή αφορά τη μη τήρηση περιβαλλοντικού όρου που τέθηκε αρμοδίως για τη δραστηριότητα της προσφεύγουσας, προκειμένου να διαφυλαχθεί το δημόσιο συμφέρον (υγεία πολιτών, αποτροπή ρύπανσης – υποβάθμισης περιβάλλοντος), τις συνθήκες τέλεσης και την βαρύτητα αυτής, όπως τα χαρακτηριστικά αυτά αναφέρονται λεπτομερώς στην οικεία έκθεση αυτοψίας και ελέγχου, τα όρια διακύμανσης του πρόστιμου που προβλέπει ο νόμος από 500 έως 2.000.000 ευρώ και του σκοπού που τα πρόστιμα επιτελούν, ο οποίος συνδέεται κατά τρόπο άμεσο με το δημόσιο συμφέρον και πρέπει να έχουν αποτρεπτικό χαρακτήρα, ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη των ίδιων παραβάσεων στο μέλλον κρίνει ότι αυτό είναι εύλογο και σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας, καθώς δεν τελεί σε δυσαναλογία με το είδος της παραβάσεςν και τον επιδιωκόμενο με το σύστημα του νόμου σκοπό της προστασίας του περιβάλλοντος (ΣτΕ 1944/2017, 798/2016, 1390/2016,4050/2015,2256/2014κ.α.), απορριπτομένου του αντιθέτου ισχυρισμού της προσφεύγουσας.

16. Επειδή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί και το καταβληθέν παράβολο να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (κατ’ άρθρο 277 παρ. 9 του Κ.Δ.Δ.). Τέλος, η δικαστική δαπάνη του καθ’ ού, ύψους 64 ευρώ πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της προσφεύγουσας διαδίκου που ηττήθηκε (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.).

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Απορρίπτει την προσφυγή.

Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου υπέρ του Δημοσίου.

Επιβάλλει σε βάρος της προσφεύγουσας τη δικαστική δαπάνη του καθ’ ού, η οποία ανέρχεται στο ύψος των 64 ευρώ.

Η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 13ης.8.2019.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ