Περίληψη: Δυσφήμιση και συκοφαντική δυσφήμιση. Στοιχεία θεμελίωσης των αδικημάτων αυτών. Εννοια γεγονότος. Περιπτώσεις και προϋποθέσεις υπαγωγής αξιολογικών κρίσεων στην έννοια του γεγονότος. Ειδικός σκοπός εξύβρισης. Έννοια. Επιστολές δημοσιευμένες σε περιοδικό Δημοτικής Επιχείρησης με ψευδή δυσφμημιστικά γεγονότα. Ψευδής καταμήνυση, ψευδορκία και συκοφαντική δυσφήμιση λόγω υποβολής έγκλησης με συκοφαντικό περιεχόμενο. Προσβολή προσωπικότητας. Περιστατικά. Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Πολιτική δικονομία. Σώρευση αιτημάτων για διαφορές υπαγόμενες σε διαφορετικές διαδικασίες (εργατικών διαφορών για τη διαφορά από το δημοσίευμα στον τύπο τακτική για την άλλη διαφορά από την υποβολή της έγκλησης). Χωρισμός των αιτημάτων.
ΜΠρ Θεσσ 6369/2013 Δυσφήμιση και συκοφαντική δυσφήμιση / Στοιχεία θεμελίωσης των αδικημάτων αυτών / Εννοια γεγονότος/ Περιπτώσεις και προϋποθέσεις υπαγωγής αξιολογικών κρίσεων στην έννοια του γεγονότος
Περίληψη: Δυσφήμιση και συκοφαντική δυσφήμιση. Στοιχεία θεμελίωσης των αδικημάτων αυτών. Εννοια γεγονότος. Περιπτώσεις και προϋποθέσεις υπαγωγής αξιολογικών κρίσεων στην έννοια του γεγονότος. Ειδικός σκοπός εξύβρισης. Έννοια. Επιστολές δημοσιευμένες σε περιοδικό Δημοτικής Επιχείρησης με ψευδή δυσφμημιστικά γεγονότα. Ψευδής καταμήνυση, ψευδορκία και συκοφαντική δυσφήμιση λόγω υποβολής έγκλησης με συκοφαντικό περιεχόμενο. Προσβολή προσωπικότητας. Περιστατικά. Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Πολιτική δικονομία. Σώρευση αιτημάτων για διαφορές υπαγόμενες σε διαφορετικές διαδικασίες (εργατικών διαφορών για τη διαφορά από το δημοσίευμα στον τύπο τακτική για την άλλη διαφορά από την υποβολή της έγκλησης). Χωρισμός των αιτημάτων.
Αριθμός αποφάσεως 6369/2013
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Μάρθα Δήμου, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Ασημένια Τάτση.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 14 Ιανουαρίου 2013, για να δικάσει την υπ` αριθμ. καταθέσεως 23350/2009 αγωγή, μεταξύ:
ΤΩΝ ΚΑΛΟΥΝΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ: 1) ., κατοίκου Θεσσαλονίκης, που παραστάθηκε αυτοπροσώπως ως δικηγόρος Θεσσαλονίκης (AM 4357) και κατέθεσε προτάσεις, 2) . και 3) ., κατοίκων Συκεών Θεσσαλονίκης που παραστάθηκαν μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Ελευθερίου Μυλωνά (AM 449), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΤΩΝ ΚΑΘ` ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) ., 2) ., κατοίκων Συκεών Θεσσαλονίκης, που παραστάθηκαν ο πρώτος μετά και ο δεύτερος δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Κωνσταντίνου Βούλγαρη (AM 1861), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 362 και 363 Π.Κ., όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλο γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμησης, και αν το γεγονός αυτό είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι τούτο είναι ψευδές τότε διαπράττει το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως. Για την υποκειμενική θεμελίωση του τελευταίου εγκλήματος (συκοφαντικής δυσφημήσεως) απαιτείται άμεσος δόλος, συνιστάμενος στην ηθελημένη ενέργεια του ισχυρισμού της διαδόσεως ενώπιον τρίτου του ψευδούς γεγονότος, εν γνώσει του ότι αυτό είναι ψευδές και δύναται να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου. Ως ισχυρισμός θεωρείται η ανακοίνωση προερχομένη ή εξ ιδίας πεποιθήσεως ή γνώμης εκ μεταδόσεως από τρίτο πρόσωπο. Αντίθετα διάδοση υφίσταται, όταν λαμβάνει χώρα μετάδοση της από άλλον γενομένης ανακοινώσεως. Ο ισχυρισμός ή η διάδοση επιβάλλεται να γίνεται ενώπιον τρίτου. Αυτό το οποίο αξιολογείται είναι το γεγονός, δηλαδή οποιοδήποτε συμβάν του εξωτερικού κόσμου, αναγόμενο στο παρόν ή παρελθόν, υποπίπτον στις αισθήσεις και δυνάμενο να αποδειχθεί, αντίκειται δε προς την ηθική και ευπρέπεια. Αντικείμενο προσβολής είναι η τιμή και η υπόληψη του φυσικού προσώπου. Ο νόμος θεωρεί ως προστατευμένο αγαθό την τιμή ή την υπόληψη του προσώπου, το οποίο είναι μέλος μιας οργανωμένης κοινωνίας και κινείται στα πλαίσια της συναλλακτικής ευθύτητας. Η τιμή του προσώπου θεμελιώνεται επί της ηθικής αξίας, η οποία πηγή έχει την ατομικότητα και εκδηλώνεται με πράξεις ή παραλείψεις. Δεν αποκλείεται στην έννοια του γεγονότος να υπαχθούν η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσεως ακόμη δε και χαρακτηρισμός, οσάκις αμέσως ή εμμέσως υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία, τα οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητας, δηλαδή μόνον όταν συνδέονται και σχετίζονται με το γεγονός κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ουσιαστικώς να προσδιορίζουν την ποσοτική και ποιοτική βαρύτητα άλλως μπορεί να αποτελούν εξύβριση κατά τη διάταξη του άρθρου 361 Π.Κ. (βλ. ΑΠ 177/2009, ΑΠ 145/2009 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1729/2008 ο.π., Κονταξής, Ποινικός Κώδικας, εκδ. Γ 2000, άρθρα 362-367 σελ. 3005-3074 με παραπομπές σε νομολογία και θεωρία). Επίσης, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 367 Π.Κ., ο άδικος χαρακτήρας της δυσφημιστικής εκδήλωσης κατ` αρχήν αίρεται και όταν αυτή γίνεται για την εκτέλεση νομίμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις. Κατ` εξαίρεση, όμως, το αποτέλεσμα αυτό δεν επέρχεται, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 367 Π.Κ. και παραμένει η ποινική ευθύνη, όταν από τον τρόπο της εκδήλωσης ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη προκύπτει σκοπός εξύβρισης, που κατευθύνεται ειδικώς σε προσβολή της τιμής άλλου, με αμφισβήτηση της ηθικής ή κοινωνικής αξίας του προσώπου του και περιφρόνηση αυτού. Ειδικός σκοπός εξύβρισης υπάρχει στον τρόπο εκδήλωσης της προσβλητικής συμπεριφοράς, όταν αυτός δεν ήταν κατ` αντικειμενική κρίση αναγκαίος για την ακριβή και πρέπουσα απόδοση των στοχασμών του προσβολέα, ο οποίος μολονότι τελούσε σε επίγνωση τούτου χρησιμοποίησε τον τρόπο αυτό για να προσβάλει την τιμή και την υπόληψη του άλλου. Από την ανωτέρω διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 367 Π. Κ. προκύπτει ότι ο νόμος εισάγει εξαιρέσεις, όσον αφορά την εκδήλωση έκφρασης γνώμης ή κρίσης, έστω και δυσμενούς, εισάγεται δε λόγος που αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης της εξύβρισης και της απλής δυσφήμισης και όχι της συκοφαντικής δυσφήμισης (βλ. ΑΠ 899/2011, ΑΠ 14/2011 δημ. ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 532/2011 ο.π,).
Νόμιμα επαναφέρεται με κλήση η υπ` αριθμ. 23350/2009 αγωγή, η οποία είχε αρχικά εισαχθεί στο ακροατήριο του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (ειδική διαδικασία) και για την οποία διατάχτηκε με την υπ` αριθμ. 30548/2010 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου ο χωρισμός ως προς ένα των αιτημάτων της και η εισαγωγή αυτού στο παρόν Δικαστήριο. Με την ανωτέρω αγωγή τους εξέθεταν οι ενάγοντες ότι στο υπ` αριθμ. τεύχος Αυγούστου 2008 του μηνιαίου περιοδικού, που εκδίδεται από τη Δημοτική Επιχείρηση Συκεών και κυκλοφορεί πανελλαδικώς, δημοσιεύτηκαν δύο επιστολές που συνέταξαν οι εναγόμενοι, και με τις οποίες προέβησαν σε ισχυρισμούς ψευδών γεγονότων σε βάρος τους, τελώντας εν γνώσει της αναλήθειάς τους, καθώς και σε προσβλητικούς της τιμής τους χαρακτηρισμούς, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο, βλάπτοντας κατ` αυτόν τον τρόπο την τιμή και την υπόληψη τους και προσβάλλοντας παράνομα την προσωπικότητα τους. Εξέθεταν, περαιτέρω, ότι οι εναγόμενοι τέλεσαν εν συνεχεία σε βάρος τους τα αδικήματα της ψευδούς καταμήνυσης, της ψευδορκίας μάρτυρα και της συκοφαντικής δυσφήμησης, καθόσον με την από 17.12.2008 έγκληση που υπέβαλαν ενώπιον του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, το περιεχόμενο της οποίας επιβεβαίωσαν εν συνεχεία εξεταζόμενοι ενόρκως ως μάρτυρες κατά τη διάρκεια της διενεργηθείσας προανάκρισης, τους καταμήνυσαν εν γνώσει τους ψευδώς ότι τέλεσαν αξιόποινη πράξη με σκοπό να προκαλέσουν την καταδίωξή τους γι` αυτήν, κατέθεσαν εν γνώσει τους ψέματα εξεταζόμενοι ενόρκως ως μάρτυρες και, επιπλέον, τόσο με την προαναφερθείσα έγκληση όσο και με την υπ` αριθμ. 51133/2008 αγωγή τους ισχυρίστηκαν ενώπιον τρίτων ψευδή γεγονότα σε βάρος τους, τελώντας εν γνώσει της αναλήθειάς τους, βλάπτοντας κατ` αυτόν τον τρόπο την τιμή και την υπόληψή τους και προσβάλλοντας παράνομα την προσωπικότητά τους. Με βάση το ιστορικό αυτό και εκθέτοντας ότι από τις ανωτέρω παράνομες και υπαίτιες πράξεις των αντιδίκων τους υπέστησαν ηθική βλάβη, ζητούσαν να υποχρεωθεί έκαστος εξ αυτών, με απόφαση προσωρινώς εκτελεστή και δια προσωπικής του κρατήσεως, να καταβάλει σε καθένα των εναγόντων, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής: α) το ποσό των 15.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση, για την ηθική βλάβη που υπέστη από τα σε βάρος του δημοσιεύματα στον τύπο και β) το ποσό των 15.000 ευρώ, αφαιρουμένων 60 ευρώ, ποσό για το οποίο επιφυλάσσεται να παραστεί ως πολιτικώς ενάγων στο αρμόδιο ποινικό δικαστήριο, ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από την σε βάρος του τέλεση των αδικημάτων της ψευδούς καταμήνυσης, της ψευδορκίας και της συκοφαντικής δυσφήμησης, της τελευταίας τελεσθείσας δια της υποβολής εκ μέρους των εναγομένων της από 17.12.2008 έγκλησης και της υπ` αριθμ. καταθέσεως 51133/2008 αγωγής. Τέλος, ζητούσαν να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων τους. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο περιόρισαν παραδεκτά το υπό στοιχ. β` αγωγικό αίτημα εν όλω από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης με την υπ` αριθμ. 30548/2010 απόφασή του, η οποία έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη (όπως προκύπτει από το υπ` αριθμ. 1889/4-4-2011 πιστοποιητικό της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης σε συνδυασμό με την υπ` αριθ. 6539/22-12-2011 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης Μαρίας Τσιαντά με την οποία επιδόθηκε η εν λόγω απόφαση στον αντίκλητο των εναγομένων), έκρινε ότι στην υπό κρίση αγωγή σωρεύονταν περισσότερες αιτήσεις, οι οποίες υπάγονταν σε διαφορετική διαδικασία, καθόσον το υπό στοιχ. α` αίτημα υπαγόταν στην ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 681 Δ` 666 § 1, 667, 671 § 1-3, 672 και 673- 676 ΚΠολΔ), ενώ το υπό στοιχ. β` αίτημα υπαγόταν στην τακτική διαδικασία. Ετσι, κατ` εφαρμογήν του άρθρου 218 παρ. 2 ΚΠολΔ, διέταξε αυτεπαγγέλτως τον χωρισμό των σωρευομένων αιτήσεων και παρέπεμψε το υπό στοιχ. β` αίτημα της αγωγής αυτής, για να δικαστεί σε άλλη συνεδρίαση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου, κατά την τακτική διαδικασία, ενώ κράτησε την αγωγή ως προς το υπό στοιχ. α αίτημα προς εκδίκαση κατά την προαναφερθείσα ειδική διαδικασία και υποχρέωσε έκαστο των εναγομένων να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων το ποσό των 1.000,00 ευρώ, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής. Επομένως η υπό κρίση αγωγή αρμοδίως εισάγεται στο παρόν Δικαστήριο (άρθρο 46 ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 59, 914, 920, 932, 299, 346 ΑΚ, 361, 362-363 ΠΚ, 70, 176 και 191 § 2 ΚΠολΔ. Πρέπει, συνεπώς, να εξεταστεί περαιτέρω κατ` ουσίαν.
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης καθώς και από όλα τα έγγραφα που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά: Ολοι οι διάδικοι είναι δημότες του Δήμου Συκεών και όλοι, πλην του δευτέρου εναγομένου, ήταν κατά το έτος 2008 δημοτικοί σύμβουλοι του ανωτέρω Δήμου. Ειδικότερα, ο πρώτος εναγόμενος ήταν δημοτικός σύμβουλος της διοικούσας παράταξης και γραμματέας του δημοτικού συμβουλίου, ενώ οι ενάγοντες ήταν δημοτικοί σύμβουλοι της αποτελούσας την αξιωματική αντιπολίτευση παράταξης . Στο υπ` αριθμ. τεύχος Ιουλίου 2008 του μηνιαίου περιοδικού , που εκδίδεται από τη Δημοτική Επιχείρηση Συκεών και κυκλοφορεί πανελλαδικώς, δημοσιεύτηκε κείμενο που συνέταξαν οι ενάγοντες υπό την προαναφερθείσα ιδιότητα τους, με το οποίο ανέφεραν επί λέξει τα εξής: «Παρατηρητές ή εγκάθετοι κεκράχτες; Σε πρόσφατη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου συζητήθηκε η αναγκαστική απαλλοτρίωση οικοπέδων στον τομέα τειχών για την ανέγερση σχολικού συγκροτήματος. Αξιοσημείωτη στη συνεδρίαση ήταν η έντονη παρουσία συγγενών του δημάρχου και των δημοτικών συμβούλων της διοίκησης, γεγονός το οποίο μας προξένησε ιδιαίτερη απορία. Κατά τη διάρκεια της συζήτησης και ενώ οι επικεφαλής των παρατάξεων της αντιπολίτευσης ανέλυαν τις θέσεις τους δέχτηκαν αναίτια φραστική επίθεση από τον αδελφό του δημοτικού συμβούλου της διοίκησης και γραμματέα του Δ.Σ. . Ο εν λόγω αγανακτισμένος πολίτη, παρότι δεν είχε καμία άμεση σχέση με το θέμα και δεν θιγόταν προσωπικά, επιτέθηκε φραστικά στους συμβούλους της αντιπολίτευσης που είχαν διαφορετική άποψη και ούτε οι σύμβουλοι της διοίκησης δεν κατάφεραν να τον συγκρατήσουν. Το να διαμαρτύρονται οι πολίτες που θίγονται από τις αποφάσεις του δήμου και απαλλοτριώνεται η περιουσία τους είναι ανθρώπινο και κατανοητό. Το να εμφανίζονται όμως άσχετοι με το θέμα συγγενείς δημοτικών συμβούλων ως αγανακτισμένοι παλικαράδες είναι απολύτως μεμπτό, κατακριτέο και εξαιρετικά επικίνδυνο. Οι εγκάθετοι κεκράχτες, όπως εύστοχα τους ονόμασε ο νεαρότερος δημοτικός σύμβουλος της παράταξης μας, να μας λείπουν». Τα ανωτέρω, όπως δέχτηκε με δύναμη δεδικασμένου η υπ` αριθμ. 30548/2010 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου ήταν αληθή, καθώς αποδείχθηκε ότι στη 15η έκτακτη συνεδρίαση της 3ης Ιουλίου 2008 του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Συκεών συζητείτο η αναγκαστική απαλλοτρίωση οικοπέδων στον τομέα τειχών του εν λόγω δήμου, για την ανέγερση σχολικού συγκροτήματος. Στη συνεδρίαση, στην οποία είχαν κληθεί να παρευρεθούν και δημότες, παρέστη και ο δεύτερος εναγόμενος (αδελφός του δημοτικού συμβούλου και πρώτου εναγομένου), ο οποίος, κατά το χρόνο της συνεδρίασης είχε τις ακόλουθες ιδιότητες: του αντιπροσώπου της Ανώτατης Συνομοσπονδίας Γονέων Μαθητών Ελλάδας, του προέδρου του Δ. Σ. του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του Δημοτικού Σχολείου Συκεών, του εκπροσώπου στην Ενωση Γονέων Δήμου Συκεών, του αντιπροσώπου της Ενωσης Γονέων στην Ομοσπονδία Γονέων Μαθητών νομού Θεσσαλονίκης και του μέλους του ΔΣ της Σχολικής Επιτροπής Δήμου Συκεών. Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, κατά την οποία διατυπώθηκαν θέσεις και απόψεις από εκπροσώπους όλων των παρατάξεων, δημιουργήθηκε ένταση λόγω της παρουσίας ιδιοκτητών των υπό απαλλοτρίωση οικοπέδων, οι οποίοι ζητούσαν από το δημοτικό συμβούλιο να καταψηφίσει την πρόταση της διοίκησης περί απαλλοτρίωσης των ιδιοκτησιών τους. Οταν πήρε το λόγο ο δημοτικός σύμβουλος και επικεφαλής της παράταξης της αντιπολίτευση, ο οποίος τάχθηκε υπέρ της καταψήφισης της σχετικής πρότασης, ο δεύτερος εναγόμενος, ο οποίος ήταν υπέρ της κήρυξης της απαλλοτρίωσης λόγω των προαναφερθεισών ιδιοτήτων του, τον διέκοψε κατ` επανάληψη, καίτοι δεν είχε δικαίωμα να λάβει το λόγο βάσει του κανονισμού του δημοτικού συμβουλίου, φωνασκώντας και απευθύνοντας του, με έντονο ύφος, τις φράσεις «σταμάτα ρε», «σαν πολλά δε λες», «κόφτο επιτέλους», παρεμποδίζοντας έτσι την ομαλή διεξαγωγή της συνεδρίασης. Την ίδια συμπεριφορά επέδειξε και όταν πήρε το λόγο ο πρώτος ενάγων, διακόπτοντας τον και απευθύνοντας του τις φράσεις «δεν ντρέπεσαι λίγο», «άντε ρε σήκω φύγε από εδώ πέρα», «να πας αλλού να τα πεις αυτά». Μάλιστα, κινήθηκε προς το μέρος του με απειλητικές διαθέσεις, γεγονός που ανάγκασε τον αδελφό του, πρώτο εναγόμενο, να κατεβεί από το έδρανο προκειμένου να τον αποτρέψει από τις ως άνω ενέργειες και να τον απομακρύνει από το χώρο της συνεδρίασης. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι μετά τη δημοσίευση του προαναφερθέντος κειμένου, και σε απάντηση αυτού, έκαστος των εναγομένων δημοσίευσε στο επόμενο τεύχος (υπ` αριθμ. 85) του ιδίου, ως άνω περιοδικού, μια επιστολή, απευθυνόμενη στους δημοτικούς συμβούλους της παράταξης .
Ειδικότερα, ο πρώτος εναγόμενος ανέφερε στην επιστολή του, απαντώντας και σχολιάζοντας το προαναφερθέν δημοσίευμα, μεταξύ άλλων τα εξής : α) «Αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν και για ποιον λόγο συνάδελφοι μου στο δημοτικό συμβούλιο να επιτίθενται με αυτόν τον τρόπο εναντίον μου και να ψεύδονται», β) «δυστυχώς με τη μισή και ωραιοποιημένη κατά το δοκούν αλήθεια σας φροντίσατε σκόπιμα να θολώσετε το τοπίο», γ) «Οι νόμιμα εκλεγμένοι δεν είναι ούτε εγκάθετοι, ούτε κεκράχτες, ούτε αγανακτισμένοι παλικαράδες». Ενώ ο δεύτερος εναγόμενος σχολιάζοντας το ίδιο ως άνω δημοσίευμα, ανέφερε στην επιστολή του, μεταξύ άλλων, τα εξής: α) «Η απόπειρα απόκρυψης της αλήθειας εκ μέρους σας με έχει αφήσει άφωνο και κάτω από οποιεσδήποτε άλλες συνθήκες θα αδιαφορούσα πλήρως για τέτοιου είδους μικροπολιτικές κακοήθειες», β) «Από τη συζήτηση που ήμουν παρών αποδεικνύεται ότι τις κατηγορίες σας διακατέχει μία εμπάθεια και το γιατί το γνωρίζετε μόνο εσείς, εγώ αδυνατώ να το εξηγήσω». Το Δικαστήριο με την υπ` αριθμ. 30548/2010 απόφασή του έκρινε ότι η υπό στοιχ. γ` περικοπή συνιστούσε απλά αξιολογική κρίση, αλλά οι υπό στοιχ. α` και β` περικοπές της επιστολής του πρώτου εναγομένου καθώς και η υπό στοιχ. α περικοπή της επιστολής του δευτέρου εναγομένου, ως προς το σκέλος περί απόπειρας απόκρυψης της αλήθειας, πληρούν τη νομοτυπική μορφή του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος των εναγόντων, καθόσον οι προαναφερθέντες συντάκτες των επιστολών ισχυρίστηκαν ενώπιον τρίτων, ήτοι των αναγνωστών του περιοδικού , ψευδή γεγονότα σε βάρος των εναγόντων, τελώντας εν γνώσει της αναλήθειάς τους, ικανά να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των αντιδίκων τους. Ειδικότερα, ισχυρίστηκαν ότι το περιεχόμενο του κειμένου που δημοσίευσαν οι αντίδικοι τους στο προηγούμενο τεύχος του ιδίου ως άνω περιοδικού ήταν ψευδές, ωστόσο το περιεχόμενο αυτού ήταν αληθές, καθόσον, όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, πράγματι ο δεύτερος εναγόμενος προέβη σε φραστική επίθεση σε βάρος των επικεφαλής των παρατάξεων της αντιπολίτευσης, παρακωλύοντας τη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου. Αμφότεροι δε τελούσαν σε γνώση της αναλήθειας του γεγονότος που ισχυρίστηκαν με τις προαναφερθείσες επιστολές, καθόσον ο μεν δεύτερος εναγόμενος ήταν το πρόσωπο που εξαπέλυσε τη φραστική επίθεση, ο δε πρώτος εναγόμενος ήταν παρών κατά τη διάρκεια του επεισοδίου και έλαβε γνώση των ενεργειών του αδελφού του, προσπάθησε μάλιστα να τον αποτρέψει από αυτές. Οι ανωτέρω ισχυρισμοί, κρίθηκαν ως ικανοί να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη των εναγόντων καθόσον οι εναγόμενοι τους εμφάνισαν ως πρόσωπα που αποκρύπτουν την αλήθεια και διαδίδουν ψευδή γεγονότα και όπως προαναφέρθηκε υποχρεώθηκε έκαστος των εναγομένων να καταβάλει σε έκαστο των εναγόντων αποζημίωση ποσού 1.000,00 ευρώ για αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν. Ομως από την επισκόπηση της υπ` αριθμ. 51133/2008 αγωγής των εδώ εναγομένων, προκύπτει ότι στην ανωτέρω αγωγή τους, αυτοί αναφέρονται αποκλειστικά και μόνο στα όσα δημοσιεύτηκαν στα τεύχη του μηνιαίου περιοδικού έτους 2008, τα οποία όμως κρίθηκαν ήδη με την υπ` αριθμ. 30548/2010 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Επομένως, το αίτημα να επιδικαστεί αποζημίωση για όσα αναφέρονται στην ανωτέρω αγωγή, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο. Οπως όμως προκύπτει από την επισκόπηση της από 17-12-2008 εγκλήσεως των εναγομένων σε βάρος των εναγόντων, αναφέρονται εκ μέρους των τελευταίων συκοφαντικοί ισχυρισμοί.
Συγκεκριμένα, οι εναγόμενοι αναφέρουν (3η σελίδα, 1η παράγραφος, 2° εδάφιο) στην έγκλησή τους: «Στην ως άνω συνεδρίαση παραστάθηκα και ο δεύτερος από εμάς (ενν. ο .), δίχως να λάβω τον λόγο και αυτονόητα δίχως να επιτεθώ εναντίον κανενός, να προσβάλω κάποιον προσωπικώς ή γενικότερα να δημιουργήσω πρόβλημα». Oπως όμως προαναφέρθηκε, η αλήθεια είναι ότι κατά τη συγκεκριμένη συνεδρίαση ο ανωτέρω εναγόμενος ήταν υπαίτιος προκλήσεως εντάσεως, διότι επιτέθηκε τελείως αναίτια εναντίον του και στη συνέχεια εναντίον του πρώτου των εναγόντων, με τις φράσεις που παραπάνω αναφέρθηκαν, ενώ γνώριζε την αναλήθεια των ανωτέρω που διέλαβε στην έγκληση του, αφού αυτός ήταν το πρόσωπο που εξαπέλυσε τη φραστική επίθεση. Επιπλέον, ισχυρίζονται οι εναγόμενοι στην έγκληση τους (5η σελίδα, 1η παράγραφος, 2° εδάφιο): «Oτι δεν είχα (ενν. Ο .) καμία άμεση σχέση με τα συζητούμενα στην ως άνω συνεδρίαση θέματα και επομένως δεν δικαιολογείτο η παρουσία και συμμετοχή μου σε αυτήν, εφόσον δεν θιγόμουν προσωπικά, ούτε προσδοκούσα κανένα όφελος». Η αλήθεια όμως είναι ότι πουθενά στο επίμαχο κείμενο δεν αναφέρεται ότι αυτός δεν εδικαιούτο να παρίσταται και να συμμετάσχει στη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Αναφέρουν επίσης οι εναγόμενοι στην από 17.12.2008 έγκλησή τους (5η σελίδα, 2η παράγραφος, 3° εδάφιο) : «Eχοντας δε (ενν. ο .) συναίσθηση του καθήκοντος και των υποχρεώσεων που μου επιβάλλει ο ως άνω ρόλος, συμμετείχα στην ως άνω συνεδρίαση, δίχως όμως να θίξω, ούτε να προσβάλλω κανέναν». Η αλήθεια είναι, όπως προαναφέρθηκε, ότι ο δεύτερος εναγόμενος δημιούργησε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Δημοτικού Συμβουλίου, απρόκλητα και αναίτια φραστικά επεισόδια σε βάρος των Δημοτικών Συμβούλων . και του πρώτου των εναγόντων. Οι συκοφαντικοί για τους ενάγοντες ισχυρισμοί που περιλήφθησαν στην από 17-12-2008 έγκληση των εναγομένων πληρούν τη νομοτυπική μορφή του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμισης και ως εκ τούτου δικαιούνται οι ενάγοντες χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που αυτοί υπέστησαν. Επίσης, ο ισχυρισμός των εναγομένων, ότι οι ως άνω ενέργειες τους αποσκοπούσαν στην διαφύλαξη των δικαιωμάτων τους, πρέπει να απορριφθεί, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, ως μη νόμιμος. Τούτο δε, διότι, αποδείχθηκε αδικοπρακτική συμπεριφορά αυτών σε βάρος των εναγόντων δια της τελέσεως του ποινικού αδικήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως, στο οποίο δεν εφαρμόζεται, σύμφωνα με την παρ. 2 περ. α του άρθρου 367, η παράγραφος 1 του ιδίου άρθρου περί άρσεως του αδίκου χαρακτήρα της πράξεως. Ετσι, η ως άνω σε βάρος των εναγόντων αδικοπρακτική συμπεριφορά των εναγομένων, ήτοι η τέλεση από αυτούς της ποινικά κολάσιμης πράξεως της συκοφαντικής δυσφημήσεως, επέφερε προσβολή της προσωπικότητας των εναγόντων και έβλαψε την τιμή και την υπόληψη τους ως ατόμων και παρέχει σ` αυτούς αξίωση χρηματικής ικανοποιήσεως προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που αυτοί υπέστησαν. Για την ικανοποίηση δε αυτής, ενόψει του είδους και της έντασης της προσβολής, του βαθμού του πταίσματος των εναγομένων και όλων γενικά των συνθηκών, το δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να αναγνωριστεί ότι οφείλεται σε καθένα εκ των εναγόντων από έκαστο των εναγομένων χρηματικό ποσό ύψους τριακοσίων ευρω (300,00) ευρω, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής, ενώ μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγόντων βαρύνει τους εναγομένους (άρθρο 178 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε στο σκεπτικό απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ ΕΝ ΜΕΡΕΙ την αγωγή.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι έκαστος των εναγομένων οφείλει σε έκαστο των εναγόντων το ποσό των τριακοσίων ευρώ (300,00), νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στους εναγομένους μέρος της δικαστικής δαπάνης των εναγόντων, το ύψος της οποίας ορίζει στο ποσό των ογδόντα ευρώ (80,00).
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 26 Μαρτίου 2013.