Προσωπικά Δεδομένα. Η άνευ συγκατάθεσης επεξεργασία τους συνιστά προσβολή του απόλυτου και συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της πληροφοριακής αυτοδιάθεσης και του απορρήτου της ιδιωτικής ζωής. Παράνομη η ανάρτηση φωτογραφίας και αριθμού κυκλοφορίας αυτοκινήτου, σε Μέσο Κοινωνικής Δικτύωσης, χωρίς τη συναίνεση του υποκειμένου, προκειμένου να καταγγελθεί μια φερόμενη αντικοινωνική ή παράνομη συμπεριφορά. Η ανάρτηση δεν έγινε για την πληροφόρηση των πολιτών αναφορικά με ένα θέμα γενικότερου ενδιαφέροντος, αλλά για την ανεπίτρεπτη ικανοποίηση της αδηφάγου περιέργειας του κοινού και τη δημόσια διαπόμπευση του ενάγοντα. Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του ενάγοντα για παραβίαση του ΓΚΠΔ και του Ν. 4624/2019 και παράλληλη υποχρέωση της εναγόμενης να άρει την προσβολή και να δημοσιεύσει τον αριθμό και διατακτικό της δικαστικής απόφασης στο προφίλ που διαθέτει, σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, συσχετίζοντάς το με τη βλαπτική ανάρτηση».
Αριθμός Απόφασης
3485/2020
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Ελένη ΜοτσοΒολέα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Βασιλική Παπαγιάννη, Πρωτόδικη – Εισηγήτρια, Ευαγγελία Μαγαίτη, Πρωτόδικη και από την Γραμματέα Αικατερίνη Μπάιμττου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 30.01.2020 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: ………. κατοίκου Αθηνών, οδός ………, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Σταμάτη Τερεζάκη.
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: ……., κατοίκου …….., οδός ……., η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου της Βασιλείου Σωτηρόπουλου.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 15.05.2019 αγωγή του, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……../21.05.2019, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
I. Κατά τη διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 59 ΑΚ στις περιπτώσεις των δύο προηγουμένων άρθρων (στα οποία περιλαμβάνεται και το άρθρο 57) το δικαστήριο με την απόφαση του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική Βλάβη αυτού που είχε προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Με τις ανωτέρω διατάξεις των άρθρων 57-59 ΑΚ προστατεύεται το δικαίωμα της προσωπικότητας, το οποίο αποτελεί πλέγμα εννόμων αγαθών που συνθέτουν την υπόσταση του προσώπου, με το οποίο είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο. Τέτοια έννομα αγαθά που περικλείονται στο δικαίωμα της προσωπικότητας είναι, μεταξύ άλλων, η τιμή κάθε ανθρώπου, η οποία αντικατοπτρίζεται στην αντίληψη και την εκτίμηση που έχουν οι άλλοι γι αυτόν, η ιδιωτική ζωή, η εικόνα, η σφαίρα του απορρήτου, τα οποία δεν αποτελούν αυτοτελή δικαιώματα αλλά επιμέρους εκδηλώσεις, εκφάνσεις ή πλευρές του ενιαίου δικαιώματος επί της ιδίας προσωπικότητας, έτσι ώστε η προσβολή οποιοσδήποτε εκφάνσεως της προσωπικότητας να σημαίνει και προσβολή της συνολικής έννοιας της προσωπικότητας. Προσβολή της προσωπικότητας ενέχει κάθε πράξη τρίτου προσώπου με την οποία διαταράσσεται κατά το χρόνο της προσβολής η υπάρχουσα κατάσταση ως προς τις διάφορες εκφάνσεις της προσωπικότητας. Περαιτέρω, η εικόνα του προσώπου, άλλως το δικαίωμα επί της ιδίας εικόνας, που αποτελεί έκφανση της προσωπικότητας, προστατεύεται απόλυτα. Το άτομο εμφανίζεται δημόσια μόνον όταν και όπου θέλει, έτσι και η εικόνα του δεν ανήκει στο κοινό αλλά μόνο στο πρόσωπο το οποίο την παριστάνει. Κατ` αρχήν, δεν επιτρέπεται η λήψη της εικόνας ενός προσώπου (φωτογράφηση, κινηματογράφηση, προβολή), η παρουσίαση της φωτογραφίας του σε τρίτους και η αναπαραγωγή ή η διάθεση της στο κοινό είτε με έκθεση σε κοινή θέα. Μόνη η αποτύπωση ή εμφάνιση ή προβολή της εικόνας κάποιου, χωρίς τη συναίνεση του, προσβάλλει αυτοτελώς την προσωπικότητα του, δηλαδή το δικαίωμα του επί της ίδιας της εικόνας και δεν απαιτείται να προσβάλλεται συγχρόνως και άλλο αγαθό της προσωπικότητας του εικονιζόμενου, όπως η τιμή του με την κατά μειωτικό τρόπο εμφάνιση της φυσιογνωμίας του ή το απόρρητο της ιδιωτικής ζωής του με την εμφάνιση σκηνών απ αυτήν. Αν συμβεί και το εικονιζόμενο πρόσωπο εμφανίζεται κάτω από συνθήκες που παραβιάζουν το απόρρητο της ιδιωτικής του ζωής, με την αποκάλυψη στοιχείων της, όπως η κατάσταση της υγείας του, ή που μειώνουν την υπόληψή του, όπως όταν συνοδεύεται με δυσμενείς κρίσεις, εκτιμήσεις ή συμπεράσματα, που είναι αληθή μεν αλλά ελλιπή και έχουν σχέση με την προσωπική κατάσταση του εικονιζόμενου, δημιουργούν δε εσφαλμένες εντυπώσεις και αρνητικό κλίμα εις Βάρος του, τότε προσβάλλονται περισσότερες εκφάνσεις της προσωπικότητάς του (εικόνα, απόρρητο ιδιωτικού βίου, υπόληψη) και η προσβολή είναι σημαντικότερη. (ΑΠ 195/2007 Νόμος, ΑΠ 1010/2002, ΕλλΔ/νη 2003/1357, ΑΠ 411/2002, ΕλλΔ/νη 2002/1692, ΕφΑθ 2221/2006 Νόμος, ΕφΑθ 4430/2003, ΕλλΔ/νη 2003/1664). Προϋποθέσεις για την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 57 και 59 ΑΚ είναι: α) προσβολή του δικαιώματος της προσωπικότητας, β) η προσβολή να είναι παράνομη, όπως είναι η προσβολή που γίνεται χωρίς δικαίωμα ή με την άσκηση δικαιώματος το οποίο όμως είτε είναι, από την άποψη της εννόμου τάξεως, μικρότερης σπουδαιότητας, είτε ασκείται υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκηση του καταχρηστική σύμφωνα με το άρθρο 281 ΑΚ ή το άρθρο 25 παρ. 3 του Συντάγματος, οπότε ο προσβαλλόμενος δικαιούται, χωρίς τη συνδρομή υπαιτιότητας (αντικειμενική ευθύνη -αντίθετα υπαιτιότητα απαιτείται μόνο για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης είτε με την επιδίκαση χρηματικής ικανοποιήσεως είτε με δημοσίευμα ή με άλλο επιβαλλόμενο από τις περιστάσεις μέσο) να απαιτήσει την άρση της προσβολής και την παράλειψη της στο μέλλον (ΑΠ 1573/2005, ΕλλΔ/νη 2006/840, ΑΠ 1462/2005, ΕλλΔ/νη 2006.187, ΕφΑθ 4786/2002, ΔΕΕ 2003/1003).
Περαιτέρω, σύμφωνα με τον Ν. 4624/2019 και τις διατάξεις του Ν. 2472/1997, που έχουν διατηρηθεί σε ισχύ, κατά τη διάταξη του άρθρου 84 του Ν. 4624/2019, αντικείμενο των οποίων είναι η θέσπιση των προϋποθέσεων για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς προστασία των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως της ιδιωτικής ζωής, ορίζονται τα ακόλουθα; «Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως: α) «Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων γ) «Υποκείμενο των δεδομένων», το φυσικό πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί, δηλαδή μπορεί να προσδιορισθεί αμέσως ή εμμέσως, ιδίως Βάσει αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός ή περισσότερων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόσταση του από άποψη φυσική, βιολογική, ψυχική, οικονομική, πολιτιστική, πολιτική ή κοινωνική, δ) «Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» («επεξεργασία»), κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιείται, από το Δημόσιο ή από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ένωση προσώπων ή φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μεθόδων και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διατήρηση ή αποθήκευση, η τροποποίηση, η εξαγωγή, η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, η διασύνδεση, η δέσμευση (κλείδωμα), η διαγραφή, η καταστροφή, ε) «Αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» («αρχείο»), κάθε διαρθρωμένο σύνολο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία είναι προσιτά με γνώμονα συγκεκριμένα κριτήρια», ια) «Συγκατάθεση» του υποκειμένου των δεδομένων, κάθε ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βουλήσεως, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επιγνώσει, και με την οποία, το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν. Η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει πληροφόρηση τουλάχιστον για το σκοπό της επεξεργασίας, τα δεδομένα ή τις κατηγορίες δεδομένων που αφορά η επεξεργασία, τους αποδέκτες ή τις κατηγορίες αποδεκτών των δεδομένωνπροσωπικού χαρακτήρα, καθώς και το όνομα, την επωνυμία και τη διεύθυνση του υπεύθυνου επεξεργασίας και του τυχόν εκπροσώπου του. Η συγκατάθεση μπορεί να ανακληθεί οποτεδήποτε, χωρίς αναδρομικό αποτέλεσμα» (άρθρο 2 του Ν. 2472/1997), «Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται στην, εν όλω ή εν μέρει, αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, καθώς και στη μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων, τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης από: α) δημόσιους φορείς ή β) ιδιωτικούς φορείς, εκτός και εάν η επεξεργασία πραγματοποιείται από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικής ή οικιακής δραστηριότητας (άρθρο 2 του Ν. 4624/2019). Στα προσωπικά δεδομένα εντάσσονται και φωτογραφίες ενός προσώπου, οι δημοσιεύσεις δε τέτοιων φωτογραφιών στο διαδίκτυο, δηλαδή με ανάρτηση τους σε διαδικτυακούς τόπους (όπως στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης – διαδικτυακό τόπο επικοινωνίας «Facebook»), συνιστούν ιδιαίτερες και διακριτές μορφές επεξεργασίας και δη αυτών της «καταχώρισης» και της «διάδοσης» προσωπικών δεδομένων του υποκειμένου που η φωτογραφία αφορά. Εξάλλου, και όσον αφορά στο θέμα αν μέσω της δημοσίευσης προσωπικών δεδομένων σε διαδικτυακούς τόπους, υπάρχει επεξεργασία (διάδοση) των δεδομένων αυτών, έχει κριθεί σχετικώς ότι η έννοια της επεξεργασίας τέτοιων δεδομένων περιλαμβάνει κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιούνται με ή χωρίς τη Βοήθεια αυτοματοποιημένων διαδικασιών και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα καθώς και ότι η εργασία που συνίσταται στην αναγραφή σε ιστοσελίδα του διαδικτύου δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί τέτοια επεξεργασία και μάλιστα αυτοματοποιημένη, εν όλω ή εν μέρει. Ειδικώς για το θέμα του αυτοματοποιημένου ή μη της επεξεργασίας σ` αυτήν την περίπτωση, πρέπει να τονιστεί ότι η αναγραφή στοιχείων σε ιστοσελίδα του διαδικτύου προϋποθέτει, σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες σήμερα τεχνικές και μηχανογραφικές διαδικασίες, την εκτέλεση μιας εργασίας τοποθετήσεως της σελίδας αυτής σε ένα διακομιστή του διαδικτύου (server), καθώς και τις αναγκαίες εργασίες για να μπορούν να έχουν πρόσβαση στη σελίδα αυτή τα πρόσωπα που συνδέονται με το διαδίκτυο, οπότε οι εργασίες αυτές πραγματοποιούνται, τουλάχιστον εν μέρει, κατά τρόπο αυτοματοποιημένο (ΑΠ 1564/2010, ΑΠ 2638/2008, ΑΠ 2079/2007 ΝΟΜΟΣ, Αποφ. Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα 73/2013, 44/2009 και 17/2008). Ομοίως, ενόψει των τεχνικών μεθόδων που ακολουθούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η καταχώρηση και δημοσίευση/διάδοση των δεδομένων αυτών από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συνιστά επεξεργασία εν μέρει αυτοματοποιημένη, ο δε χρήστης αναλαμβάνει την ευθύνη του υπεύθυνου επεξεργασίας δεδομένων, ο οποίος αποκαλύπτει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε έναν άλλο υπεύθυνο επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, δηλαδή την υπηρεσία κοινωνικής δικτύωσης και σε τρίτους, δηλαδή σε άλλους χρήστες της εν λόγω υπηρεσίας ή ενδεχομένως ακόμα και σε άλλους υπεύθυνους επεξεργασίας δεδομένων με πρόσβαση στο διαδίκτυο (βλ. σχετ. Αποφ. Α.Π.Δ.Π.Χ. 17/2016 ΝΟΜΟΣ). Σε περίπτωση δε παραβίασης των ανωτέρω διατάξεων εφαρμογή έχουν οι διατάξεις των άρθρων 57, 59, 299, 932 ΑΚ από τις οποίες συνάγεται ότι σε περίπτωση που ο υπεύθυνος επεξεργασίας προκαλεί ηθική βλάβη στο υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων, η ευθύνη του πρώτου για χρηματική ικανοποίηση του τελευταίου είναι νόθος αντικειμενική και προϋποθέτει: α) συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη) που παραβιάζει τις διατάξεις του ν. 4624/2019 ή (και) των κατ` εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών κανονιστικών πράξεων της Αρχής, β) ηθική Βλάβη, γ) αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της συμπεριφοράς και της ηθικής βλάβης και δ) υπαιτιότητα, ήτοι γνώση ή υπαίτια άγνοια των περιστατικών που συνιστούν την παράβαση. Η ύπαρξη υπαιτιότητας τεκμαίρεται, και ως εκ τούτου ο υπεύθυνος επεξεργασίας, προκειμένου να απαλλαγεί από την ευθύνη του, έχει το Βάρος να αποδείξει ότι ανυπαιτίως αγνοούσε τα θεμελιωτικά του πταίσματός του πραγματικά γεγονότα.
II. Σύμφωνα με το άρθρο μόνον παρ. 1 του Ν. 1178/1981 «περί αστικής ευθύνης του τύπου», ο ιδιοκτήτης παντός εντύπου υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση για την παράνομη περιουσιακή ζημία καθώς και σε χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που προξενήθηκαν υπαίτια με δημοσίευμα το οποίο θίγει την τιμή και την υπόληψη κάθε ατόμου, έστω και αν η κατά το άρθρο 914 ΑΚ υπαιτιότητα, η κατά το άρθρο 919 πρόθεση και η κατά το άρθρο 920 ΑΚ γνώση ή υπαίτια άγνοια συντρέχει στο πρόσωπο του συντάκτη του δημοσιεύματος ή αν αυτός είναι άγνωστος στον εκδότη ή το διευθυντή σύνταξης του εντύπου. Εξάλλου, κατά την παρ. 5 του ίδιου ως άνω άρθρου (όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 37 παρ. 2 του Ν. 4356/2015 και ισχύει από την 24-12-2015, βλ. αρθρ. 69 του ίδιου νόμου) «ο αδικηθείς, πριν ασκήσει αγωγή για την προσβολή που υπέστη, υποχρεούται να καλέσει με έγγραφη εξώδικη πρόσκλησή του τον ιδιοκτήτη του εντύπου ή όταν αυτός είναι άγνωστος τον εκδότη ή το διευθυντή σύνταξής του, να αποκαταστήσει την προσβολή με την καταχώριση σε αυτό κειμένου που του υποδεικνύει. Στο κείμενο αυτό, προσδιορίζονται και οι λέξεις ή φράσεις που θεωρήθηκαν προσβλητικές και πρέπει να ανακληθούν και οι λόγοι για τους οποίους η συγκεκριμένη αναφορά υπήρξε προσβλητική. Η αποκατάσταση θεωρείται ότι επήλθε αν ο ιδιοκτήτης του εντύπου, άλλως ο εκδότης ή ο διευθυντής σύνταξης αυτού, εντός διαστήματος δέκα (10) ημερών ή σε κάθε περίπτωση στο αμέσως επόμενο τεύχος: α) ανακαλέσει ρητά την προσβολή με την παραπάνω δημοσίευση που γίνεται στην ίδια ή, αν δεν υπάρχει αυτή, σε ανάλογη θέση και φύλλο της αντίστοιχης ημέρας κυκλοφορίας της εφημερίδας που είχε καταχωριστεί η αρχή του επιλήψιμου δημοσιεύματος και σε έκταση και μέγεθος ανάλογο με το τελευταίο και β) κοινοποιήσει στον αδικηθέντα το ως άνω δημοσίευμα αποκατάστασης. Η παρέλευση άπρακτου διαστήματος δέκα (10) ημερών ή η μη δημοσίευση στο αμέσως επόμενο τεύχος θεωρείται άρνηση εκ μέρους του ιδιοκτήτη ή εκδότη του εντύπου. Η παράλειψη της παραπάνω διαδικασίας έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης. Η αγωγή αποζημίωσης της παρ. 2 πρέπει να ασκηθεί εντός (6) μηνών από την πάροδο της προθεσμίας των δέκα (10) ημερών ή της ρητής αρνητικής απάντησης, εφόσον αυτή έχει δοθεί νωρίτερα ή από την έκδοση του αμέσως επόμενου τεύχους». Οι προαναφερόμενες διατάξεις του Ν. 1178/1981 εφαρμόζονται αναλόγως και επί προσβολών της προσωπικότητας οι οποίες συντελούνται στο διαδίκτυο, μέσω ηλεκτρονικών ιστοσελίδων ή άλλων ιστοτόπων (blogs) που λειτουργούν ως διεθνές μέσο διακίνησης πληροφοριών, δεδομένου ότι για τις προσβολές αυτές δεν υπάρχει ιδιαίτερο θεσμικό πλαίσιο και η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με την αναλογική εφαρμογή της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας για τις προσβολές της προσωπικότητας μέσω του έντυπου (εφημερίδες, περιοδικά) ή του ηλεκτρονικού (τηλεόραση, ραδιόφωνο) τύπου, αφού η ραγδαία αναπτυσσόμενη πληροφόρηση που προσφέρεται από το διαδίκτυο σε πολυμεσική μορφή (multimedia) καθιστά το χρήστη του διαδικτύου εκτός των άλλων και αποδέκτη πληροφοριών ενώ κάνει το διαδίκτυο να προσομοιάζει με μιας νέας μορφής τηλεόραση (ΑΠ 1701/2013, ΕφΑθ 1065/2016, ΕφΑθ 1442/2015 ΝΟΜΟΣ). Επομένως και επί προσβολής προσωπικότητας που συντελείται με δημοσίευμα στο διαδίκτυο, ο αδικηθείς, πριν την έγερση της σχετικής αγωγής του, οφείλει να τηρήσει την προΒλεπόμενη στην παρ. 5 του άρθρου μόνου του Ν. 1178/1981 προδικασία με επίδοση έγγραφης πρόσκλησης προς τον κάτοχο – διαχειριστή της ιστοσελίδας ή του λογαριασμού κοινωνικής δικτύωσης στον οποίο αναρτήθηκε το προσβλητικό δημοσίευμα. Η υποχρέωση τήρησης της παραπάνω προδικασίας και στις περιπτώσεις προσβολών προσωπικότητας μέσω του διαδικτύου συνάγεται και από την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4356/2015, κατά την οποία, σκοπός της ως άνω ρύθμισης είναι η αποτελεσματική εφαρμογή των δικαιωμάτων που απορρέουν από το άρθρο 14 παρ. 5 του Συντ. όσον αφορά στις περιπτώσεις προσβολών μέσω του τύπου από τις οποίες γεννώνται αξιώσεις χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης με την σύνδεσή τους με τη διαδικασία εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς. Ειδικότερα, σύμφωνα με την παρ. γ` του πέμπτου κεφαλαίου της ως άνω αιτιολογικής έκθεσης «….. Αν μετά την άσκηση του δικαιώματος επανόρθωσης – ως ειδικής έκφανσης του δικαιώματος απάντησης (του άρθρου 14 παρ. 5 του Συντ.) – ακολουθήσει αποκατάσταση της Βλάβης του αγαθού, τότε δε διατηρείται η κατ’ άρθρο 932 του ΑΚ αξίωση-έννομη συνέπεια που αναμένεται να λειτουργήσει ως ισχυρό κίνητρο για την γρήγορη και πλήρη αποκατάσταση του θίγόμενου από την άλλη πλευρά». Υπό τα δεδομένα αυτά και ενόψει του προρρηθέντος σκοπού που επιτελεί η εν λόγω ρύθμιση δεν δικαιολογείται απόκλιση στις περιπτώσεις που η προσβολή λαμβάνει χώρα μέσω ηλεκτρονικής ιστοσελίδας ή ακόμα και μέσω προσωπικού λογαριασμού που τηρείται σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, όταν μάλιστα αυτή (προσβολή) προέρχεται από τον ίδιο το χρήστη και διαχειριστή της ιστοσελίδας ή του λογαριασμού, ο οποίος εξομοιώνεται με τον ιδιοκτήτη του εντύπου (ΠΠρΑθ 3920/2017 αδημ.).
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αντίθετη άποψη, κατά την οποία στις προσβολές μέσω διαδικτύου εφαρμόζεται μεν αναλογικά ο Ν. 1178/1981, χωρίς ωστόσο να είναι αναγκαία και η τήρηση της προδικασίας του άρθρου μόνου παρ. 5 αυτού δεν κρίνεται συστηματικά ορθή, διότι αν και αναγνωρίζει ότι ο ιδιοκτήτης ιστοσελίδας, όπως και ο ιδιοκτήτης εντύπου, υπέχει αντικειμενική ευθύνη έναντι του θίγόμενου από το προσβλητικό δημοσίευμα, εντούτοις εξαιρεί αδικαιολόγητα αυτόν από τη δυνατότητα εξωδικαστικής επανόρθωσης. Εξάλλου, το επιχείρημα της ως άνω άποψης ότι ο αριθμός των ιστοσελίδων στις οποίες μπορεί να αναδημοσιευθεί το προσβλητικό δημοσίευμα είναι υπέρογκος με συνέπεια να είναι ιδιαιτέρως δυσχερής ο εντοπισμός τους και αντίστοιχα να είναι αλυσιτελές να απαιτείται από τον θίγόμενο να κοινοποιεί εξώδικο προς τον ιδιοκτήτη της ιστοσελίδας πριν την άσκηση της σχετικής αγωγής του, παραγνωρίζει το γεγονός ότι και ένα έντυπο προσβλητικό δημοσίευμα δύναται στη συνέχεια να αναπαραχθεί σε απεριόριστο αριθμό άλλων εντύπων, ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών ή και ιστοσελίδων ενώ παραβλέπει επίσης και το γεγονός ότι ο νομοθέτης δεν αξιώνει από τον θίγόμενο να αποστείλει σχετική εξώδικη πρόσκληση σε κάθε ιδιοκτήτη κάθε εντύπου και κάθε ιστοσελίδας στα οποία δημοσιεύθηκε το προσβλητικό δημοσίευμα αλλά μόνον σε εκείνον τον ιδιοκτήτη εντύπου ή ιστοσελίδας κατά του οποίου επιθυμεί να ασκήσει τη σχετική αγωγή του.
Με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων ισχυρίζεται ότι η εναγομένη στις 10.01.2019 προέβη, χωρίς τη συγκατάθεσή του, σε δημοσίευση στην ιστοσελίδα κοινωνική δικτύωσης «facebook» και στο προφίλ χρήστη με όνομα «………» της φωτογραφικής απεικόνισης του ίδιου και του οχήματος της ιδιοκτησίας του, στην οποία απεικονίζονταν να έχει καταλάβει με το όχημά του μέρος θέσης στάθμευσης αυτοκινήτων στον ιδιωτικό χώρο στάθμευσης του super market «………» επί της Λ. ……….. που προορίζονταν για άτομα με αναπηρία. Ότι, τη φωτογραφία του αυτή τη συνόδευε με κείμενο το οποίο ήταν προσβλητικό και απαξιωτικό της τιμής και της προσωπικότητάς του. Ότι, μέσω της, χωρίς τη συγκατάθεσή του, ανάρτηση της φωτογραφίας του (εικόνας του) και του οχήματος του στο διαδίκτυο, όπου και ήταν ορατές από απεριόριστο αριθμό ατόμων αλλά και από το προσβλητικό και δυσφημιστικό κείμενο που συνόδευε την φωτογραφία προσβλήθηκε η τιμή και η προσωπικότητά του και υπέστη ηθική βλάβη. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί, μετά τον περιορισμό του καταψηφιστικού του αιτήματος (άρθρ. 223, 294, 297 ΚΠολΔ) με τις νομίμως κατατεθειμένες προτάσεις του και με δήλωση του. πληρεξουσίου δικηγόρου του που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως: α) να υποχρεωθεί η εναγομένη να άρει την προσβολή της προσωπικότητάς του και συγκεκριμένα να διαγράψει από το λογαριασμό που διατηρεί στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης «facebook» την επίδικη ανάρτηση της, ήτοι την φωτογραφία που απεικονίζει τον ίδιο και το όχημά του, με την απειλή χρηματικής σε Βάρος της ποινής 5.000 ευρώ και προσωπικής κράτησης διάρκειας 1 έτους, Β) να αναρτήσει στο λογαριασμό που διατηρεί στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης «facebook» τον αριθμό της απόφασης που θα εκδοθεί και το διατακτικό αυτής, με την απειλή χρηματικής σε βάρος της ποινής 5.000,00 ευρώ και προσωπικής κράτησης διάρκειας 1 έτους, γ) να υποχρεωθεί η εναγόμενη να παραλείπει στο μέλλον κάθε όμοια προσβολή της προσωπικότητάς του, με την απειλή χρηματικής σε Βάρος της ποινής 5.000,00 ευρώ και προσωπικής κράτησης διάρκειας 1 έτους και δ) να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει το ποσό των 40.000,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Τέλος, ζητεί να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή η απόφαση που θα εκδοθεί, να απαγγελθεί σε Βάρος της εναγομένης προσωπική κράτηση διάρκειας 1 έτους, καθώς και να καταδικαστεί αυτή στη δικαστική του δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, τό οποίο είναι καθ` ύλην και κατά τόπον αρμόδιο να την εκδικάσει (άρθρ. 18, 22 ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών που αφορούν σε προσβολές από δημοσιεύματα ή ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές (άρθρ. 614 αρ. 7 ΚΠολΔ). Κατά το μέρος, όμως, που επιχειρείται να θεμελιωθεί στο δυσφημιστικό κείμενο που έχει καταχωρηθεί στην ιστοσελίδα κοινωνική δικτύωσης «facebook», αυτή τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη, διότι, όπως προκύπτει από την επισκόπηση του φακέλου της δικογραφίας, ο ενάγων δεν τήρησε την προΒλεπόμενη στο άρθρο μόνον παρ. 5 του Ν. 1178/1981 νόμιμη προδικασία, ως οφείλε, ενόψει και του χρόνου καταθέσεως της αγωγής την 21.05.2019, σύμφωνα και με τα αναλυτικός εκτιθέμενα στη νομική σκέψη που προηγήθηκε. Ειδικότερα, ο ενάγων δεν προσκομίζει αλλά ούτε και επικαλείται με τις προτάσεις του έκθεση επίδοσης από την οποία να προκύπτει ότι πριν την άσκηση της υπό κρίση αγωγής του, κάλεσε εγγράφως την εναγομένη, κάτοχο του προφίλ χρήστη με όνομα «………» στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης «facebook», στον οποίο δημοσιεύτηκε το επίδικο κείμενο, προκειμένου να αποκαταστήσει την επικαλούμενη προσβολή του. Περαιτέρω, κατά το μέρος που η αγωγή επιχειρείται να θεμελιωθεί στις διατάξεις περί προσβολής προσωπικότητας λόγω της παράνομης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, είναι επαρκώς ορισμένη, πλην του αιτήματος περί παράλειψης παρόμοιων προσβολών στο μέλλον, καθόσον προϋπόθεση της αξίωσης παράλειψης της προσβολής της προσωπικότητας στο μέλλον είναι, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη βάσιμης απειλής επικείμενης προσβολής, καθώς και η επίκληση στην αγωγή πραγματικών περιστατικών από τα οποία να προκύπτει η ύπαρξη της βάσιμης αυτής απειλής και του πραγματικού κινδύνου επικείμενης προσβολής της προσωπικότητας του προσβληθέντος, περιστατικά τα οποία ουδόλως επικαλείται ο ενάγων στη συγκεκριμένη περίπτωση. Επιπλέον, η αγωγή είναι νόμιμη στηριζόμενη στις προαναφερόμενες στη μείζονα σκέψη της παρούσας διατάξεις καθώς και σε αυτές των άρθρων 57, 59, 299, 330, 346, 914, 932 ΑΚ, και 176, 907, 908, 946, 1047 ΚΠολΔ. Συνεπώς, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, η αγωγή πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική Βασιμότητά της, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το υπ’ αριθμ. ……….. e- παράβολο και την από 29.01.2020 πληρωμή αυτού).
Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν νόμιμα στο ακροατήριο και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου τούτου, από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, καθώς και από τις υπ’ αριθμ. …../29.01.2020 και …../29.01.2020 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών, που επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της εναγομένης (Βλ. την υπ’ αριθμ. ……/23.01.2020 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών ……..) και τις υπ’ αριθμ. …../13.01.2020, …../13.01.2020, …../13.01.2020 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, την υπ’ αριθμ. …./13.01.2020 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου ……….. και την υπ’ αριθμ. …./21.01.2010 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, που επικαλείται και προσκομίζει η εναγομένη μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλητευση του ενάγοντος (βλ. τις υπ’ αριθμ. …../08.01.2020 και …./14.01.2020 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών ……… αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 10.01.2019 ο ενάγων μετέβη στο super market «……..» επί της Λεωφ. ………… και στάθμευσε το όχημά του στον ιδιωτικό χώρο στάθμευσης του καταστήματος καταλαμβάνοντας μέρος θέσης στάθμευσης, η οποία προορίζονταν για άτομα με αναπηρία, φέρουσα μάλιστα και την σχετική ένδειξη. Την ώρα που εξέρχονταν του οχήματος του τον πλησίασε η εναγόμενη, η οποία άρχισε να τον επιπλήττει και να τον επικρίνει με ύφος επιθετικό για την παράνομη αυτή, ως αντικείμενη στις διατάξεις του Κ.Ο.Κ και τιμωρούμενη με διοικητικές κυρώσεις, συμπεριφορά του, ήτοι της κατάληψης της συγκεκριμένης θέσης η-1 στάθμευσης που προορίζονταν για τα άτομα με αναπηρία. Κατά τον μεταξύ τους διαπληκτισμό, ο οποίος ακολούθησε της επίπληξης της εναγομένης, η τελευταία είπε μεταξύ άλλων στον ενάγοντα: «τώρα θα δεις τι θα σου κάνω θα σε φωτογραφίσω και θα σε ανεβάσω στο ίντερνετ» και πράγματι κάνοντας χρήση του κινητού τηλεφώνου της προέβη στην φωτογραφική απεικόνιση του ίδιου και του οχήματος του, παρά το γεγονός ότι ο ενάγων της απαγόρευσε ρητά την φωτογράφισή του. Την ίδια δε ημέρα και, μετά τα όσα διαδραματίστηκαν ανάμεσα στους διαδίκους στον ιδιωτικό χώρο στάθμευσης του ως άνω καταστήματος, η εναγομένη ανήρτησε στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης «facebook» και στο προφίλ που διατηρεί σ’ αυτή με όνομα χρήστη «………..» φωτογραφία του ενάγοντος, στη λήψη της οποίας είχε η ίδια προΒεί, ως προελέχθη, στην οποία απεικονίζονταν ο ίδιος και το όχημά αυτού χωρίς να έχει αποκρύψει ούτε το πρόσωπό του ούτε τον αριθμό κυκλοφορίας του οχήματος του. Την φωτογραφία δε αυτή συνόδευε το εξής κείμενο: «Ο κύριος της φωτογραφίας (κύριος τρόπος του λέγειν) πάρκαρε το αυτοκίνητο του σε θέση για ΑΜΕΑ. Εγώ μόλις είχα τελειώσει τα ψώνια του σούπερ μάρκετ κ έσερνα το Βαρύ καρότσι.. Τον ρώτησα λοιπόν -με το που βγήκε από το αυτοκίνητο κ Βεβαιώθηκα πως δεν είναι ανάπηρος- γιατί, ενώ υπάρχει πληθώρα θέσεων, παρκάρει σε εκείνη τη θέση. Η απάντηση αναμενόμενη: 1. Έχω αφήσει χώρο 2. Τι σας νοιάζει; Του εξήγησα (όχι ότι κατάλαβε) ότι χρειάζεται τόσο μεγάλο πλάτος σε αυτές τις θέσεις γιατί κατεβαίνει ραμπίτσα από το αυτοκίνητο για να μπει το καροτσάκι. Δεν πτοήθηκε. Τελοσπάντων, έβγαλα (μπροστά του εννοείται) το κινητό κ του είπα πως θα Βγάλω φωτο το αυτοκίνητό του. Μου είπε πως μου απαγορεύει, μου εξήγησε -με γνωστή χειρονομία- τί θα μου κάνει αν το κάνω. Του απάντησα πως γιαυτό φτάσαμε εκεί που φτάσαμε ως χώρα. Πάλι δεν το κατάλαβε. Μάλιστα θύμωσε που πιστεύω πως εκείνος μπορεί να επηρεάζει όλη τη χώρα. Του είπα επίσης πως κρίμα για τα παιδιά του που έχουν τέτοιο παράδειγμα. Κ όταν άρχισε να φωνάζει πως μπορεί να είναι κ ανάπηρος κ να χει σύνταξη αναπηρίας «οπότε θα δεις τι θα πάθεις», δεν παρέλειψα να τον ενημερώσω πως τώρα όντως κατάλαβα γιατί πάρκαρε σε θέση αναπήρων. Μόνο που η δική του αναπηρία δεν φαινόταν από την αρχή. Με αυτά και με αυτά, ζητώ την Βοήθεια σας να τον μάθει όλη η Αττική – τουλάχιστον. Πάμε λοιπόν! Κοινοποιούμε!!! ΠιΕς: Τον ίδιο έλεγα να τον κάνω crop αλλά μιας κ με απείλησε αρκετά, αν με βρείτε τεμαχισμένη, να ξέρετε ποιος το έκανε», το οποίο βρίθει δυσμενών κρίσεων και σχολίων που προσβάλουν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος και δημιουργούν αρνητικό κλίμα σε Βάρος του. Η ως άνω δημοσίευση, η οποία περιείχε προσωπικά δεδομένα του ενάγοντος, ήτοι την φωτογραφική απεικόνιση του προσώπου του και του αριθμού κυκλοφορίας του οχήματος του, παρέμεινε καταχωρημένη με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να αναγνωστει από τον οποιονδήποτε, δεδομένου ότι το προφίλ της εναγόμενης στην ως άνω ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης είναι δημόσιο υπό την έννοια της ελεύθερης πρόσβασης σε αυτό κάθε χρήστη του ως άνω διαδικτυακού τόπου, και να μπορεί ο οποιοσδήποτε να ταυτοποιήσει τον ενάγοντα, τουλάχιστον μέχρι τον μήνα Ιούνιο του έτους 2019, ότε και μετά την άσκηση της υπό κρίση αγωγής, η εναγόμενη προέβη στην απόκρυψη του προσώπου αυτού και του αριθμού κυκλοφορίας του οχήματος του στην επίδικη φωτογραφία, η οποία ’ σε κάθε περίπτωση εξακολουθεί να είναι αναρτημένη υπό την νέα αυτή επεξεργασμένη μορφή της στο προφίλ της εναγόμενης στην ως άνω ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης. Με τη δημοσίευση της ως άνω φωτογραφίας του ενάγοντος σε συνδυασμό με την γνωστοποίηση του αριθμού κυκλοφορίας του οχήματος της πλήρους ιδιοκτησίας του η εναγομένη παραβίασε τις διατάξεις του Ν. 4624/2019 για την προστασία του ατόμου από την επεξεργασία απλών προσωπικών δεδομένων, προσβάλλοντας το απόλυτο δικαίωμα στην προσωπικότητά του καί ειδικότερα την πληροφοριακή του αυτοδιάθεση και το απόρρητο της ιδιωτικής του ζωής. Ειδικότερα, η εναγομένη με την επίδικη ανάρτησή της προέβη σε ανεπίτρεπτη επεξεργασία των ως άνω απλών δεδομένων που αφορούσαν στο πρόσωπο του ενάγοντος, υπό την έννοια της δημοσίευσης/διάδοσης στο διαδίκτυο κατά τρόπο εν μέρει αυτοματοποιημένο, παρά την ρητή απαγόρευσή του, όπως και η ίδια ομολογεί στο κείμενο με το οποίο συνόδευσε την επίδικη φωτογραφία. Περαιτέρω, η εναγομένη ισχυρίζεται ότι η συμπεριφορά της ήταν σύννομη, καθόσον η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος ήταν απαραίτητη για τους σκοπούς του έννομου συμφέροντος που επεδίωκε, το οποίο συνίστατο στη δημόσια καταγγελία της παράνομης πράξης του ενάγοντος και στην προστασία της σωματικής της ακεραιότητας από τις απειλές του ενάγοντος σε βάρος της, και ότι έναντι αυτού του συμφέροντος της δεν υπερισχύει το συμφέρον ή τα θεμελιώδη δικαιώματα και οι ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων που επιβάλλουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατ’ εφαρμογή του άρθρ. 6 στοιχ. στ’ του Γενικού Κανονισμού Προσωπικών Δεδομένων. Ο ισχυρισμός αυτός της εναγόμενης κρίνεται απορριπτέος ως κατ’ ουσίαν αβάσιμος. Και τούτο διότι η επεξεργασία στην οποία προέβη η εναγομένη δεν ήταν απαραίτητη και αναγκαία για την καταγγελία της παράνομης συμπεριφοράς του ενάγοντος, καθόσον είχε τη δυνατότητα να ακολουθήσει τις νόμιμες διαδικασίες και να απευθύνει την καταγγελία της στις αρμόδιες αρχές, σύμφωνα και με το άρθρο 42 ΚΠΔ, ή και σε άλλους φορείς που ως έργο τους έχουν την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εν γένει, είτε να αρκεστεί σε ηπιότερα μέσα, όπως στην απλή καταγραφή του επίδικου συμβάντος και στην άσκηση της όποιας κριτικής απέναντι σ` αυτό στην ως άνω ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης, χωρίς να πλήξει τον πυρήνα του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος προστασίας της ιδιωτικής ζωής του ενάγοντος και της εικόνας του, χωρίς δηλαδή την δημοσίευση της φωτογραφικής απεικόνισης αυτού και του οχήματος του, ενώ σε κάθε περίπτωση οι στόχοι της ουδόλως επιτυγχάνονται μέσω της ανάρτησης στο διαδίκτυο μίας φωτογραφίας που απεικονίζει μία παραβατική ως αντικείμενη στις διατάξεις του Κ.Ο.Κ. συμπεριφορά συνοδευόμενη μάλιστα από προσβλητικά της προσωπικότητας του εικονιζόμενου προσώπου σχόλια. Επιπλέον, δεν αποδείχθηκε ότι ο εναγών προέβη σε απειλές εναντίον της σωματικής της ακεραιότητας, ώστε να υφίσταται ανάγκη προστασίας της έναντι αυτών, η οποία προστασία μάλιστα θα μπορούσε να επιτευχθεί με την φωτογραφική απεικόνισή του προσώπου του ενάγοντος και του οχήματος του στην ως άνω ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης, ισχυρίζεται η εναγόμενη ότι τυγχάνει εφαρμογής εν προκεψένω και το άρθρο 28 παρ. 1 στοιχ. γ` του Ν. 4624/2019, το οποίο προβλέπει ότι: «Στον βαθμό που είναι αναγκαίο να συμβιβαστεί το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένης της επεξεργασίας για δημοσιογραφικούς σκοπούς και για σκοπούς ακαδημαϊκής, καλλιτεχνικής ή λογοτεχνικής έκφρασης, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται όταν: … γ) υπερέχει το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και το δικαίωμα της πληροφόρησης έναντι του δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του υποκειμένου, ιδίως για θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος …» με συνέπεια να είναι επιτρεπτή η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος, καθόσον υπερέχει το δικαίωμά της προς πληροφόρηση του κοινού για το θέμα του σεβασμού των χώρων στάθμευσης που προορίζονται για τα άτομα με αναπηρία ως θέμα γενικότερου ενδιαφέροντος. Η επεξεργασία στην οποία προέβη η εναγόμενη δεν υπαγορευόταν από οποιαδήποτε αδήριτη ανάγκη προς πληροφόρηση του κοινού, στο οποίο απευθύνεται μέσω της ως άνω ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης, η οποία πληροφόρηση σε κάθε περίπτωση μπορούσε να επιτευχθεί με ηπιότερο μέσο, χωρίς να θιγεί το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής του ενάγοντος και του απόρρητου του Βίου του. Οφείλε, επομένως, η εναγόμενη να διασφαλίσει την τήρηση της ανωνυμίας του ενάγοντος αντί να επιτρέψει την παράθεση των στοιχείων της ατομικότητάς του, να αποφύγει την προβολή της εικόνας του και να αρκεστεί απλώς στην καταγραφή του επίδικου συμβάντος. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη τα συγκρουόμενα στη συγκεκριμένη περίπτωση έννομα αγαθά, η δημοσίευση των ως άνω απλών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα του ενάγοντος δεν ήταν αναγκαία για την ικανοποίηση του δικαιώματος που ισχυρίζεται ότι επεδίωκε η εναγομένη, ως υπεύθυνη της επεξεργασίας των επίδικων προσωπικών δεδομένων, ήτοι της ενημέρωσης της κοινής γνώμης στο πλαίσιο του δικαιώματος της ελευθερίας έκφρασης και πληροφόρησης. Από το ίδιο το κείμενο με το οποίο συνοδέυσε την επίδικη φωτογραφία αποδεικνύεται ότι η δημοσίευση των απλών προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος δεν έγινε για την πληροφόρηση των πολιτών αναφορικά με ένα θέμα γενικού ενδιαφέροντος, όπως είναι εν προκειμένω ο σεβασμός στους χώρους στάθμευσης που προορίζονται για τα άτομα με αναπηρία, αλλά για την ανεπίτρεπτη ικανοποίηση της αδηφάγου περιέργειας του κοινού και την δημόσια διαπόμπευση του ενάγοντος, αφού η ίδια προέτρεπε το κοινό στο οποίο απευθύνονταν «να τον μάθει (ενάγοντα) όλη η Αττική τουλάχιστον» μέσω της περαιτέρω κοινοποίησης της επίδικης ανάρτησής της, γεγονότα που καταδεικνύουν την απουσία αναγκαιότητας για την ικανοποίηση του συμφέροντος και δικαιώματος που επικαλείται ότι επεδίωκε η εναγομένη. Υπό τα δεδομένα αυτά, η ως άνω ενέργεια της εναγομένης αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας που διατρέχει την όλη δικαστική διαδικασία και αποτελεί θεμελιώδη κανόνα επίλυσης της σύγκρουσης και άρσης των αξιολογικών αντινομιών που προκύπτουν από την συγκατοχύρωση «ανταγωνιστικών» ατομικών δικαιωμάτων. Συνεπώς, όεν αποδεικνύεται ότι υπήρχε ανάγκη δημοσιοποίησης των ως άνω προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος, με την οποία θίχθηκε καίρια η ιδιωτική ζωή και η προσωπικότητά του, καθώς η επίδικη ανάρτηση τον έθεσε σε δημόσια ανυποληψία. Ως εκ τούτου και με δεδομένο ότι δεν συντρέχει εν προκειμένω η προΒλεπόμενη από την ως άνω επικαλούμενη από την εναγομένη διάταξη του άρθρ. 6 παρ. 1 στοιχ. στ’ του Γενικού Κανονισμού Προσωπικών Δεδομένων και του άρθρ. 28 παρ. 2 στοιχ. γ’ του ν. 4624/2019 που οδηγούν στην άρση του παρανόμου της δημοσίευσης αυτής, οι σχετικώς προΒληθείσες από την εναγομένη ενστάσεις, περί εννόμου συμφέροντος της, δικαιολογημένου ενδιαφέροντος αναλογικά εφαρμοζόμενου και περί πληροφόρησης της κοινής γνώμης, σχετικά με το ανωτέρω, μείζονος ενδιαφέροντος ζήτημα της προστασίας των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία αναφορικά με τις θέσεις στάθμευσης, πρέπει να απορριφθούν, ως κατ’ ουσίαν αΒάσιμες. Περαιτέρω, η ως άνω προσβολή οφείλεται σε υπαιτιότητα της εναγομένης, η οποία, γνωρίζοντας ότι προβαίνει σε παράνομη επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος και παρά την ρητή απαγόρευσή του για την καταγραφή της εικόνας του και την την επιγενόμενη δημοσίευση αυτής, τον εξέθεσε στο ευρύ κοινό και στον οικογενειακό και κοινωνικό του περίγυρο ως δράστη παραβίασης των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία. Άλλωστε, η εναγομένη, ως υπέχουσα σχετικώς το βάρος απόδειξης δεν ανέτρεψε την τεκμαιρόμενη υπαιτιότητά της, για την παράνομη προσβολή των προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος. Από την ως άνω παράνομη και υπαίτια ενέργεια της εναγομένης προκλήθηκε στον ενάγοντα ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας πρέπει να του επιδικαστεί χρηματική ικανοποίηση, η οποία λαμβανομένων υπόψη της έκτασης της προσβολής της εικόνας του, την προσβασιμότητα και επισκεψιμότητα της ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης στην οποία αναρτήθηκε η επίδικη φωτογραφία, τις επιπτώσεις της εν λόγω προσβολής στον οικογενειακό και κοινωνικό του βίο, τον βαθμό του πταίσματος της εναγομένης, τις συνθήκες τέλεσης της προσβολής και την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των μερών ανέρχεται στο εύλογο ποσό των 15.000,00 ευρώ. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση. Επιπλέον, για την αποκατάσταση της ηθική βλάβης του ενάγοντος πρέπει να υποχρεωθεί η εναγόμενη να δημοσιεύσει στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης «facebook» και ειδικότερα στο προφίλ που διατηρεί σ’ αυτή με όνομα χρήστη «………» ανάρτηση στην οποία θα αναφέρει τον αριθμό της παρούσας απόφασης, το διατακτικό αυτής και το γεγονός ότι σχετίζεται με την επίδικη ανάρτηση της στις 10.01.2019. Περαιτέρω, λόγω της διατήρησης της επίδικης ανάρτησης στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης «facebook» και ειδικότερα στο προφίλ που διατηρεί σ’ αυτή η εναγομένη με όνομα χρήστη «……..» πρέπει να υποχρεωθεί αυτή να άρει την προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος με διαγραφή της φωτογραφικής απεικόνισής του, απειλούμενης σε βάρος της χρηματικής ποινής 1.000,00 ευρώ και προσωπικής κράτησης διάρκειας 1 μηνός για την περίπτωση της μη εκτέλεσης της παρούσας απόφασης (άρθρο 946 ΚΠολΔ). Απορριπτέο ως κατ’ ουσίαν αβάσιμο κρίνεται το παρεπόμενο αίτημα για κήρυξη της παρούσας απόφασης προσωρινά εκτελεστής, καθόσον δεν κρίνεται ότι συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι που το επιβάλλουν, ούτε προκύπτει ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση μπορεί να προκαλέσει σημαντική ζημία στον ενάγοντα, καθώς και το παρεπόμενο αίτημα προσωπικής κράτησης της εναγόμενης, δεδομένου ότι το επιδικασθέν στον ενάγοντα ποσό υπολείπεται του προβλεπόμενου από το άρθρ. 1047 ΚΠολΔ ορίου. Τέλος, η εναγόμενη πρέπει να καταδικαστεί στην καταβολή μέρους των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, ανάλογα με την έκταση της ήττας τους (άρθρο 178 παρ. 1, 180 παρ. 3 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
ΔΕΧΕΤΑΙ κατά τα λοιπά εν μέρει την αγωγή.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγόμενη να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000,00) ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ τη δημοσίευση στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης «facebook» και ειδικότερα στο προφίλ που διατηρεί σ’ αυτή η εναγόμενη με όνομα χρήστη «………..» ανάρτησης στην οποία θα αναγράφεται ο αριθμός της παρούσας απόφασης, το διατακτικό αυτής και το γεγονός ότι σχετίζεται με την επίδικη ανάρτηση της εναγόμενης στις 10.01.2019.
ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ την εναγομένη να άρει την προσβολή της προσωπικότητας του ενάγοντος με τη διαγραφή από την ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης «facebook» και ειδικότερα από το προφίλ που διατηρεί σ’ αυτή με όνομα χρήστη «………..» της φωτογραφικής απεικόνισης του ενάγοντος.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εναγόμενη σε χρηματική ποινή χιλίων (1.000,00) ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας 1 μηνός για την περίπτωση μη εκτέλεσης της διάταξης αυτής της απόφασης.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην εναγόμενη μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 09.09.2020.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 11.11.2020.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ