Ανάρτηση Διαφημηστικών πινακίδων σε διατηρητέες προσόψεις μνημειακού συγκροτήματος στο κέντρο της Αθήνας.

 

 

Πρόεδρος: Α. Θεοφιλοπούλου (Αντιπρόεδρος ΣτΕ)
Εισηγητής: Χ. Λιάκουρας (Πάρεδρος ΣτΕ)
Δικηγόροι: Ν. Παπαχρήστος, Κ. Χριστοπούλου (Πάρεδρος ΝΣΚ),
B. Ευθυμιάδου

Οι ένδικες πινακίδες επί διατηρητέων προσόψεων κτηρίου στο κέντρο της Αθήνας, το οποίο έχει χαρακτηρισθεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, δηλώνουν μεν την ονομασία του εν λόγω κτιριακού συγκροτήματος, αποσκοπούν όμως στην προώθηση σε ευρύ κύκλο προσώπων του μηνύματος για τη θέση του μεγάρου αυτού ως εμπορικού, επαγγελματικού κ.λπ. κέντρου, που στεγάζει διάφορες εμπορικές και συναφείς χρήσεις, επομένως εμπίπτουν στην έννοια της υπαίθριας διαφήμισης του άρθρου 2 παρ. 9 ν. 2833/2000. Η κρίση αυτή της εκκαλουμένης είναι ορθή, δοθέντος ότι οι πινακίδες αυτές ουδόλως συνδέονται με την ιστορικότητα του κτηρίου και την παγιωθείσα στον χρόνο ονομασία του. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις δυσμενών διοικητικών πράξεων, οι οποίες εκδίδονται βάσει αντικειμενικών προϋποθέσεων, ασυνδέτως προς οποιαδήποτε υποκειμενική συμπεριφορά του προσώπου, του οποίου τα συμφέροντα θίγουν, δηλαδή σε περιπτώσεις, στις οποίες δεν απαιτείται κλήση του ενδιαφερομένου σε ακρόαση κατά τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος. Η πράξη χαρακτηρισμού υπαίθριας διαφήμισης ως αυθαίρετης εκδίδεται από την αρμόδια υπηρεσία του ΥΠΕΧΩΔΕ, δεν προβλέπεται δε διαφοροποίηση ως προς αυτό για διαφημίσεις που τοποθετούνται ή αναρτώνται σε διατηρητέα κτίρια.

[…] 2. Επειδή, με την έφεση αυτή ζητείται η εξαφάνιση της υπ΄ αριθ. 2577/2008 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη αίτηση ακυρώσεως της εκκαλούσας εταιρείας κατά της υπ΄ αριθ. …/12.6.2008 αποφάσεως του εντεταλμένου υπαλλήλου του Τμήματος Παραδοσιακών Οικισμών της Διευθύνσεως Πολεοδομικού Σχεδιασμού (Τμήμα Παραδοσιακών Οικισμών) του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ, με την οποία, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 2833/2000, χαρακτηρίσθηκαν ως αυθαίρετες δύο υπαίθριες διαφημιστικές πινακίδες στο κτίριο που βρίσκεται επί των οδών Ο1, Ο2, Ο3 και Ο4 στην Αθήνα και διετάχθη η εντός δεκαπενθήμερης προθεσμίας απομάκρυνσή τους. […]

4. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: σε αυτοψία που διενεργήθηκε στις 6.6.2008 από υπάλληλο του Τμήματος Παραδοσιακών Οικισμών της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ με την παρουσία υπαλλήλου της Εταιρείας Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας, διεπιστώθη η τοποθέτηση δύο διαφημιστικών πινακίδων της ήδη εκκαλούσας εταιρείας σε κτίριο που βρίσκεται επί των οδών Ο1, Ο2, Ο3 και Ο4 στην Αθήνα, συνετάγη δε η σχετική έκθεση αυτοψίας. Ειδικότερα, στην εν λόγω έκθεση αυτοψίας αναφέρεται ότι οι δύο αυτές πινακίδες διαστάσεων 4μ. x 1μ. με περιεχόμενο … και σήμα, έχουν τοποθετηθεί στην πρόσοψη του 4ου και 5ου ορόφου του ανωτέρω κτιρίου, αντίστοιχα. Εν όψει του ότι οι επιγραφές αυτές θεωρήθηκαν υπαίθριες διαφημιστικές πινακίδες, κατά την έννοια του άρθρου 2 παρ. 1 και 9 του ν. 2833/2000 και του ότι βρίσκονταν σε σημείο εντός του τμήματος της Αθήνας, που οριοθετείται κατά τις ανωτέρω διατάξεις και επομένως ήταν απαγορευμένη η τοποθέτησή τους, εξεδόθη η προαναφερομένη πράξη, με την οποία οι πινακίδες αυτές εχαρακτηρίσθηκαν αυθαίρετες και διετάχθη η απομάκρυνσή τους εντός δεκαπενθημέρου, αλλιώς ορίσθηκε η, άνευ άλλης διατύπωσης, αφαίρεσή τους από την αρμόδια προς τούτο Εταιρεία Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου το με το από 10.8.1981 πδ/γμα (Δ΄ 464) οι κύριες όψεις του εν λόγω κτιρίου έχουν χαρακτηρισθεί διατηρητέες, με τη δε ΥΠΠΟ/ΔΙΛ ΑΠ/Γ/1901/33661/24.7.1989 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού το κτίριο αυτό χαρακτηρίσθηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο.

5. Επειδή, όπως έχει παγίως κριθεί, η παρ. 1 του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (Α΄ 45), δεν έχει έδαφος εφαρμογής σε περιπτώσεις δυσμενών διοικητικών πράξεων, οι οποίες εκδίδονται βάσει αντικειμενικών προϋποθέσεων, ασυνδέτως προς οποιαδήποτε υποκειμενική συμπεριφορά του προσώπου, του οποίου τα συμφέροντα θίγουν, δηλαδή στις περιπτώσεις, στις οποίες δεν απαιτείται κλήση του ενδιαφερομένου σε ακρόαση κατά τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος (ΣτΕ 5505/2012, 3177/2008, 3882/2007, 1724/2005, 3134/2003, 3222/2000 κ.ά.). Στην προκειμένη περίπτωση, η απόφαση του Τμήματος Παραδοσιακών Οικισμών της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ, με την οποία χαρακτηρίσθηκαν ως αυθαίρετες οι εν λόγω διαφημιστικές πινακίδες, εκδόθηκε αποκλειστικά βάσει της αντικειμενικής διαπίστωσης της τοποθέτησής τους σε κτίριο, που βρίσκεται εντός του τμήματος της πόλης των Αθηνών που οριοθετείται με την παρ. 11 του άρθρου 2 του ν. 2833/2000, όπως ισχύει, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου αυτού, χωρίς να αποδίδεται στην εκκαλούσα εταιρεία οποιασδήποτε μορφής υπαιτιότητα και ασυνδέτως προς οποιαδήποτε υποκειμενική συμπεριφορά της. Ως εκ τούτου νομίμως εκρίθη με την εκκαλουμένη απόφαση ότι δεν επεβάλλετο από το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος ούτε από το άρθρο 6 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, κλήση της εκκαλούσας εταιρείας να εκφράσει τις απόψεις της πριν εκδοθεί η προσβαλλομένη απόφαση, ο δε λόγος εφέσεως με τον οποίο προβάλλονται τα αντίθετα είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

6. Επειδή, με την εκκαλουμένη απόφαση απερρίφθη ως αβάσιμος ο προβληθείς λόγος ακυρώσεως, σύμφωνα με τον οποίο οι επίμαχες πινακίδες δεν αποτελούν διαφημιστικές πινακίδες, κατά την έννοια του άρθρου 2 του ν. 2833/2000, αφού δεν αποσκοπούν σε διαφήμιση της εμπορικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας της εκκαλούσας εταιρείας ή των λοιπών φυσικών ή νομικών προσώπων που χρησιμοποιούν το κτίριο, αλλ΄ απλώς με αυτές υποδηλώνεται η ταυτότητα και η ονομασία του εν λόγω κτιρίου. Ο λόγος αυτός απερρίφθη με την αιτιολογία ότι οι προαναφερόμενες πινακίδες δηλώνουν μεν την ονομασία του επιμάχου κτιριακού συγκροτήματος, αποσκοπούν όμως στην προώθηση σε ευρύ κύκλο προσώπων του μηνύματος για τη θέση του μεγάρου αυτού, ως κέντρου εμπορικού, επαγγελματικού κ.λπ. χαρακτήρα, που στεγάζει διάφορες εμπορικές χρήσεις και συναφείς χρήσεις και επομένως, εμπίπτουν στην έννοια της υπαίθριας διαφήμισης του άρθρου 2 παρ. 9 του ν. 2833/2000. Η κρίση αυτή της εκκαλουμένης αποφάσεως είναι ορθή, δεδομένου μάλιστα ότι στην προκειμένη περίπτωση, δοθέντος του χαρακτηρισμού του επιμάχου κτιρίου ως διατηρητέου, οι προαναφερθείσες πινακίδες ουδόλως συνδέονται με την ιστορικότητα αυτού και την τυχόν παγιωθείσα στον χρόνο ονομασία του. Συνεπώς, ο περί του αντιθέτου λόγος εφέσεως απορρίπτεται ως αβάσιμος.

7. Επειδή, με το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως η εκκαλούσα εταιρεία είχε προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη πράξη έχει εκδοθεί κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοικήσεως και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, δεδομένου ότι αφ΄ ενός μεν η ανάρτηση των πινακίδων έλαβε χώρα τον Δεκέμβριο του έτους 2006, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σε αυτήν, λόγω της παρέλευσης 20 μηνών από τότε, η εύλογη πεποίθηση ότι η ως άνω ενέργειά της είναι νόμιμη, αφ΄ ετέρου δε λόγω του χαρακτηρισμού του επιμάχου κτιρίου ως διατηρητέου, για την τοποθέτηση των εν λόγω πινακίδων υπήρχε πρόβλεψη στα τοπογραφικά διαγράμματα που είχαν εγκριθεί από το έτος 2006 από το Υπουργείο Πολιτισμού, το οποίο και επιβεβαιώνεται από το προσκομιζόμενο στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο υπ΄ αριθ. …/5.8.2008 σχετικό έγγραφο του Διευθυντή της Διευθύνσεως Αναστήλωσης Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού και επομένως η Διοίκηση ήδη από το έτος 2006 είχε εγκρίνει την ένδικη τοποθέτηση. Ο λόγος αυτός απερρίφθη με την εκκαλουμένη απόφαση ως αβάσιμος, διότι η Διοίκηση δεν είχε εκφρασθεί στο παρελθόν, με ρητό και θετικό τρόπο, υπέρ του νομίμου της τοποθετήσεως των ανωτέρω πινακίδων, ο δε ισχυρισμός που αφορούσε την έγκριση της τοποθέτησης των πινακίδων αυτών από τον Υπουργό Πολιτισμού απερρίφθη ως απαράδεκτος καθ΄ όσον προβλήθηκε το πρώτον με το υπόμνημα, το οποίο κατέθεσε ή ήδη εκκαλούσα εντός της προθεσμίας που της είχε χορηγήσει ο Πρόεδρος του δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης. Με την κρινομένη έφεση η εκκαλούσα επαναλαμβάνει τον προβαλλόμενο ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου λόγο περί εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως σε αντίθεση με τις αρχές της χρηστής διοικήσεως και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Ειδικότερα, κατά το μέρος που ο λόγος αυτός απερρίφθη ως απαράδεκτος, η εκκαλούσα υποστηρίζει ότι η κρίση της εκκαλουμένης είναι εσφαλμένη, διότι ο προαναφερθείς ισχυρισμός, συνοδευόμενος από τα σχετικά στοιχεία, είχε ήδη προβληθεί ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου με το υπόμνημα που είχε καταθέσει η εκκαλούσα εν όψει της συζήτησης της αναστολής εκτελέσεως της προσβαλλομένης πράξεως. Ο λόγος αυτός εφέσεως απορρίπτεται ως αβάσιμος, δεδομένου ότι αφ΄ ενός μεν από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι η αρμόδια υπηρεσία της Διοικήσεως απεδέχθη με θετικές ενέργειες την τοποθέτηση των επίμαχων πινακίδων, αφ΄ ετέρου δε η με το δικόγραφο της αιτήσεως αναστολής προβολή του ισχυρισμού περί εγκρίσεως της εν λόγω τοποθετήσεως από τον Υπουργό Πολιτισμού δεν θεραπεύει την πλημμέλεια της μη προβολής του με το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως. Εξ άλλου εν όψει του πραγματικού της υποθέσεως, οποιαδήποτε έγκριση που δόθηκε για την τοποθέτηση των επίμαχων πινακίδων αφορούσε την μη εξ αυτών προκαλουμένη αλλοίωση ή βλάβη στον διατηρητέο χαρακτήρα του κτιρίου, όπου ευρίσκονται και δεν περιείχε και εκτίμηση από το αρμόδιο όργανο σχετικά με την τυχόν επιβάρυνση που αυτές επιφέρουν στο τμήμα της πόλης των Αθηνών, ως προς το οποίο ισχύουν οι προαναφερόμενες προστατευτικές διατάξεις.

8. Επειδή, προβάλλεται ότι η εκκαλουμένη απόφαση μη νομίμως απέρριψε σιωπηρώς τον προβληθέντα με την αίτηση ακυρώσεως λόγο ότι η προσβαλλομένη απόφαση του εντεταλμένου υπαλλήλου του Τμήματος Παραδοσιακών Οικισμών της Διεύθυνσης Πολεοδομικού Σχεδιασμού (Τμήμα Παραδοσιακών Οικισμών) του Υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη καθ΄ όσον αρκείται σε απλή επανάληψη της εφαρμοστέας διατάξεως. Όπως προκύπτει από το σώμα της προσβαλλομένης πράξεως, περιγράφονται τόσο οι αυθαίρετες πινακίδες ως προς τις διαστάσεις και το είδος τους όσο και το σημείο, επί του οποίου έχουν τοποθετηθεί. Εν όψει αυτού, η πράξη αυτή είναι επαρκώς αιτιολογημένη, ο δε περί του αντιθέτου λόγος ακυρώσεως ως μη ουσιώδης ορθώς απερρίφθη σιωπηρώς με την εκκαλουμένη απόφαση και συνεπώς ο προβαλλόμενος λόγος εφέσεως απορρίπτεται ως αβάσιμος.

9. Επειδή, τέλος με το από 12.5.2011 υπόμνημά της η εκκαλούσα υποστηρίζει ότι εσφαλμένως απερρίφθη και ο προβληθείς λόγος ακυρώσεως ότι η προσβαλλομένη με την αίτηση ακυρώσεως πράξη εξεδόθη αναρμοδίως καθ΄ όσον αρμόδιο όργανο είναι το Υπουργείο Πολιτισμού δοθέντος ότι οι επίμαχες πινακίδες έχουν τοποθετηθεί σε κτίριο που έχει χαρακτηρισθεί διατηρητέο. Ο λόγος αυτός απορρίπτεται προεχόντως ως απαραδέκτως προβαλλόμενος με το υπόμνημα. Ανεξαρτήτως δε τούτου, η κατά τις προαναφερόμενες ισχύουσες διατάξεις πράξη χαρακτηρισμού υπαίθριας διαφήμισης ως αυθαίρετης εκδίδεται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων, δεν προβλέπεται δε διαφοροποίηση ως προς αυτό για διαφημίσεις που τοποθετούνται ή αναρτώνται σε διατηρητέα κτίρια.

Απορρίπτει την έφεση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *