Γειτονικό Δίκαιο – διάνοιξη παραθύρων σε τοίχο πλησίον ομόρου ακινήτου, σωλήνες ομβρίων με απορροή εντός του όμορου, τέντες εκτεινόμενες στο όμορο
95/2016
Πρόεδρος: Γεώρ. Αποστολάκης
Εισηγητής: Σπυρ. Μελάς
Δικηγόροι: Δημ. Κατσαρός, Κων. Ευθυμίου
Ο κύριος ακινήτου δεν μπορεί να απαγορεύσει στον πάνω και κάτω από το έδαφος χώρο ενέργεια σε τέτοιο ύψος ή βάθος ώστε να μην εξαρτά κανένα συμφέρον. Η υπό κυρίου διάνοιξη ή διατήρηση ανοιγμάτων (παραθύρων) σε τοίχο κείμενο στο ακίνητό του, έστω και πλησίον όμορου, δεν συνιστά επέμβαση σε ξένη ιδιοκτησία αλλά απορρέει από την κυριότητα.
Κατά τον ΓΟΚ/1973, επί τοίχων ανεγειρόμενων σε επαφή με το κοινό όριο ιδιοκτησιών απαγορεύεται διάνοιξη ανοιγμάτων, άλλως κλείονται με δικ. απόφαση με διαδίκους τους κυρίους των όμορων ακινήτων. Η άνω ρύθμιση γειτονικού δικαίου θεμελιώνει ενοχική αγωγή με αίτημα μόνο το κλείσιμο ανοιγμάτων, ενώ αντίθετα η εμπράγματη αρνητική αγωγή προϋποθέτει διατάραξη, απευθύνεται κατά του προσβάλοντος αδιαφόρως αν είναι κύριος ή νομέας, με αίτημα άρση προσβολής και παράλειψη στο μέλλον. Ανοίγματα τα επί τοίχων ή στέγης κενά (φεγγίτες, παράθυρα) για φωτισμό και αερισμό.
Μη δυνατή κτήση δουλείας φωτισμού με παράθυρα σε τοίχους εν επαφή με το κοινό όριο ακινήτων με σύμβαση ή χρησικτησία.
Μη νόμιμη αγωγή με αίτημα να κλείσουν παράθυρα οικοδομής του εναγομένου απέχοντα από το όριο των ιδιοκτησιών λίγα εκατοστά, ως μεν αρνητική αγωγή αφού απέχουν από αυτό, ως δε ενοχική γιατί πρέπει ο τοίχος να βρίσκεται σε επαφή με το όριό τους.
Βάσιμη η αγωγή ως προς σωλήνες ομβρίων υδάτων εντός της ιδιοκτησίας του εναγομένου, αφού η απορροή γίνεται εντός της ιδιοκτησίας των εναγόντων με βλάβη τους.
Υποχρέωση αφαίρεσης τεντών εκτεινομένων στην ιδιοκτησία εναγόντων όπου πέφτουν τα όμβρια ύδατα, και κωλυουσών τυχόν οικοδόμηση.
Αβάσιμη αγωγή για μαρμάρινες βάσεις παραθύρων που εισέρχονται ελάχιστα στο ακίνητο των εναγόντων χωρίς βλάβη.
Μη κατάχρηση δικαιώματος εκ του ότι τα πολεοδομικώς παράνομα παράθυρα υπάρχουν προ πολλών ετών αφού ασκείται για προστασία κυρίου του ακινήτου.
{…} Γ. Από τη διάταξη του άρθρου 1108 ΑΚ προκύπτει ότι η αρνητική αγωγή παρέχει προστασία επί προσβολής της κυριότητας όχι καθολικής αλλά μερικής, ήτοι όταν ο κύριος διαταράσσεται στη νομή που αυτός ασκεί στο πράγμα. Διατάραξη της κυριότητας αποτελεί κάθε έμπρακτη εναντίωση στο θετικό ή αποθετικό της κυριότητας περιεχόμενο, ήτοι όταν ο τρίτος επιχειρεί στο πράγμα πράξεις τις οποίες μόνον ο κύριος έχει το δικαίωμα να ενεργήσει ή όταν αυτός εμποδίζει τον κύριο να ενεργήσει στο ίδιον αυτού πράγμα και γενικώς όλες οι πράξεις που αποτελούν διατάραξη της νομής αποτελούν και επέμβαση στην κυριότητα που δικαιολογεί την έγερση της αρνητικής αγωγής, (βλ. ΑΠ 956/1992 Δνη 35. 1508, ΑΠ 1084/1994, ΕφΑθ 3770/2004 Δνη 2004. 1692). Με το άρθρο 1001 ΑΚ και μάλιστα με το εδάφιο β’ αυτού προσδιορίζεται ειδικότερα το περιεχόμενο (και κατ’ αντιδιαστολή και το πότε υπάρχει προσβολή) της κυριότητας, ορίζοντας ότι ο κύριος του ακινήτου (με μέτρο τα λογικά όρια του κοινωνικού συμφέροντος) δεν μπορεί να απαγορεύσει στον πάνω και στον κάτω από το έδαφος χώρο ενέργεια που επιχειρείται σε τέτοιο ύψος ή βάθος (ζήτημα κάθε φορά πραγματικό) ώστε να μην εξαρτά κανένα συμφέρον από την απαγόρευση (ΑΠ 1141/2011). Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθ. 1108, 1000, 1001 εδ. πρώτο και 1003 επ. ΑΚ συνάγεται ότι η διάνοιξη ή η διατήρηση από τον κύριο του ακινήτου ανοιγμάτων (παραθύρων κλπ) σε τοίχο, ο οποίος είναι κτισμένος εξ ολοκλήρου στο δικό του ακίνητο, όσο και αν αυτός προσεγγίζει προς το γειτονικό ακίνητο, δεν αποτελούν αυτές καθεαυτές επέμβαση σε ξένη ιδιοκτησία, διότι τόσο η διάνοιξη όσο και η διατήρηση των ανοιγμάτων αυτών απορρέουν από το δικαίωμα της κυριότητάς του (βλ. ΑΠ 810/2005 Δνη 2006. 176, ΑΠ 279/1985 Δνη 26. 1483, ΕφΑθ 6157/2001).
Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 26 παρ. 9 του ν.δ. 8/1973 περί Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, [που έπαυσε μεν να ισχύει μετά ένα έτος από την ισχύ του ν. 1577/1985 «Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός», δηλαδή, από τις 18.12.1986, σύμφωνα με το άρθρο 31 παρ. 1 εδ. α’ και γ’ αυτού, η ισχύς του όμως παρατάθηκε στη συνέχεια με τις 296/88/14.1.1987 και 233/3/4.1.1988, αντίστοιχα, αποφάσεις του Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ (η δεύτερη από τις οποίες κυρώθηκε με το άρθρο 3 παρ. 3 του ν. 1772/1988 «Τροποποίηση διατάξεων του ν. 1577/1985»)], «Επί τοίχων ανεγειρομένων εν επαφή προς το κοινόν όριον των ιδιοκτησιών ή επί τοίχων ανεγερθέντων εκατέρωθεν του κοινού ορίου των ιδιοκτησιών κατά τας προϊσχυσάσας διατάξεις απαγορεύεται η διάνοιξις οιωνδήποτε ανοιγμάτων. Ανοίγματα αντικείμενα προς την απαγόρευσιν αυτήν δεν κλείονται διά πράξεως της διοικήσεως αλλά κατόπιν δικαστικής αποφάσεως εκτελουμένης κατά τις διατάξεις της πολιτικής δικονομίας». Κατά τις διατάξεις, επίσης, του άρθρου 10 παρ. 9 και 10 της 3046/304/30.1.1989 απόφασης «Κτιριοδομικός Κανονισμός», όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 5 της 49977/3068 απόφασης του Υπουργού Δημόσιων Έργων (της 27.6/30.6.1989), που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 26 του ν. 1577/1985 (ΓΟΚ 1985), ορίζεται ότι: «Στους μεσότοιχους και τους εξωτερικούς τοίχους του κτιρίου που ανεγείρονται σε επαφή με το κοινό όριον των ιδιοκτησιών απαγορεύεται η διάνοιξη ανοιγμάτων» (παράγραφος 9). «Ανοίγματα που προϋπήρχαν του ν.δ. 8/1973 (ΓΟΚ 1973) και αντιβαίνουν στην απαγόρευση της προηγούμενης παραγράφου, δεν κλείνονται με πράξη της διοικήσεως, αλλά ύστερα από δικαστική απόφαση, που εκτελείται σύμφωνα με τις διατάξεις της πολιτικής δικονομίας» (παράγραφος 10). Οι όμοιου περιεχομένου αμέσως πιο πάνω διατάξεις αποβλέπουν κυρίως στην προστασία του όμορου ιδιοκτήτη, όπως προκύπτει από τη διατύπωσή τους και ιδιαίτερα από το γεγονός ότι ορίζουν ότι τα ανοίγματα κλείνονται όχι με πράξη της Διοίκησης, αλλά με δικαστική απόφαση, η έκδοση της οποίας προϋποθέτει δίκη, κατά την οποία μόνοι νομιμοποιούμενοι ως διάδικοι είναι οι κύριοι των γειτονικών ακινήτων. Περιέχουν δηλ. κανόνα γειτονικού δικαίου, αφού εισάγουν περιορισμό της κυριότητας του γείτονα χωρίς επιβάρυνση της ιδιοκτησίας του με εμπράγματα, υπέρ τρίτου, δικαιώματα και παρέχουν στον κύριο του γειτονικού ακινήτου το δικαίωμα να απαιτήσει να κλείσουν τα ανοίγματα. Το δικαίωμα αυτό συνίσταται στην αξίωση κατά του εκάστοτε ιδιοκτήτη στον οποίο και επιβάλλεται η υποχρέωση να προβεί στο κλείσιμο κενού λόγω ανοιγμάτων. Θεμελιώνει, δηλαδή, η καθεμιά από τις παραπάνω διατάξεις αγωγή ενοχικού χαρακτήρα, η οποία διαφέρει από την αρνητική αγωγή του άρθρου 1108 ΑΚ ως προς την ιστορική βάση, τη νομιμοποίηση και το αίτημα, γιατί, ενώ η τελευταία προϋποθέτει επενέργεια στο ακίνητο του ενάγοντος διαταρακτική της κυριότητάς του, απευθύνεται εναντίον εκείνου από τον οποίο προήλθε η διατάραξη (προσβολή), ανεξάρτητα εάν αυτός συνδέεται με συγκεκριμένο ακίνητο ως κύριος, νομέας ή επικαρπωτής κλπ και έχει ως αίτημα την άρση της προσβολής και την παράλειψη της στο μέλλον, η από το ΓΟΚ ή το άρθρο 10 παρ. 9 και 10 της πιο πάνω υπουργικής απόφασης αυτοτελής ενοχική αγωγή στηρίζεται απλώς και μόνο στο γεγονός της ύπαρξης ανοιγμάτων στο μεσότοιχο ή στον τοίχο του οικοδομήματος που εφάπτεται στο όριο γειτονικού ακινήτου, χωρίς να είναι απαραίτητο, όπως συμβαίνει στην εμπράγματη αρνητική αγωγή του ΑΚ 1108, αφενός μεν ο εναγόμενος να είναι αυτός που κατασκεύασε τα ανοίγματα, αφετέρου δε από τα ανοίγματα αυτά να προκαλείται κάποια βλαπτική επενέργεια στην ιδιοκτησία του ενάγοντος, και το αίτημά της περιορίζεται μόνο στο κλείσιμο των εν λόγω ανοιγμάτων (ΑΠ 819/2014 Νόμος, ΑΠ 399/2006 Νόμος, ΑΠ 1084/1994 ΕΕΝ 1995. 644, ΕφΑθ 9300/1998 Δνη 40. 1188, ΕφΠειρ 57/1997 Δνη 38. 1617). Ανοίγματα, κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, θεωρούνται γενικώς τα προς φωτισμό, αερισμό και συγκοινωνία διαμερισμάτων αφιέμενα επί των τοίχων ή της στέγης κενά, π.χ. πόρτες, παράθυρα, φεγγίτες κλπ (ολΑΠ 958/1985 ΝοΒ 33. 1403).
Τέλος, από τις παραπάνω διατάξεις σε συνδυασμό με αυτές των άρθρων 1118 επ. ΑΚ συνάγεται ότι δεν μπορεί να αποκτηθεί υπέρ του εκάστοτε κυρίου ενός ακινήτου δικαίωμα δουλείας φωτισμού με παράθυρα που ανοίγονται σε τοίχους που έχουν ανεγερθεί σε επαφή με το κοινό όριο του ακινήτου αυτού με άλλο ακίνητο, ούτε με σύμβαση, ούτε με χρησικτησία, αφού τα ανοίγματα αυτά απαγορεύονται από τις ως άνω δημοσίας τάξεως διατάξεις του Κτηριοδομικού κανονισμού (ΑΠ 1352/1989 Δνη 32. 771, ΕφΠατρ 76/2008 ΑχΝομ 2009. 739).
Η αγωγή κατά τα αιτήματά της να κλείσουν τα παράθυρα στη δυτική πλευρά του ισογείου της οικοδομής του εφεσίβλητου, τα απέχοντα από το όριο των δύο ιδιοκτησιών 45, 50 και 30 εκατοστά, είναι μη νόμιμη ως αρνητική αγωγή, αφού τα ανοίγματα στην πλευρά αυτή απέχουν από το όριο των ιδιοκτησιών. Είναι επίσης μη νόμιμη, για τα παράθυρα αυτά, ως αυτοτελής ενοχική αγωγή του άρθρου 26 παρ. 9 του ν.δ. 8/1973, αφού η τελευταία προϋποθέτει ο τοίχος να βρίσκεται σε επαφή με το όριο των ιδιοκτησιών. Κατά το μέρος που αναφέρεται στις προεξοχές των μαρμάρινων βάσεων των παραθύρων της βόρειας πλευρά του εφεσίβλητου, τις τέντες στη δυτική πλευρά, τα τούβλα στην ταράτσα και τα όμβρια ύδατα, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1004, 1006, 1026 και 1108 ΑΚ, και καθόσον αφορά τα παράθυρα του βόρειου εν επαφή με το όριο των ιδιοκτησιών τοίχου η αγωγή στηρίζεται στις διατάξεις του ΓΟΚ που προαναφέρθηκαν.
Δ. Από τα έγγραφα … αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι ενάγοντες, δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/15.2.1993 συμβολαίου του τότε συμβολαιογράφου Γ. Α., που μεταγράφηκε νόμιμα στον τόμο … και αριθμό … των βιβλίων μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ε., αγόρασαν από κοινού και εξ αδιαιρέτου από την Μ. συζ. Κ. Κ., το γένος Ι. Μ., μία παλαιά ισόγεια οικία, εμβαδού 155,52 τμ, που βρίσκεται εντός του σχεδίου πόλεως Ε. του ομωνύμου Δήμου και Υποθηκοφυλακείου, στη συνοικία «Α.» και επί της οδού Β. αριθμ. …, μετά του γύρω από αυτήν συνεχόμενου οικοπέδου, συνολικού εμβαδού 482,62 τμ. Το οικόπεδο αυτό, σύμφωνα με το από Ιούνιο του 1994 τοπογραφικό διάγραμμα του πολιτικού μηχανικού Γ. Μ., συνορεύει Βόρεια με ιδιοκτησίες Ι. Δ., Α. Π. και Φ. Κ., Ανατολικά με πεζόδρομο, Νότια με ιδιοκτησίες Ν. Μ. και του εναγομένου Κ. Μ. και Δυτικά με την οδό Β., ακάλυπτο δημοτικό χώρο και ιδιοκτησία Φ. Κ.. Όπως προκύπτει από το ανωτέρω συμβόλαιο αγοράς, το προαναφερόμενο οικόπεδο αποτελούσε τμήμα οικοπέδου μεγαλύτερης έκτασης, που είχε περιέλθει το 1929 στον πατέρα της δικαιοπαρόχου των εναγόντων και του εναγομένου, Ι. Μ., με αγορά από τον Α. Κ. Στη συνέχεια, ο Ι. Μ. τμήμα του οικοπέδου του μεταβίβασε στην δικαιοπάροχο των εναγόντων συζ. Κ. Κ., το γένος Ι. Μ.. Με το υπ’ αριθμ. …/22.10.1975 δωρητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Γ. Α., νομίμως μεταγεγραμμένο στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Ε., ο Ι. Γ Μ. δώρησε στον εναγόμενο άλλο τμήμα του ως άνω οικοπέδου, επιφανείας 132 τμ, μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο, στο οποίο με βάση την υπ’ αριθ. …/12.6.1980 άδεια οικοδομής της Πολεοδομίας Ε. ανήγειρε το έτος 1982 μία διώροφη οικοδομή, παριστάνοντας ψευδώς ότι στην κυριότητά του ανήκε όλο το πατρικό οικόπεδο. Η βόρεια και η δυτική πλευρά της οικοδομής του εναγομένου εφάπτονται με τα αντίστοιχα όρια της ιδιοκτησίας του. Το Πολεοδομικό Γραφείο Ε., στις 30.9.1993, με την υπ’ αριθμ. πρωτ. …/30.9.1993, απόφασή του ανακάλεσε την ανωτέρω οικοδομική άδεια διώροφης οικοδομής του εναγομένου «γιατί εκδόθηκε κατά παράβαση των πολεοδομικών διατάξεων» και στη συνέχεια με την υπ’ αριθμ. πρωτ. …/23.9.1994 απόφασή του επέβαλε στον εναγόμενο πρόστιμο ανέγερσης αυθαίρετης κατασκευής και πρόστιμο διατήρησής της. Ήδη ο εναγόμενος έχει τακτοποιήσει την αυθαίρετη οικοδομή του σύμφωνα με το ν. 4104/2011.
Στη δυτική πλευρά βρίσκονται δύο σωλήνες ομβρίων υδάτων. Αυτοί βρίσκονται μεν μέσα στην ιδιοκτησία του εναγομένου και είναι ενσωματωμένοι μέσα σε κολονάκια μπετόν, η απορροή όμως των υδάτων γίνεται στην ιδιοκτησία των εναγόντων την οποία βλάπτει, αφού βρέχει τα ξύλα που τοποθετούν σε μέρος αυτής οι εκκαλούντες και λασπώνει το έδαφος όπου τοποθετούν το αυτοκίνητό τους. Πρέπει επομένως να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να παροχετεύσει τα ύδατα αυτά εκτός της ιδιοκτησίας των εναγόντων, άλλως να επιτραπεί αυτό στους εκκαλούντες, με δαπάνες του εναγομένου – εφεσιβλήτου. Στο βορειοδυτικό άκρο της ιδιοκτησίας των εναγόντων υπάρχουν δύο τέντες που εισέρχονται σ αυτήν κατά 0.37 μ. και στο νοτιοδυτικό κατά 0,57μ. και σε υψόμετρο που κυμαίνεται περίπου στα 4,50 μ. ανάλογα με τη θέση που βρίσκονται ανοιγμένες. Τα νερά της βροχής από τις τέντες αυτές πέφτουν στην ιδιοκτησία των εκκαλούντων. Σε περίπτωση που οι ενάγοντες θελήσουν να οικοδομήσουν στο τμήμα αυτό του ακινήτου τους, οι τέντες αυτές εμποδίζουν τους εκκαλούντες. Πρέπει κατ’ ακολουθίαν ο εφεσίβλητος να υποχρεωθεί να τις αφαιρέσει. Οι μαρμάρινες βάσεις των παραθύρων εισέρχονται εντός της ιδιοκτησίας των εκκαλούντων – εναγόντων κατά 1 – 2 εκατοστά (βλ. κατάθεση μάρτυρα στα πρακτικά με αριθ. 209/2003 και το γύρω από το παράθυρό του εν επαφή τοίχου πλαίσιο από αλουμινοκατασκευή, στην οποία στηρίζονται συρόμενα παντζούρια). Δεν αποδείχθηκε όμως ότι βλάπτουν το ακίνητο των εκκαλούντων, αν ληφθεί μάλιστα υπόψη ότι σύμφωνα με τον αντισεισμικό κανονισμό μεταξύ των κτιρίων πρέπει να αφήνεται κενό, ανάλογα με το ύψος των γειτνιαζουσών οικοδομών, τουλάχιστον 5 εκατοστών για να διευκολύνεται η ταλάντωση των κτιρίων σε περίπτωση σεισμού. Κατ’ ακολουθίαν το σχετικό αίτημα πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο. Στην ταράτσα υπάρχει ένα κτίσμα, το οποίο αποτελεί μόνιμη κατασκευή με μπετόν, τούβλα, σοβατίσματα και παράθυρα. Έχει συμπεριληφθεί στη δήλωση αυθαίρετου. Ένα τμήμα του είναι στεγασμένο σαν πέργολα. Κανένα τμήμα από αυτά δεν εισέρχεται στη ιδιοκτησία των εναγόντων και το σχετικό αίτημα πρέπει να απορριφθεί. Τα τρία παράθυρα όμως που υπάρχουν από το χρόνο που περατώθηκε η οικοδομή, ήτοι το έτος 1982, στη βόρεια πλευρά της, εκ των οποίων τα δύο εξυπηρετούν την κοινόχρηστη σκάλα, έχουν διαστάσεις το καθένα 0,95 χ 0,75 και απέχουν από το έδαφος το ένα 5,8 μ. και το άλλο 2,99 μ. τα οποία έχουν μαρμάρινες βάσεις, πλάτους 4 εκατοστών και το τρίτο εξυπηρετεί το σαλόνι έχει διαστάσεις 1,35 χ 1,30 και 1,35 χ 2,55 και απέχει από το έδαφος 3,46 μ., έχουν ανοιχτεί κατά παράβαση των διατάξεων της Πολεοδομικής νομοθεσίας που προαναφέρθηκαν και ανεξάρτητα από το αν προκαλούν βλάβη στο ακίνητο των εκκαλούντων, με την έννοια της παρεμπόδισής τους να ανεγείρουν μελλοντικά οικοδομή σε επαφή με το όριο των ιδιοκτησιών ή η ιδιωτική τους ζωή υπόκειται στα αδιάκριτα βλέμματα του εναγομένου – εφεσίβλητου, πρέπει να υποχρεωθεί ο εφεσίβλητος να τα κλείσει, άλλως επιτρέπει στους ενάγοντες – εκκαλούντες να πραγματοποιήσουν τις μεταβολές αυτές, με δαπάνες του εφεσίβλητου. Η ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος που επικουρικά προβάλλει ο εναγόμενος, συνισταμένη στο ότι τα παράθυρα υπάρχουν από το έτος 1980, ότι αυτά αποτελούν ζωτικής σημασίας κατασκευάσματα της οικοδομής του και ότι η βλάβη την οποία θα υποστεί από το κλείσιμό τους είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερη από την επικαλούμενη από τους ενάγοντες ωφέλεια πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη, διότι δεν αποδεικνύεται ότι η άσκηση του δικαιώματος υπερβαίνει τα όρια του κοινωνικού και οικονομικού σκοπού για το οποίο θεσπίστηκε και που δεν είναι άλλος από την προστασία των ιδιοκτητών του ακινήτου – εναγόντων, στο οποίο βλέπουν τα παράθυρα του εναγομένου.
Η εκκαλουμένη, που έκρινε την αγωγή νόμιμη εκτός από το αίτημα για κλείσιμο των παραθύρων και στη συνέχεια την απέρριψε ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν, έσφαλε και πρέπει, κατά παραδοχή του λόγου της έφεσης περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου καθώς και εκείνου περί την εκτίμηση των αποδείξεων, να γίνει δεκτή η έφεση, να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, το παρόν Δικαστήριο να κρατήσει την αγωγή, να δεχτεί αυτήν εν μέρει και να υποχρεώσει τον εναγόμενο να κλείσει τα τρία παράθυρα στον τοίχο που είναι στο όριο των ιδιοκτησίας του με την ιδιοκτησία των εναγόντων, να μετατοπίσει την απορροή των όμβριων υδάτων, ώστε αυτά να μην πίπτουν επί της ιδιοκτησίας των εναγόντων, να αφαιρέσει τις τέντες στο δυτικό όριο της ιδιοκτησίας του, άλλως επιτρέπει στους εκκαλούντες να πραγματοποιήσουν τις μεταβολές αυτές με δαπάνες του εφεσίβλητου…
Πηγή www.dslar.gr