Προστασία προσωπικών δεδομένων. Η επεξεργασία του ΑΜΚΑ, ως δεδομένου προσωπικού χαρακτήρα, σε ό,τι αφορά το πρώτο εξαψήφιο τμήμα του, που αποτελείται από την ημεροχρονολογία γεννήσεως του κατόχου, παρίσταται νόμιμη και θεμιτή, κατά την έννοια των άρθρων 4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του ν. 2479/1997, ακόμη και χωρίς την συγκατάθεση του αυτού και δεν παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας. Η ενυπόγραφη αποδοχή των ατομικών στοιχείων του Α.Μ.Κ.Α. δεν έχει την έννοια της παροχής από τον ενδιαφερόμενο έγγραφης συναινέσεως ως προς αυτόν καθ` εαυτόν τον αριθμό ασφάλισης, ο οποίος συγκροτεί τον Α.Μ.Κ.Α.. Απορρίπτεται η αίτηση ακύρωσης.

Αριθμός 518/2018

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΤΜΗΜΑ Δ΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 28 Μαΐου 2013, με την εξής σύνθεση: E. Σαρπ, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Ε. Αντωνόπουλος, Σ. Χρυσικοπούλου, Σύμβουλοι, Μ. Σωτηροπούλου,  Χ. Μπολόφη, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ν. Αθανασίου.

Για να δικάσει την από 14 Νοεμβρίου 2011 αίτηση:

της ………… , κατοίκου Αθηνών (…..), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Κατερινόπουλο (Α.Μ. 17896), που τον διόρισε με πληρεξούσιο,

κατά του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, ο οποίος δεν παρέστη.

Με την αίτηση αυτή η αιτούσα επιδιώκει να ακυρωθεί η από 4.2.2011 πράξη, με την οποία της χορηγήθηκε Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης δυνάμει των διατάξεων της ΚΥΑ υπ` αριθμ. οικ. 7791/245/Φ80321/30.3.2009 (Β` 596).

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Χ. Μπολόφη.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αιτούσας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο ν  Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (…., …./2011 ειδικά γραμμάτια).

2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα ζητεί την ακύρωση της από 4.2.2011 πράξεως, με την οποία, κατά τους ισχυρισμούς της, τής χορηγήθηκε Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (Α.Μ.Κ.Α.), δυνάμει των διατάξεων της αποφάσεως οικ. 7791/245/Φ80321/30.3.2009 (Β΄ 596) των Υπουργών Εσωτερικών, Εθνικής άμυνας, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.

3. Επειδή, στην παράγραφο 3 του άρθρου 24 του π.δ/τος 18/1989 (Α΄ 8), η οποία προστέθηκε με το άρθρο 43 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) και σύμφωνα με το άρθρο 113 του νόμου αυτού ισχύει από 2.4.2012, ορίζεται ότι «Εάν αναβληθεί η εκδίκαση της υπόθεσης μία φορά λόγω μη αποστολής των στοιχείων του φακέλου από τη Διοίκηση, το Δικαστήριο μπορεί να προχωρήσει στην εκδίκασή της και κατά την εκτίμησή του να συναγάγει τεκμήριο ομολογίας για την πραγματική βάση των ισχυρισμών του αιτούντος». Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής του ν. 4055/2012, η παρ. 3 του άρθρου 24 του π.δ/τος 18/1989 εφαρμόζεται στις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος της διάταξης αυτής ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας υποθέσεις, εφόσον οι εν λόγω υποθέσεις έχουν αναβληθεί μία φορά λόγω μη αποστολής των στοιχείων του φακέλου από τη Διοίκηση μετά την 2.4.2012 (πρβλ. ΣτΕ 1967/2015, σκ. 7). Συνεπώς, η ανωτέρω διάταξη εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη υπόθεση, η τελευταία δικάσιμος της οποίας, πριν συζητηθεί την 28.5.2013, ήταν η 5.3.2013. Περαιτέρω, κατά την έννοια της διάταξης αυτής, όπως προκύπτει και από την αιτιολογική έκθεση του ν. 4055/2012, στην περίπτωση κατά την οποία έχει ήδη αναβληθεί η εκδίκαση της υποθέσεως λόγω μη αποστολής των στοιχείων του φακέλου της υποθέσεως από τη Διοίκηση, εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου να συναγάγει τεκμήριο ομολογίας των πραγματικών ισχυρισμών του αιτούντος, χωρίς να είναι υποχρεωτική για τη συναγωγή του τεκμηρίου αυτού η προηγούμενη έκδοση προδικαστικής αποφάσεως (βλ. ΣτΕ 1076/2013).

4. Επειδή, εν προκειμένω, αντίγραφα της υπό κρίση αιτήσεως και της από 5.1.2012 πράξεως του Προέδρου του Δ΄ Τμήματος του Δικαστηρίου, με την οποία ορίσθηκαν εισηγητής και δικάσιμος και ζητήθηκε από τον καθ’ ου Υπουργό η διαβίβαση στο Δικαστήριο του φακέλου της υποθέσεως μαζί με τις απόψεις, κοινοποιήθηκαν στον εν λόγω Υπουργό στις 18.1.2012. Εντούτοις, η Διοίκηση δεν απέστειλε στο Δικαστήριο τον φάκελο της υποθέσεως, ως ώφειλε κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 22 παρ. 1-3 (όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 1 και 2 του ν. 3900/2010  Α΄ 213) και 23 παρ. 1-3 του π.δ/τος 18/1989, παρά το γεγονός ότι μετά την 2.4.2012 ανεβλήθη επανειλημμένως η εκδίκαση της υποθέσεως. Εξ άλλου, κατά τα εξιστορούμενα στο δικόγραφο της υπό κρίση αιτήσεως, η αιτούσα, η οποία, κατά τον χρόνο ασκήσεως της αιτήσεως, ήταν αρχιτέκτονας ασφαλισμένη στον κλάδο μηχανικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Ασφαλισμένων (Ε.Τ.Α.Α.  πρώην Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.), πληροφορήθηκε το πρώτον στις 28.9.2011, μέσω του υπ` αριθμ. ………. ειδοποιητηρίου πληρωμών ασφάλισης Β΄ εξαμήνου του έτους 2011, τον Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (Α.Μ.Κ.Α.), ο οποίος, κατά τους ισχυρισμούς της, τής είχε χορηγηθεί, χωρίς προηγούμενες δικές της ενέργειες, στις 4.2.2011, ήτοι την επομένη της υποβολής τής υπ’ αριθμ. …/3.2.2011 αιτήσεως συνταξιοδοτήσεώς της. Ήδη, με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα ζητεί την ακύρωση της ανωτέρω από 4.2.2011 διοικητικής πράξεως, με την οποία της χορηγήθηκε Α.Μ.Κ.Α., προβάλλοντας ότι από τον εν λόγω Αριθμό, του οποίου η αναγραφή είναι κατά νόμον υποχρεωτική σε κάθε είδους πιστοποιητικό ή παραστατικό απασχόλησης και ασφάλισης, δύναται να αποκαλυφθεί η ηλικία της, κατά παράβαση των διατάξεων περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθόσον ο αριθμός αυτός συντίθεται, κατά το πρώτο τμήμα του, από τα έξι ψηφία της ημεροχρονολογίας γεννήσεώς της. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο, κατά τα γενόμενα ανωτέρω δεκτά, χωρεί στη συζήτηση της υποθέσεως, συνάγοντας τεκμήριο ομολογίας των πραγματικών ισχυρισμών της αιτούσης, χωρίς κατά την κρίση του, ενόψει των δεδομένων της ένδικης υπόθεσης, να χρειάζεται η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως για την αποστολή του φακέλου της υποθέσεως.

5. Επειδή, η προσβαλλόμενη πράξη, υπό τα εκτιθέμενα στο δικόγραφο πραγματικά περιστατικά, τα οποία, κατά τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά, τεκμαίρονται ομολογημένα, προσβάλλεται εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς, κατόπιν τούτου δε η υπό κρίση αίτηση πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω.

6. Επειδή, με τον ν. 2084/1992 «Αναμόρφωση της Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (Α΄ 165) θεσπίσθηκε ο Αριθμός Μητρώου των ασφαλισμένων, συνταξιούχων και εργοδοτών των φορέων κοινωνικής ασφάλισης. Ειδικότερα, στο άρθρο 64 του νόμου αυτού, όπως τροποποιήθηκε με τις παρ. 2-3 του άρθρου 39 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), ορίσθηκαν τα ακόλουθα: «1. Το μητρώο ασφαλισμένων και συνταξιούχων, καθώς και το μητρώο εργοδοτών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης τηρείται μηχανογραφικά κατά τα οριζόμενα με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων τηρείται μηχανογραφικό Εθνικό Γενικό Μητρώο όλων των ασφαλισμένων και συνταξιούχων της χώρας, καθώς και Εθνικό Γενικό Μητρώο Εργοδοτών κατά τα οριζόμενα ομοίως με απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. … . Οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και οι δημόσιοι φορείς, οργανισμοί και υπηρεσίες που τηρούν αρχεία για ασφαλισμένους ή συνταξιούχους υποχρεούνται να υποβάλλουν κάθε αναγκαίο στοιχείο για τη δημιουργία και λειτουργία των Εθνικών Γενικών Μητρώων Ασφαλισμένων, Συνταξιούχων και Εργοδοτών. Οι Ασφαλισμένοι Συνταξιούχοι και οι Εργοδότες εφοδιάζονται με παραστατικό του αριθμού μητρώου τους στοιχείο, κατά τα οριζόμενα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Φορέας επεξεργασίας των ανωτέρω στοιχείων, για τη δημιουργία Εθνικών Μητρώων ορίζεται το ……… στο οποίο ανατίθεται και η ανάπτυξη του Πληροφοριακού Συστήματος των Εθνικών Γενικών Μητρώων και η λειτουργία αυτού. Η Διοίκηση του έργου, ο συντονισμός των αρμοδίων φορέων, οργανισμών και υπηρεσιών και ο καθορισμός διαδικασιών, προτεραιοτήτων και τρόπου εργασίας – λειτουργίας – εκμετάλλευσης του Πληροφοριακού Συστήματος ανήκουν στην αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. 2. Η εγγραφή του ασφαλισμένου ή εργοδότη στα μητρώα του φορέα γίνεται βάσει δηλώσεως (δελτίου απογραφής) του ασφαλισμένου ή εργοδότη. … . Ο τύπος και το περιεχόμενο της δηλώσεως απογραφής, ο τρόπος διαπίστωσης αναπόγραφων ασφαλισμένων και εργοδοτών, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων». Εξ άλλου, το ανωτέρω ιδρυθέν με το ν.δ. 390/1969 (Α΄ 283) ν.π.ι.δ. «…..» μετατράπηκε, με το άρθρο πρώτο του ν. 3607/2007 (Α΄ 245), σε ανώνυμη εταιρεία μη κερδοσκοπικού σκοπού με την επωνυμία «………» (………… Α.Ε.), η οποία λειτουργεί κατά τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου, σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, διέπεται από τις διατάξεις του ως άνω νόμου, καθώς και του ν. 3429/2005, εξαιρουμένων των διατάξεων του άρθρου 14 αυτού, και εποπτεύεται από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Ακολούθησε ο  ν. 3655/2008 («Διοικητική και οργανωτική μεταρρύθμιση του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις», Α΄ 58), με τις διατάξεις του οποίου, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση αυτού, «ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ) καθιερώνεται από 1.6.2009, ως ο μοναδικός αριθμός εργασιακής και ασφαλιστικής ταυτοποίησης όλων των άμεσα και έμμεσα ασφαλισμένων, όλων των συνταξιούχων και όλων των δικαιουμένων επιδοτήσεων, βοηθημάτων και παροχών του ΟΑΕΔ. Από την ίδια ημερομηνία, με την καθιέρωση του ΑΜΚΑ ως μοναδικού αριθμού ταυτοποίησης στο χώρο της Απασχόλησης και της Κοινωνικής Ασφάλισης, ο ΑΜΚΑ θα είναι προαπαιτούμενο στοιχείο για την έναρξη απασχόλησης και ασφάλισης, την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, την έκδοση ή ανανέωση βιβλιαρίου ασθενείας, την απονομή και καταβολή σύνταξης και γενικότερα των πάσης φύσεως παροχών, επιδομάτων και βοηθημάτων. Η απόδοση του ΑΜΚΑ θα γίνεται από την …ΑΕ μέσω των ΚΕΠ, στα οποία θα προσέρχεται ο ενδιαφερόμενος. Παραστατικό του ΑΜΚΑ θα χορηγείται άμεσα, εφόσον υπάρχει δυνατότητα, είτε θα αποστέλλεται με ευθύνη της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων στον ενδιαφερόμενο .». Συγκεκριμένα, ο ανωτέρω ν. 3655/2008 προβλέπει στο άρθρο 153 ότι «1. Ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ), ο οποίος καθιερώθηκε με το άρθρο 64 του ν. 2084/1992, που συμπληρώθηκε με την παρ. 8 του άρθρου 20 του ν. 2556/1997, το άρθρο 39 του ν. 2676/1999 και την παρ. 8 του άρθρου 62 του ν. 3518/2006, από 1.6.2009, καθιερώνεται υποχρεωτικά ως αριθμός εργασιακής και ασφαλιστικής ταυτοποίησης όλων των πολιτών της Χώρας. 2. Από την ίδια ως άνω ημερομηνία ουδείς δύναται να απασχοληθεί ως μισθωτός ή ως αυτοαπασχολούμενος, να ασφαλισθεί ή να καταβάλει ασφαλιστικές εισφορές, να εκδώσει ή να ανανεώσει βιβλιάριο ασθενείας, να δικαιωθεί και να εισπράξει συντάξεις και γενικότερα πάσης φύσεως παροχές, επιδόματα και βοηθήματα, εάν δεν διαθέτει ΑΜΚΑ, ο οποίος αναγράφεται υποχρεωτικά επί όλων των ως άνω αντίστοιχων παραστατικών. 3. Η χορήγηση του ΑΜΚΑ γίνεται από την … ΑΕ, μέσω των ΚΕΠ, παραστατικό δε αυτού χορηγείται στον ενδιαφερόμενο από τα ΚΕΠ ή αποστέλλεται σε αυτόν με ευθύνη της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Όλοι οι αρμόδιοι φορείς υποχρεούνται να ενημερώνουν, ηλεκτρονικά μέσω δικτύου (ή τηλεματικά), την ….ΑΕ, για κάθε καταχώριση ΑΜΚΑ που διενεργείται στα μητρώα τους ή για κάθε σχετική μεταβολή των εργασιακών και ασφαλιστικών στοιχείων των πολιτών, προκειμένου να ενημερωθεί το Εθνικό Γενικό Μητρώο όλων των ασφαλισμένων και συνταξιούχων της χώρας, καθώς και το Εθνικό Γενικό Μητρώο Εργοδοτών. 4. Από 1.6.2009 τίθεται επίσης σε ισχύ η παρ. 8 του άρθρου 62 του ν. 3518/2006 [η οποία προβλέπει ότι από το 2008 καθίσταται υποχρεωτική η αναγραφή του Α.Μ.Κ.Α. στα βιβλιάρια υγείας και τα συνταγολόγια όλων των ασφαλισμένων και συνταξιούχων της χώρας]. 5.  . 6. Ο ΑΜΚΑ θα αντικαταστήσει τον αντίστοιχο Αριθμό Μητρώου, ο οποίος τηρείται στα μηχανογραφικά μητρώα όλων των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης ή του ΟΑΕΔ, σταδιακά και με πλήρη αντικατάσταση εντός μίας πενταετίας. 7. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζονται οι λεπτομέρειες υλοποίησης των αναφερομένων στο άρθρο αυτό».

7. Επειδή, κατ` εξουσιοδότηση της ανωτέρω παραγράφου 7 του άρθρου 153 του ν. 3655/2008 εξεδόθη η οικ. 7791/245/Φ80321/30.3.2009 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εθνικής ʼμυνας, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, υπό τον τίτλο «Καθορισμός διαδικασιών για την απόδοση ΑΜΚΑ από τα ΚΕΠ και τους φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης» (Β΄ 596). Ειδικώτερα, στην εν λόγω υπουργική απόφαση ορίζονται τα ακόλουθα: «ʼρθρο 1 (Απόδοση ΑΜΚΑ Υπόχρεοι) 1. Η διοικητική διαδικασία απόδοσης του Αριθμού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ) που εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΓΓΚΑ) διεκπεραιώνεται μέσω των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) και των γραφείων ΑΜΚΑ που θα λειτουργούν στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης… . 2. Υπόχρεοι απόκτησης ΑΜΚΑ είναι όλοι οι ασφαλισμένοι (άμεσα ή έμμεσα) και οι συνταξιούχοι, καθώς επίσης και κάθε πρόσωπο που εργάζεται ή πρόκειται να αναλάβει εργασία εντός των ορίων της χώρας. Άρθρο 2 (Προετοιμασία απογραφής) 1. Η Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων ενημερώνει τους υπόχρεους απόκτησης ΑΜΚΑ, με κάθε πρόσφορο τρόπο, για την υποχρέωσή τους να προσέλθουν σε ΚΕΠ ή γραφείο ΑΜΚΑ της επιλογής τους, προκειμένου να απογραφούν και να αποκτήσουν ΑΜΚΑ, τόσο οι ίδιοι (σε περίπτωση που δεν διαθέτουν ΑΜΚΑ) όσο και τα ανήλικα τέκνα τους, καθώς επίσης και τα προστατευόμενα μέλη της οικογένειάς τους. 2. Η Ηλεκτρονική Διακυβέρνηση Κοινωνικής Ασφάλισης ΑΕ (… ΑΕ) στο πλαίσιο της ενημέρωσης των υπόχρεων για τον ΑΜΚΑ που τους έχει αποδοθεί και της αποφυγής άσκοπης προσέλευσης αυτών στα ΚΕΠ ή στα γραφεία ΑΜΚΑ, θα τυπώσει και θα αποστείλει Κάρτες Κοινωνικής Ασφάλισης στους κατόχους ΑΜΚΑ. … . 3. Οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) και άλλες αρμόδιες υπηρεσίες θα λειτουργούν γραφεία ΑΜΚΑ, τα οποία θα πραγματοποιούν τη διαδικασία απογραφής παράλληλα με τα ΚΕΠ, προκειμένου να επιταχυνθούν οι διαδικασίες χορήγησης ΑΜΚΑ σε όλους τους άμεσα και έμμεσα ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους και θα ενημερώνουν τους πολίτες σχετικά με τον ΑΜΚΑ. … 4.  . ʼρθρο 3. … . ʼρθρο 5 (Διαδικασία απόδοσης ΑΜΚΑ από τα ΚΕΠ ή τα γραφεία ΑΜΚΑ) 1. Ο υπόχρεος προσέρχεται στο ΚΕΠ ή στο γραφείο ΑΜΚΑ της επιλογής του και επιδεικνύει τα απαιτούμενα κατά περίπτωση δικαιολογητικά. 2. … . 3. Ο υπάλληλος, χρήστης της εφαρμογής, ελέγχει τα δικαιολογητικά και καταχωρεί τα απαιτούμενα στοιχεία του υποχρέου σε ηλεκτρονική φόρμα… . 4. Με βάση τα καταχωρισθέντα στοιχεία γίνεται αυτόματη αναζήτηση στο Εθνικό Μητρώο για έλεγχο συνωνύμων (ταυτοπροσωπίας), προκειμένου να μην αποδοθεί νέος ΑΜΚΑ σε περίπτωση που ο υπόχρεος έχει ήδη ΑΜΚΑ. α) εάν ο υπόχρεος ταυτοποιηθεί (δηλαδή έχει ήδη ΑΜΚΑ), του γνωστοποιείται ο ΑΜΚΑ με εκτύπωση της «Βεβαίωσης ΑΜΚΑ – Υπεύθυνης δήλωσης». β) εάν ο υπόχρεος δεν ταυτοποιηθεί, τότε γίνεται άμεσα η απόδοση ΑΜΚΑ, καταχωρούνται τα στοιχεία του στο Εθνικό Μητρώο και ακολουθεί η εκτύπωση της «Βεβαίωσης ΑΜΚΑ  Υπεύθυνης Δήλωσης». γ)… 5. Η «Βεβαίωση ΑΜΚΑ Υπεύθυνη Δήλωση» παραδίδεται στον ενδιαφερόμενο για οπτικό έλεγχο των ατομικών στοιχείων και ενυπόγραφη αποδοχή τους. Στη συνέχεια υπογράφεται από τον αρμόδιο υπάλληλο και παραδίδεται στον ενδιαφερόμενο. 6. … . ʼρθρο 7 (Διαδικασία μεταβολής ή επικαιροποίησης ατομικών στοιχείων του Εθνικού Μητρώου)  2. Καμία μεταβολή στοιχείων στο Εθνικό Μητρώο δεν αλλάζει τον ΑΜΚΑ μετά την 1.6.2009, ο οποίος παραμένει σταθερός και αμετάβλητος και προσδιορίζει για πάντα ένα και μόνο φυσικό πρόσωπο. 3.  .».

8. Επειδή, από τον συνδυασμό των παρατιθέμενων στις σκέψεις 6 και 7 διατάξεων προκύπτουν τα ακόλουθα: Η απονομή Α.Μ.Κ.Α., ως αριθμού εργασιακής και ασφαλιστικής ταυτοποίησης όλων των πολιτών της χώρας, αποβλέπει, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεση του ν. 3655/2008,  στην ολοκλήρωση του έργου δημιουργίας Εθνικού Γενικού Μητρώου ασφαλισμένων και συνταξιούχων και Εθνικού Γενικού Μητρώου εργοδοτών, που καθιερώθηκε με το άρθρο 64 του ν. 2084/1992, όπως ισχύει. Ειδικώτεροι σκοποί του έργου αυτού είναι, κατά την εν λόγω εισηγητική έκθεση, η ποιοτική βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών κοινωνικής ασφαλίσεως σε όλους τους πολίτες και η ταχύτερη εξυπηρέτησή τους στις κάθε είδους συναλλαγές τους με τους ασφαλιστικούς φορείς, η ευχέρεια επικοινωνίας και ανταλλαγής στοιχείων μεταξύ των φορέων, η εξάλειψη του φαινομένου της μη νόμιμης πολλαπλής ασφάλισης ή συνταξιοδότησης του ίδιου ατόμου σε/από διαφορετικούς φορείς, ο έλεγχος του φαινομένου εισφοροδιαφυγής και εισφοροαποφυγής, η παροχή πληροφοριών στους κοινοτικούς εταίρους για τους εργαζόμενους που διακινούνται στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, για την ταχύτερη ασφάλιση και συνταξιοδότησή τους, η αντικατάσταση των Αριθμών Μητρώων (ΑΜ) που σήμερα χορηγούν οι Ασφαλιστικοί Φορείς στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους τους από τον ΑΜΚΑ, καθώς και η παροχή έγκυρων και αξιόπιστων στοιχείων στα κέντρα λήψης αποφάσεων (Πολιτική Ηγεσία, Γενική Γραμματεία Κοινωνικής Ασφάλισης, Διοικήσεις Φορέων). Για την εκπλήρωση των ανωτέρω σκοπών, ο Α.Μ.Κ.Α., ο οποίος παραμένει αμετάβλητος καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής των φυσικών προσώπων και είναι ανεξάρτητος από κάθε μεταβολή των στοιχείων τα οποία είχαν δηλωθεί μέχρι την 1.6.2009 (άρθρο 7 της κ.υ.α. υπ’ αριθμ. οικ. 7791/245/Φ80321/30.3.2009), καθιερώνεται από την ημερομηνία αυτή ως προαπαιτούμενο στοιχείο για την έναρξη απασχολήσεως και ασφαλίσεως, την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών, την έκδοση ή ανανέωση βιβλιαρίων ασθενείας, την απονομή και καταβολή των συντάξεων και γενικότερα των πάσης φύσεως παροχών, επιδομάτων και βοηθημάτων, είναι δε υποχρεωτική η αναγραφή του επί όλων των αντίστοιχων παραστατικών. Ο αριθμός αυτός, ο οποίος είναι μοναδικός για κάθε υπόχρεο, αποδίδεται σε όλους τους ασφαλισμένους και συνταξιούχους, καθώς επίσης και σε κάθε πρόσωπο που εργάζεται ή πρόκειται να αναλάβει εργασία εντός των ορίων της χώρας. Ειδικώτερα, όπως αναφέρεται στην επίσημη ιστοσελίδα της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων …, ο Α.Μ.Κ.Α. είναι ένας 11ψήφιος αριθμός, ο οποίος αποτελείται από τρία τμήματα, από τον συνδυασμό των οποίων προκύπτει και η μοναδικότητά του: (α) το πρώτο τμήμα είναι εξαψήφιο και δηλώνει την ημερομηνία γεννήσεως (ημέρα/μήνας/έτος) του συγκεκριμένου υπόχρεου, (β) το δεύτερο τμήμα είναι τετραψήφιο και δηλώνει τον αύξοντα αριθμό καταχωρίσεως στο οικείο Εθνικό Μητρώο του υπόχρεου (για τους άνδρες ο αριθμός αυτός είναι περιττός, ενώ για τις γυναίκες άρτιος) και (γ) το τρίτο τμήμα είναι μονοψήφιο και αποτελεί χαρακτήρα ελέγχου που δίδεται από τη μηχανογράφηση. Αρμόδιος φορέας για τη δημιουργία του Εθνικού Μητρώου Ασφαλισμένων, Συνταξιούχων και Εργοδοτών είναι η ανώνυμη εταιρεία ………………. ΑΕ (…. ΑΕ), η οποία διαθέτει προσβάσιμο στο ευρύ κοινό ενημερωτικό διαδικτυακό κόμβο ……….., υποχρεούται δε, στο πλαίσιο ενημερώσεως των υπόχρεων, να τυπώσει, ως παραστατικά του Α.Μ.Κ.Α., «κάρτες κοινωνικής ασφάλισης» (άρθρο 2 παρ. της κυα οικ.7791/245/Φ80321/30.3.2009).

9. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι η χορήγηση στην αιτούσα του Α.Μ.Κ.Α. εχώρησε κατά παράβαση της διαδικασίας που διαγράφεται από τις παρατιθέμενες ανωτέρω διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 5 της κοινής υπουργικής αποφάσεως οικ. 7791/245/Φ80321/2009, καθόσον η απόδοση σε αυτήν του Α.Μ.Κ.Α. έγινε χωρίς την ενυπόγραφη αποδοχή εκ μέρους της των στοιχείων του Α.Μ.Κ.Α.. Η διαδικασία, όμως, που διαγράφεται στο εν λόγω άρθρο 5, προβλέπει την παράδοση στον ενδιαφερόμενο της Βεβαίωσης Α.Μ.Κ.Α. μετά από ενυπόγραφη αποδοχή των αναγραφόμενων σε αυτήν ατομικών του στοιχείων, κατόπιν μεταβάσεως του ίδιου (ή του εκπροσώπου του) σε Κ.Ε.Π. ή σε γραφείο Α.Μ.Κ.Α. προκειμένου, επιδεικνύοντας τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, είτε να του γνωστοποιηθεί ο Α.Μ.Κ.Α.  σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι έχει ταυτοποιηθεί, δηλαδή έχει ήδη ΑΜΚΑ  είτε να του αποδοθεί άμεσα ο Α.Μ.Κ.Α.  σε περίπτωση που δεν έχει ταυτοποιηθεί. Εν προκειμένω δε, από τα εξιστορούμενα στο δικόγραφο της κρινόμενης αιτήσεως, δεν προκύπτει ότι η αιτούσα ακολούθησε την ανωτέρω διαδικασία αποκτήσεως Α.Μ.Κ.Α. με την μετάβαση της ίδιας ή εκπροσώπου της σε Κ.Ε.Π. ή σε γραφείο Α.Μ.Κ.Α., αλλά αντιθέτως, όπως η ίδια αναφέρει (βλ. σκέψη 5), της είχε αποδοθεί Α.Μ.Κ.Α., είχε δηλαδή ήδη ταυτοποιηθεί (βλ. άρθρα 153 παρ.3 του ν. 3655/2008 και 2 παρ. 2 της ανωτέρω ΚΥΑ), έλαβε δε γνώση του γεγονότος αυτού μέσω του αντιγράφου της ειδοποίησης πληρωμής εισφορών ασφάλισης β΄ εξαμήνου 2011 που της απεστάλη, από το οποίο αντίγραφο, κατά τους ομολογημένους κατά τα ανωτέρω ισχυρισμούς της, για πρώτη φορά πληροφορήθηκε τον αριθμό του αναγραφόμενου σε αυτό Α.Μ.Κ.Α. της. Συνεπώς, ο λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως νόμω αβάσιμος. Τούτο δε ανεξαρτήτως του ότι η κατά το ανωτέρω άρθρο ενυπόγραφη αποδοχή των ατομικών στοιχείων του Α.Μ.Κ.Α. έχει την έννοια της βεβαίωσης εκ μέρους του υποχρέου ότι τα στοιχεία αυτά έχουν αναγραφεί σωστά στην Βεβαίωση Α.Μ.Κ.Α., και όχι της παροχής από αυτόν έγγραφης συναινέσεως ως προς αυτόν καθ` εαυτόν τον αριθμό ασφάλισης, ο οποίος συγκροτεί τον Α.Μ.Κ.Α..

10. Επειδή, στο άρθρο 9Α του Συντάγματος ορίζεται ότι «Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει». Εξ άλλου, ο ν. 2472/1997 («Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», Α΄ 50), ο οποίος είχε ήδη θεσπισθεί σε εκπλήρωση υποχρεώσεως του κοινού νομοθέτη απορρέουσα τόσο από τις συνταγματικές διατάξεις περί προστασίας της αξίας του ανθρώπου, της ελεύθερης αναπτύξεως της προσωπικότητάς του και διασφαλίσεως της ιδιωτικής του ζωής (ΣτΕ1185/2010, 3545/2002) όσο και από την υποχρέωση συμμορφώσεως προς την Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24-10-1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (L. 281) [βλ. την εισηγητική έκθεση του νόμου], ορίζει, στο άρθρο 1 («αντικείμενο»), ότι: «Αντικείμενο του παρόντος νόμου είναι η θέσπιση των προϋποθέσεων για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς προστασία των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως της ιδιωτικής ζωής» και, στο άρθρο 2 («Ορισμοί»), ότι: «Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου νοούνται ως: α) «Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» κάθε πληροφορία που αναφέρεται στο υποκείμενο των δεδομένων.  . β. [όπως η περίπτωση αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 18 παρ. 1 του ν. 3471/2006, Α` 133] «Ευαίσθητα δεδομένα», τα δεδομένα που αφορούν στην φυλετική ή εθνική προέλευση, στα πολιτικά φρονήματα, στις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, στη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, στην υγεία, στην κοινωνική πρόνοια και στην ερωτική ζωή, στα σχετικά με ποινικές διώξεις ή καταδίκες, καθώς και στη συμμετοχή σε συναφείς με τα ανωτέρω ενώσεις προσώπων.  . γ) «Υποκείμενο των δεδομένων», το φυσικό πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα και του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί,  . δ) «Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» («επεξεργασία»), κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιείται, από το Δημόσιο ή από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου ή ένωση προσώπων ή φυσικό πρόσωπο με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων μεθόδων και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώριση, η οργάνωση, η διατήρηση ή αποθήκευση, , η χρήση, η διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλης μορφής διάθεση, η συσχέτιση ή ο συνδυασμός, η διασύνδεση… . ζ) «Υπεύθυνος επεξεργασίας», οποιοσδήποτε καθορίζει το σκοπό και τον τρόπο επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως φυσικό ή νομικό πρόσωπο, δημόσια αρχή ή υπηρεσία ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός. Όταν ο σκοπός και ο τρόπος επεξεργασίας καθορίζονται με διατάξεις νόμου ή κανονιστικές διατάξεις εθνικού ή κοινοτικού δικαίου, ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή τα ειδικά κριτήρια βάσει των οποίων γίνεται η επιλογή του καθορίζονται αντίστοιχα από το εθνικό ή κοινοτικό δίκαιο.  . ια) «Συγκατάθεση» του υποκειμένου των δεδομένων, κάθε ελεύθερη, ρητή και ειδική δήλωση βουλήσεως, που εκφράζεται με τρόπο σαφή και εν πλήρη επιγνώσει, και με την οποία, το υποκείμενο των δεδομένων, αφού προηγουμένως ενημερωθεί, δέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν.  ». Περαιτέρω, ο ίδιος νόμος ορίζει, στο άρθρο 4 παρ. 1, ότι «Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας πρέπει: α) Να συλλέγονται κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο για καθορισμένους, σαφείς και νόμιμους σκοπούς και να υφίστανται θεμιτή και νόμιμη επεξεργασία ενόψει των σκοπών αυτών. β) Να είναι συναφή, πρόσφορα και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται ενόψει των σκοπών της επεξεργασίας. γ)…», και στο άρθρο 5 ότι «1. Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του. 2. Κατ` εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεση, όταν: α)… . β) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκπλήρωση υποχρεώσεως του υπεύθυνου επεξεργασίας, η οποία επιβάλλεται από το νόμο. γ)… . δ) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση έργου δημοσίου συμφέροντος ή έργου που εμπίπτει στην άσκηση δημόσιας εξουσίας και εκτελείται από δημόσια αρχή ή έχει ανατεθεί από αυτή είτε στον υπεύθυνο επεξεργασίας είτε σε τρίτο, στον οποίο γνωστοποιούνται τα δεδομένα. ε)…». Τέλος, το άρθρο 7 ορίζει, στην παρ. 1, ότι «Απαγορεύεται η συλλογή και η επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων», με τις προβλεπόμενες στην παρ. 2 εξαιρέσεις.

11. Επειδή, η κατά το άρθρο 9Α του Συντάγματος προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν εξικνείται μέχρι της πλήρους απαγορεύσεως της επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων, αλλά είναι δυνατή η θέσπιση όρων και προϋποθέσεων, υπό τις οποίες είναι επιτρεπτή η επεξεργασία τους, προς προστασία των δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών των φυσικών προσώπων και ιδίως της ιδιωτικής ζωής (βλ. ΣτΕ 1616/2012, 7μ.). Για τον σκοπό, άλλωστε αυτόν, όπως έχει κριθεί (Ολ ΣτΕ 2280, 2282/2001, βλ. επίσης ΣτΕ 2255/2005), προκειμένου τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα να τύχουν νόμιμης επεξεργασίας, απαιτείται σε κάθε περίπτωση, ασυνδέτως δηλαδή προς συγκεκριμένο πρόσωπο, να συντρέχουν σωρευτικά οι προϋποθέσεις του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 2472/1997, που, μεταξύ άλλων, ορίζει ότι τα δεδομένα πρέπει να συλλέγονται και να υφίστανται επεξεργασία κατά τρόπο θεμιτό και νόμιμο, για σαφείς και νόμιμους σκοπούς. Συνεπώς, όταν εκτελείται επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, πρέπει αυτή να προβλέπεται ειδικώς από διάταξη νόμου, σύμφωνη με το Σύνταγμα, άλλως η επεξεργασία είναι μη νόμιμη και επιβάλλεται η διακοπή της, ανεξάρτητα από τυχόν παρέμβαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Εφόσον δε συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 4 παρ.1 του  ν. 2472/1997 (νόμιμη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων για σαφείς και νόμιμους σκοπούς), εξετάζεται περαιτέρω αν συντρέχουν και οι προϋποθέσεις της διατάξεως του άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 2472/2997, κατά την οποία η επεξεργασία των δεδομένων επιτρέπεται κατ` αρχήν μόνον εάν το υποκείμενο έχει δώσει τη συγκατάθεσή του, κατ` εξαίρεση δε και χωρίς τη συναίνεση αυτού, όταν η επεξεργασία είτε είναι αναγκαία για την εκπλήρωση υποχρεώσεως του εκάστοτε υπευθύνου επεξεργασίας, η οποία επιβάλλεται από τον νόμο, είτε είναι αναγκαία για την εκτέλεση έργου δημοσίου συμφέροντος ή έργου που εμπίπτει στην άσκηση δημόσιας εξουσίας και εκτελείται από δημόσια αρχή ή έχει ανατεθεί από αυτή είτε στον υπεύθυνο επεξεργασίας είτε σε τρίτο, στον οποίο γνωστοποιούνται τα δεδομένα.

12. Επειδή, ο Α.Μ.Κ.Α., υπό την προπεριγραφείσα μορφή του, συνιστά δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 2472/1997, καθόσον από την επεξεργασία του μπορεί να προσδιορισθεί η ταυτότητα του υποκειμένου του. Ειδικώτερα, από το πρώτο τμήμα του ενδεκαψήφιου αριθμού που τον συνθέτει, το οποίο, όπως προελέχθη, συγκροτείται από τα έξι ψηφία της ημεροχρονολογίας γεννήσεως του κατόχου του, δύναται να προσδιορισθεί η ηλικία αυτού, η οποία επίσης συνιστά δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα. Η κατά τον ανωτέρω τρόπο επεξεργασία του Α.Μ.Κ.Α, ως δεδομένου προσωπικού χαρακτήρα, εις ό,τι αφορά το ανωτέρω πρώτο εξαψήφιο τμήμα αυτού, παρίσταται νόμιμη και θεμιτή, κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 1 του ν. 2479/1997. Τούτο διότι η επεξεργασία αυτή στοιχεί προς τους προεκτεθέντες δημόσιους σκοπούς που θάλπει ο ν. 3655/2008, οι οποίοι είναι σαφείς και θεμιτοί συνταγματικώς, εφόσον κατατείνουν στην εκπλήρωση της ευθέως προβλεπόμενης από το Σύνταγμα (άρθρο 22 παρ.5) υποχρέωσης παροχής αποτελεσματικών υπηρεσιών κοινωνικής ασφάλισης. Περαιτέρω δε, η εν λόγω επεξεργασία, παρίσταται νόμιμη, κατά την έννοια του άρθρου 5 παρ. 2 του ν. 2479/1997, ακόμη και χωρίς την συγκατάθεση του υποχρέου, εφόσον ήταν αναγκαία για την εκπλήρωση της υποχρεώσεως του υπεύθυνου επεξεργασίας, η οποία θεμιτώς, κατά τα αμέσως ανωτέρω, προβλέπεται και επιβάλλεται από τον νόμο. Κατόπιν τούτων, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται ότι η απόδοση στην αιτούσα του Α.Μ.Κ.Α. εχώρησε κατά παράβαση των άρθρων 9Α του Συντάγματος και 4 παρ.1 και 5 παρ. 1 του ν. 2472/1997, καθόσον δια του πρώτου εξαψήφιου τμήματος του Α.Μ.Κ.Α. αποκαλύπτεται το προσωπικό δεδομένο της ηλικίας της σε απροσδιόριστο αριθμό προσώπων και σε διάφορες υπηρεσίες (σε υπαλλήλους του Δημοσίου, τραπεζικούς υπαλλήλους, φαρμακοποιούς, Δ.Ο.Υ., Ασφαλιστικά Ταμεία, νοσοκομεία, ΟΑΕΔ, Επιθεώρηση Εργασίας), το στοιχείο δε αυτό δεν υπόκειται πλέον στους κανονισμούς του φορολογικού ή τραπεζικού απορρήτου ή του απορρήτου υγείας, καθώς και ότι η γνώση και η χρήση συνδυαστικά και των Α.Μ.Κ.Α. συγγενικών της προσώπων δύναται να επιτρέψει την επεξεργασία και ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων της αιτούσης (όπως η υγεία ή η ερωτική ζωή). Το συναφές δε επιχείρημα της αιτούσης ότι ο νομοθέτης, αναγνωρίζοντας ότι τίθεται ζήτημα παραβιάσεως προσωπικών δεδομένων, προέβλεψε ότι επί του εργοσήμου που προβλέπεται στα άρθρα 20 του ν. 3863/2010 και 3 παρ. 2 δ της κατ` εξουσιοδότηση του νόμου αυτού εκδοθείσης υπουργικής αποφάσεως 14913/343/Φ10034/ 2011 (Β΄ 1586), αναγράφεται ο Α.Μ.Κ.Α. του εργοδότη με απόκρυψη των 7 πρώτων ψηφίων αυτού, δεν ευσταθεί, διότι, εν πάση περιπτώσει, η εν λόγω διάταξη της υπουργικής αποφάσεως δεν προβλέπει απόκρυψη του επίμαχου πρώτου τμήματος του Α.Μ.Κ.Α. αλλά ορίζει ότι πρέπει να είναι «κρυμμένο ένα μέρος του ώστε να μην είναι εμφανής».

13. Επειδή, τέλος, κατά τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά, η κατά τον προεκτεθέντα τρόπο επεξεργασία του Α.Μ.Κ.Α., ο οποίος συντίθεται, κατά το επίμαχο πρώτο εξαψήφιο τμήμα του, από την ημεροχρονολογία γεννήσεως του ενδιαφερομένου, δικαιολογείται από την ανάγκη ικανοποιήσεως των προαναφερθέντων, θεμιτών, κατά τα ανωτέρω, επιδιωκόμενων με τον ν. 3655/2008 δημόσιων σκοπών, ιδίως δε της ποιοτικής βελτίωσης των παρεχόμενων υπηρεσιών κοινωνικής ασφάλισης όλων των πολιτών και της ταχύτερης εξυπηρέτησής τους στις κάθε είδους συναλλαγές τους με τους ασφαλιστικούς φορείς, και, συνεπώς, τελεί σε αναλογία προς τους σκοπούς αυτούς. Ο προεκτεθείς δε τρόπος σύλληψης και δημιουργίας του ΑΜΚΑ, κατά το επίμαχο τμήμα του, παρίσταται, κατ’ αρχήν, και πρόσφορος, λαμβανομένης υπόψη και της πρόδηλης χρηστικότητάς του για τον ίδιο τον υπόχρεο, που πιο εύκολα δύναται να συγκρατήσει στη μνήμη του έναν απαραίτητο για διάφορες χρήσεις 11ψήφιο αριθμό, του οποίου τα 6 πρώτα ψηφία τού είναι αυτομάτως γνωστά, καθόσον συμπίπτουν με την ημερομηνία γέννησής του, δεδομένου και του ότι χρειάζεται να θυμάται ταυτόχρονα για τις πρακτικές του ανάγκες και καθημερινές συναλλαγές του περισσότερους αριθμούς (αριθμό αστυνομικής ταυτότητας, ΑΦΜ, κωδικούς χρήσης τραπεζικών καρτών κλπ) [βλ. σχετικές σκέψεις της 56/2010 απόφασης της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα επί του συναφούς ερωτήματος εάν η υποχρεωτική αναγραφή του ΑΜΚΑ των γιατρών και των φαρμακοποιών στα συνταγολόγια των ασφαλιστικών οργανισμών και η εντεύθεν αποκάλυψη της ηλικίας τους, συνιστά νόμιμη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα]. ʼλλωστε, η ηλικία του προσώπου είναι εύκολα διακριβώσιμη και από άλλα δημόσια παραστατικά που χρησιμοποιεί ο πολίτης στις καθημερινές του συναλλαγές (ταυτότητα, διαβατήριο κλπ), επί των οποίων αναγράφεται ευθέως η ημερομηνία γεννήσεώς του. Ενόψει τούτων, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίον προβάλλεται ότι ο ανωτέρω τρόπος σύνθεσης του Α.Μ.Κ.Α., κατά το επίμαχο πρώτο μέρος του, δεν είναι πρόσφορος και παραβιάζει την κατά το άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας. Απαραδέκτως δε προβάλλεται, ως πλήσσων τον ανωτέρω τεχνικό τρόπο συνθέσεως του Α.Μ.Κ.Α., ο ειδικότερος ισχυρισμός της αιτούσης ότι θα μπορούσε να είχε επιλεγεί προσφορότερος τρόπος συγκροτήσεως του Α.Μ.Κ.Α. και, συγκεκριμένα, ότι το επίμαχο εξαψήφιο τμήμα του, που αποκαλύπτει την ηλικία του υποχρέου, θα μπορούσε να μην είναι αναγνώσιμο αλλά αλγοριθμικά κρυμμένο.

14. Επειδή, κατόπιν τούτων, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως αβάσιμη.

Δ ι ά  τ α ύ τ α

Απορρίπτει την αίτηση.

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 5 Ιουνίου 2013

Η Προεδρεύουσα Αντιπρόεδρος                      Ο Γραμματέας

Ε. Σαρπ                                                           Ν. Αθανασίου

και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 6ης Μαρτίου 2018.

Η Προεδρεύουσα Σύμβουλος                          Η Γραμματέας

Αικ. Χριστοφορίδου                                        Μ. Τσαπαρδώνη
Ρ.Κ.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *