Η ΠΟΛΕΟΔΟΜΗΣΗ – ΠΡΑΞΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΕΝΑ. Η
ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΒΟΛΟΥ. ΤΑ ΝΕΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΜΕΤΑ ΤΙΣ
ΑΛΛΑΓΕΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ*

(Παρουσιάστηκε στο 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Πολεοδομίας – Χωροταξίας στο Βόλο 28.9.2015)

ΝΙΚΟΣ ΜΟΣΧΟΣ
Δικηγόρος
Υπ. Διδάκτωρ Πολεοδομίας, Χωροταξίας Π.Θ.
Μ.Δ.Ε. Δημοσίου Δικαίου ΔΠΘ-Ποινικού Δικαίου ΔΠΘ- Πολεοδομίας, Χξιας Π.Θ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΥΜΕΝΙΔΗΣ
Τοπογράφος μηχανικός
Υπ.Μ.Δ.Ε. Πολεοδομίας – Χωροταξίας Π.Θ.

Περίληψη

Το πολεοδομικό εργαλείο της Πράξης Εφαρμογής περιλαμβάνει όλες τις ενέργειες που απαιτούνται για την πραγμάτωση της πολεοδομικής μελέτης.
Αυτό επιτυγχάνεται με την πραγματοποίηση των εισφορών σε γη και χρήμα, καθώς και με τις απαιτούμενες τακτοποιήσεις και προσκυρώσεις οικοπέδων και ρυμοτομήσεις. Η Πράξη Εφαρμογής περιλαμβάνει το περιεχόμενο των πράξεων ρυμοτομίας, προσκύρωσης και αναλογισμού αποζημίωσης, πραγματοποιεί την εισφορά σε γη, αποτελεί το υπόβαθρο για την εισφορά σε
χρήμα, προσδιορίζει τις εδαφικές εκτάσεις που καταλαμβάνονται από κοινωφελείς χώρους, δηλαδή περιλαμβάνει όλες τις ενέργειες για την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης.

Σε πρακτικό επίπεδο έχουν παρουσιαστεί πολλά προβλήματα που αποτυπώνονται κυρίως στη μεγάλη χρονική απόσταση από την κατάρτιση ενός γενικού πολεοδομικού σχεδίου και στην συνέχεια της πολεοδομικής μελέτης, έως την τελική μελέτη της πράξης εφαρμογής και των δεδομένων που εντωμεταξύ έχουν δημιουργηθεί, στον τρόπο υπολογισμού των εισφορών σε γη και χρήμα, στα κενά που παρουσιάζονται ειδικά στις πράξεις εφαρμογής στους παραδοσιακούς οικισμούς.

Το κενό μεταξύ θεσμικού πλαισίου και πρακτικού επιπέδου τις Πράξεις Εφαρμογής είναι το κύριο σημείο στόχευσης του παρόντος άρθρου. Η ανάλυση του αντικειμένου αυτού αποκτά μεγαλύτερη ερμηνευτική δυνατότητα με την εξέταση ως case study της πολεοδομικής ενότητας της Αγ. Παρασκευής, ενός παραδοσιακού οικισμού προ του 1923, ο οποίος περιλαμβάνεται στο πολεοδομικό συγκρότημα Βόλου – Ν. Ιωνίας και
των προβλημάτων που έχουν δημιουργηθεί. Συγκεκριμένα, με το ΦΕΚ.109/Δ/18-2-1999, εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη, η διαδικασία της
οποίας , είχε ξεκινήσει στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 (Ε.Π.Α.) και με το υπόβαθρο της εποχής. Ο χαρακτήρας του οικισμού, έχει δύο όψεις : το
πυκνοδομημένο – παραδοσιακό τμήμα και το αραιοδομημένο, με καθαρά αγροτικό προσανατολισμό. Το χρονικό διάστημα των σχεδόν 15 χρόνων, που
διήρκεσαν οι συμμετοχικές διαδικασίες, δημιούργησαν – κληρονόμησαν τεράστια προβλήματα στην πράξη εφαρμογής. Το ανεπίκαιρο υπόβαθρο και
συνεπακόλουθα το διάταγμα έγκρισης των πυκνοδομημένων τμημάτων (3551/781/98 απόφαση Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ) , ο διττός χαρακτήρας της
περιοχής, η μεγάλη επεμβασιμότητα της ρυμοτομικής μελέτης στο παραδοσιακό τμήμα, η μεγάλη καθυστέρηση των συμμετοχικών διαδικασιών,
αλλά και ο ερχομός της οικονομικής κρίσης, δημιούργησαν σοβαρές αντιδράσεις των κατοίκων, η οποία με την έλλειψη πολιτικής βούλησης, έφεραν σε τέλμα την πράξη εφαρμογής.

Παράλληλα μέσω της μελέτης περίπτωσης, γίνεται επισκόπηση των θεσμικών και πρακτικών κενών, μέσα από το πρίσμα του αρ. 24 του Συντάγματος, του ν. 1337/1983 και του ν. 2508/1997. Επίσης εξετάζονται τα νέα δεδομένα που δημιουργεί το νέο νομοθετικό πλαίσιο, ειδικά με τους ν. 4269/2014 «χωροταξική και πολεοδομική μεταρρύθμιση – βιώσιμη ανάπτυξη» και ν. 4315/2014 «πράξεις εισφοράς σε γη και χρήμα – ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις και άλλες διατάξεις»

Λέξεις Κλειδιά:  πολεοδομική μελέτη, πράξη εφαρμογής,
νέο νομοθετικό πλαίσιο, πολεοδομικός σχεδιασμός, Αγ. Παρασκευή Βόλου,
παραδοσιακοί οικισμοί

 

1.  Εισαγωγή

Η επέμβαση της Πολιτείας στο χώρο, μέσω του χωροταξικού – πολεοδομικού σχεδιασμού, είτε με το προϊσχύον (ν.2742/1999, ν.2508/1997 ν.1337/1983) σύστημα, είτε με τον νέο ν.4269/14, καταλήγει στην πολεοδομική μελέτη και στην εφαρμογή της. Η πολεοδομική μελέτη και η πράξη εφαρμογής (ρυμοτομικό σχέδιο εφαρμογής κατά τον νέο νόμο) εξειδικεύει και υλοποιεί τους στόχους και τις γενικές αρχές του ΓΠΣ και του ΣΧΟΟΑΠ (ΤΧΣ) τα οποία περιέχουν γενικές αρχές και κατευθύνσεις για την ανάπτυξη ή αναμόρφωση της αστικής και εξωαστικής οικιστικής περιοχής και τα οποία, όντας στο τοπικό επίπεδο σχεδιασμού,  με την σειρά τους εξειδικεύουν τις κατευθύνσεις του εθνικού, περιφερειακού, είτε μητροπολιτικού επιπέδου σχεδιασμού.
Συνεπώς η πράξη εφαρμογής, είναι το τελευταίο στάδιο επέμβασης της πολιτείας στον χώρο και αυτό που έχει αμεσότερη επίδραση και στους κατοίκους και στις ιδιοκτησίες τους, και γι’ αυτό πρέπει να δίνεται μεγάλη σημασία , αλλά και προσοχή στα οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα που έχει.

2. Η πράξη εφαρμογής
Μετά την εκπόνηση και έγκριση της πολεοδομικής μελέτης, με την διαδικασία που θέσπιζε το σύστημα πολεοδομικού σχεδιασμού του ν. 1333/1983, ακολουθούσε το στάδιο εφαρμογής του. Η εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης πραγματοποιείται σύμφωνα με το αρ. 12 παρ. 1 του ν. 1337/1983, με την σύνταξη, κύρωση και μεταγραφή της Πράξης Εφαρμογής (Π.Ε.)
Περιεχόμενο της Π.Ε. αποτελεί ένα σύνολο ενεργειών προκειμένου να αποκτηθεί η γη και να διατεθεί για τους σκοπούς που αναφέρει η παρ. 8 του αρ. 8 του ν. 1337/1983 και κυρίως για την απόκτηση των κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων καθώς και να υλοποιηθεί ο σχηματισμός των οικοδομικών τετραγώνων (ιδιοκτησιών), όπως αυτά προβλέπονται από την πολεοδομική μελέτη. Αυτό επιτυγχάνεται με την πραγματοποίηση των εισφορών σε γη  και χρήμα, καθώς και με τις απαιτούμενες τακτοποιήσεις και προσκυρώσεις οικοπέδων και ρυμοτομήσεις ακινήτων.  Η Π.Ε. περιλαμβάνει το περιεχόμενο των πράξεων ρυμοτομίας, προσκύρωσης και αναλογισμού αποζημίωσης του ν.δ. της 17.7.1923 και επί πλέον πραγματοποιεί την εισφορά σε γη, αποτελεί το υπόβαθρο για την εισφορά σε χρήμα, προσδιορίζει τις εδαφικές εκτάσεις που καταλαμβάνονται από κοινωφελείς χώρους κλπ Γενικά περιλαμβάνει όλες τις ενέργειες που απαιτούνται για την εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης.
Σε εφαρμογή του άρθρου 24 παρ. 3 του Συντάγματος ο ν. 1337/1983 εισήγαγε στο ελληνικό πολεοδομικό δίκαιο το θεσμό της πράξης εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης  και ανέθεσε σ’ αυτήν  την πραγματοποίηση της πολεοδομικής εισφοράς σε γη και χρήμα. Ειδικότερα, στο πλαίσιο της λειτουργίας του θεσμού της εισφοράς σε γη, οι ιδιοκτήτες των περιοχών οι οποίες εντάσσονται στο πολεοδομικό σχέδιο ή στις οποίες αυτό επεκτείνεται, είναι υποχρεωμένες να συμμετέχουν στη δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων που προβλέπονται από την πολεοδομική μελέτη με την εισφορά σε γη. Η εισφορά σε γη αποτελείται από ποσοστό επιφάνειας κάθε ιδιοκτησίας πριν από την πολεοδόμησή της. Το ύψος του ποσοστού επιφανείας κάθε ιδιοκτησίας εξαρτάται από το είδος του πολεοδομικού έργου και από το μέγεθος της κάθε ιδιοκτησίας. Ο καθορισμός της εισφοράς σε γη δε γίνεται με αντικειμενικά κριτήρια, αλλά αυτή κλιμακώνεται σε ποσοστά ανάλογα με το μέγεθος των ιδιοκτησιών, με απώτερο σκοπό την ελάττωση της σχετικής επιβάρυνσης των ιδιοκτησιών μικρού μεγέθους και την αύξηση αντίστοιχα της σχετικής επιβάρυνσης των μεγάλων ιδιοκτησιών. Επιπλέον, οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που περιλαμβάνονται σε περιοχές οι οποίες εντάσσονται ή στις οποίες επεκτείνεται το πολεοδομικό σχέδιο οφείλουν να συμμετέχουν με καταβολή χρηματικής εισφοράς στη δαπάνη για την κατασκευή των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων. Ο νόμος επιβάλλει προοδευτική κλιμακωτή εισφορά μόνο ανάλογα με το εμβαδόν της ιδιοκτησίας η οποία υπολογίζεται επί της οικοπεδικής αξίας κατά το χρόνο κυρώσεως της πράξης εφαρμογής

Από όλο το πνεύμα του ν. 1337/1983 συνάγεται ότι σε κάθε προηγούμενο στάδιο πρέπει να γίνεται μια κατά προσέγγιση εκτίμηση των στοιχείων και των δεδομένων που θα αποτελέσουν τη βάση της ρύθμισης του επόμενου σταδίου, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η αλληλουχία των σταδίων αυτών, καθώς και η συνέπεια και αρμονία στην όλη πολεοδομική ρύθμιση. Αναφορικά με την σχέση πολεοδομικής μελέτης και Π.Ε., η διαδικασία της τελευταίας κατά νόμο (αρ. 12 παρ. 5 του Ν. 1337/1983), προωθείται εκ παραλλήλου προς τη διαδικασία έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης. Όπως έχει γίνει δεκτό, η γνώση της έκτασης που θα προέλθει από τις εισφορές, έστω και κατά προσέγγιση, είναι αναγκαία στο στάδιο του πολεοδομικού σχεδιασμού, προκειμένου να καθορισθούν οι αναγκαίοι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι. Διότι, εάν η έκταση αυτή είναι ανεπαρκής για να καλύψει τις ανάγκες δημιουργίας των ως άνω χώρων, όπως εκτιμώνται, τότε επιβάλλεται η προσφυγή στη ρυμοτόμηση, το μέτρο της οποίας προσδιορίζεται από τον προϋπολογισμό της εν λόγω έκτασης.

3. Η μελέτη περίπτωσης της Αγ. Παρασκευής Βόλου

3.1 Γενικές Παρατηρήσεις- Ιστορικό της Πράξης Εφαρμογής της Αγ. Παρασκευής
Ο οικισμός της Αγ. Παρασκευής, είναι παραδοσιακός, προϋφιστάμενος του 1923, σύμφωνα με το από 11-6-1980 Προεδρικό Διάταγμα (ΦΕΚ.374/δ/1980). Ο οικισμός Αγ. Παρασκευή περιλαμβάνεται στο πολεοδομικό συγκρότημα Βόλου – Ν. Ιωνίας και λοιπών οικισμών, για το σύνολο δε του Πολεοδομικού Συγκροτήματος εγκρίθηκε το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΓΠΣ) με την υπ’ αρ. 52368/2143/23.7.1985 Απόφαση Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ, όπως αυτή έχει τροποποιηθεί.

Το ρυμοτομικό σχέδιο πόλης, της πολεοδομικής ενότητας της Αγ. Παρασκευής, του Δήμου Βόλου, εγκρίθηκε με το ΠΔ της 18.2.1999 «Έγκριση πολεοδομικής μελέτης του οικισμού Αγ. Παρασκευής του Δήμου Βόλου» (ΦΕΚ.109/δ/18-2-1999.) βάσει των διατάξεων του Ν. 1337/1983. Ήδη με την 3551/781/10.2.1998 Υ.Α. ΥΠΕΧΩΔΕ είχαν καθορισθεί τα πυκνοδομημένα τμήματα του οικισμού. Εκτείνεται σε περιοχή 650 περίπου στρεμμάτων, από τα οποία τα 270 βρίσκονται σε πυκνοδομημένο τμήμα. Για την έγκριση του Π.Δ. λήφθηκαν οκτώ (8) αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Βόλου

Τον Φεβρουάριο του 1999, προκηρύχθηκε η μελέτη της Πράξης Εφαρμογής. Τον Ιανουάριο του 2000 συγκροτήθηκε η Επιτροπή για την επιλογή αναδόχου. Τον Ιούνιο του 2000 επιλέχθηκε η σύμπραξη δυο μελετητικών σχημάτων για την εκπόνηση της μελέτης.  Μετά από σειρά ενστάσεων και προσφυγών, στο Διοικητικό Εφετείο και το Συμβούλιο Επικρατείας, υπογράφηκε τελικώς η από 20.12.2000 σύμβαση μεταξύ του Δήμου Βόλου και σύμπραξης μελετητικών γραφείων..
Με το Π.Δ. της 18.5.2006 (ΦΕΚ.423/δ/18-5-2006) «τροποποίηση του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου του οικισμού Αγ. Παρασκευής Δήμου Βόλου και επιβολή προκηπίου» εγκρίθηκαν οι τροποποιήσεις του ρυμοτομικού σχεδίου πόλης, κατά την διαδικασία της πράξης εφαρμογής.
Τον Απρίλιο του 2009, παραδόθηκε στον Δήμο Βόλου η μελέτη της πράξης εφαρμογής, και αναρτήθηκε για την υποβολή ενστάσεων, από τους ενδιαφερόμενους. Υποβλήθηκαν συνολικά 214 ενστάσεις, από τις οποίες το μεγαλύτερο ποσοστό (περίπου 80%) καταφερόταν κατά του νόμου 1337/83 και της συνταγματικότητας του, ενώ οι υπόλοιπες κατά του καθεστώτος εισφορών σε γη και χρήμα και άλλων πιο εστιασμένων θεμάτων. Πέραν από την αντίδραση στο καθεστώς της εισφοράς σε γη και χρήμα, προβάλλονται οι ισχυρισμοί ότι καταστρέφεται ο παραδοσιακός χαρακτήρας του οικισμού και ότι σχεδιάζονται πολύ μεγάλοι δρόμοι και κοινόχρηστοι χώροι, τους οποίους δεν χρειάζεται η περιοχή.
Το Δημοτικό Συμβούλιο Βόλου, κατά το έτος 2009, παρουσία πλήθους κατοίκων της συνοικίας, με την υπ’ αριθ. 347/2009 ομόφωνη απόφαση του «κάνει δεκτή την πρόταση του Δημάρχου να μην προχωρήσει ο Δήμος Βόλου στην διαδικασία κύρωσης της πράξης εφαρμογής στη «Συνοικία Αγίας Παρασκευής Βόλου» και να κινηθεί προς την κατεύθυνση Νομοθετικής ρύθμισης με απαίτηση να εξαλειφθούν οι κοινωνικές αδικίες εισφοράς σε γη και χρήμα».
Μετά από συνεχείς παρεμβάσεις και επικοινωνία με το αρμόδιο Υπουργείο και μετά από ερμηνεία του, η μελέτη επανυποβλήθηκε στις 26-6-2012 από τους μελετητές, διορθωμένη ως προς τις εισφορές σε χρήμα, του πυκνοδομημένου τμήματος, του παραδοσιακού οικισμού (συγκεκριμένα μηδενίστηκαν). Φυσικά οι αντιδράσεις των κατοίκων, συντονιζόμενες από τον Εξωραϊστικό Πολιτιστικό Σύλλογο της περιοχής συνεχίστηκαν, με την απαίτηση την τροποποίηση του ΠΔ που καθόριζε τα πυκνοδομημένα τμήματα, την κατάργηση των εισφορών σε χρήμα, ακόμη και στα αραιοδομημένα, ακόμη και την κατάργηση της αρχικής πολεοδομικής μελέτης και την επαναφορά στο προηγούμενο καθεστώς του οικισμού. Το θέμα της υλοποίησης της Πράξης Εφαρμογής έχει εξελιχθεί σε ένα ζήτημα «ταμπού» για την πόλη του Βόλου, το οποίο έχει δημιουργηθεί από τις έντονες αντιδράσεις των κατοίκων σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών, αλλά και την απροθυμία των δημοτικών αρχών να προωθήσουν την κύρωση της Πράξης Εφαρμογής.

3.2  Τα πρακτικά και θεσμικά κενά των Πράξεων Εφαρμογής μέσα από την περίπτωση της Αγ. Παρασκευής
Από τα στοιχεία του Τμ. Σχεδίου Πόλης της Δ/σης Υπηρεσίας Δόμησης ΤΟΥ Δήμου Βόλου ,  προκύπτουν τα εξής :
α/  Οι αποζημιώσεις από τον Δήμο προς ιδιοκτήτες ανέρχονται σε 35,72 στρέμματα ενώ τα έσοδα (μετατροπές εισφοράς γης σε χρήμα, προσκυρώσεις κλπ) ανέρχονται σε 23,1 στρέμματα  Συνεπώς, η πράξη εφαρμογής είναι ελλειμματική κατά 12,62 στρέμματα, με αποτέλεσμα, λαμβάνοντας υπ’ όψη και την αδυναμία απόδοσης της εισφοράς σε χρήμα από τους ιδιοκτήτες, ο Δήμος, να αδυνατεί, όχι μόνο να προχωρήσει σε υλοποίηση των κοινόχρηστων – κοινωφελών χώρων, αλλά και να αποκαταστήσει τους βαρυνόμενους ιδιοκτήτες.
β/   Υπήρξε πίεση (καθυστερημένη όμως) από τους ιδιοκτήτες να υπαχθεί η πολεοδομική ενότητα της Αγ. Παρασκευής στο άρθρο 13 του Ν.1337/83, με περιορισμό, ακόμη και μηδενισμό, της εισφοράς σε χρήμα. Φυσικά αυτό ήταν αδύνατο κατά τον χρόνο του αιτήματος, αφού έπρεπε να υποβληθεί πριν την έγκριση του διατάγματος και όχι στην φάση της πράξης εφαρμογής. Ωστόσο επισημαίνεται ότι παρόλο που η απαίτηση αυτή έχει φαινομενικά κοινωνικό χαρακτήρα, η εφαρμογή του εν λόγω άρθρου, ακόμη και εάν νομικά υπήρχε περίπτωση, καταστούσε την πολεοδομική μελέτη ανεφάρμοστη. Για παράδειγμα, αναφέρουμε την περίπτωση της πολεοδομικής ενότητας Αγριάς, του πρώην Δήμου Αγριάς, η οποία με Π.Δ του 1990 υπάχθηκε στο άρθρο 13. Ο παραπάνω Δήμος, συνενώθηκε με τον Δήμο Βόλου, με το πρόγραμμα Καλλικράτης και συγχρόνως κληρονομήθηκε ένα χρέος του δήμου περίπου 4.500.000 € προς τους ιδιοκτήτες, ενώ η αντίστοιχη οφειλή τους είναι μόλις 500.000€ Το αποτέλεσμα είναι η πλήρης αδυναμία, στην σημερινή κατάσταση, να εφαρμοστεί η μελέτη, από πλευράς του δήμου.
γ/ Ένα σημαντικό σημείο, που πιστεύουμε έχει παραβλεφθεί από τους ενιστάμενους κατοίκους της περιοχής μελέτης, είναι οι υποχρεώσεις από τις πράξεις αναλογισμού, στο πυκνοδομημένο τμήμα του οικισμού. Δηλαδή, η οποιαδήποτε ζητούμενη απαλοιφή της εισφοράς σε χρήμα, δεν τους απαλλάσσει από τις υποχρεώσεις τους, οι οποίες είναι αρκετά σημαντικές, σαν ωφελούμενοι παρόδιοι, για την υλοποίηση των κοινόχρηστων χώρων.
δ/ Το υπόβαθρο της πολεοδομικής μελέτης, στηρίχθηκε σε φωτογραμμετρικά διαγράμματα, φωτοληψίας 1982-83 (Ε.Π.Α.) και ενημερωμένες με τα κτηματολογικά στοιχεία εκείνης της εποχής. Το Π.Δ. που καθόρισε τα πυκνοδομημένα τμήματα, εγκρίθηκε το 1998, δηλ. μετά από 15 χρόνια. Ο καθορισμός των πυκνοδομημένων έγινε σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του από 24-8-1983 Π.Δ. (ΦΕΚ.409/δ/1983) . Επίσης δυνάμει της εφαρμογής του αναφερόμενου Π.Δ., για την κατ’ αρχήν αναγνώριση πυκνοδομημένης περιοχής, το κάθε κτίριο πρέπει να απέχει από ένα τουλάχιστον κτίριο άλλης ιδιοκτησίας το πολύ 40μ.
Σ’ όλο αυτό το διάστημα, χορηγούνταν οικοδομικές άδειες, ανεγείρονταν νέες οικοδομές, οι οποίες φυσικά δεν αποτυπώνονταν στο κτηματολογικό υπόβαθρο του διατάγματος έγκρισης. Αποτέλεσμα ήταν το όριο των πυκνοδομημένων να είναι ξεπερασμένο με χαρακτηριστικές περιπτώσεις, να τέμνει όμορες δομημένες ιδιοκτησίες.
ε/  Στις δηλώσεις ιδιοκτησίας, από την αρχή της Ε.Π.Α. υπήρχε η εξής παράγραφος : «Δέχομαι αντί ολόκληρης ή μέρους της εισφοράς σε χρήμα που μου αναλογεί να προσφέρω ίσης αξίας τμήμα της ιδιοκτησίας μου». Η εμπειρία λέει, ότι σχεδόν κανείς δεν συμπλήρωνε αυτή την παράγραφο, αφού η αξία της γης, ήταν πολύ ψηλά στην συνείδηση του Έλληνα και προτιμούσαν ακόμη και το αντίθετο. Δηλ. να εξαγοράσουν την οφειλόμενη εισφορά σε γη, με χρήμα (μετατροπή εισφοράς γης σε χρήμα). Ο ερχομός όμως της οικονομικής κρίσης, άλλαξε το σκηνικό. Η επιβάρυνση της ιδιοκτησίας με δυσβάσταχτη φορολογία, η πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας και συνεπώς ο περιορισμός των δυνατοτήτων εκμετάλλευσης της ιδιοκτησίας, είχε σαν αποτέλεσμα να ζητάνε οι ιδιοκτήτες (κυρίως οι μεγάλες ιδιοκτησίες) να αποδώσουν τμήμα της εναπομένουσας (μετά και την αφαίρεση της εισφοράς σε γη)  ιδιοκτησίας τους , για ελάφρυνση του βάρους της εισφοράς σε χρήμα ..
στ/  Ο Ν.3316/05 (ΦΕΚ.42 Α’ / 22-2-2005) «Ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων εκπόνησης μελετών και παροχής συναφών υπηρεσιών ….», συντάχθηκε με σκοπό την αντικειμενικότερη αντιμετώπιση των αναθέσεων των μελετών και περιορισμό στο ελάχιστο της μεροληψίας, από πλευράς των αναθετουσών υπηρεσιών. Δίνει κάθε δικαίωμα προσφυγής των μελετητών (ακόμη και στο Σ.τ.Ε.), σε κάθε στάδιο της ανάθεσης, για αποφυγή κάθε αδικίας. Αυτό όμως, σε συνδυασμό με τον τεράστιο φόρτο των δικαστηρίων, προκαλεί σημαντικές καθυστερήσεις στις αναθέσεις των πράξεων εφαρμογής, διευρύνοντας το διάστημα, μεταξύ πολεοδομικής μελέτης και εφαρμογής. Θα αναφέρουμε τις τελευταίες μελέτες κτηματολογίου, οι οποίες προκηρύχθηκαν και προχωράει η ανάθεση τους, μειώνοντας σε δύο από τρία, τα στάδια ελέγχου – προσφορών. Συγκεκριμένα, κατήργησαν την Τεχνική προσφορά (όπου χωρούσαν και οι περισσότερες προσφυγές) και από τα δικαιολογητικά συμμετοχής, πηγαίνουν απευθείας στην Οικονομική προσφορά, μειώνοντας σημαντικά τον χρόνο ανάθεσης.
ζ/  Οι προηγούμενες δημοτικές αρχές, προχώρησαν σε εκτεταμένη διαβούλευση, σε όλα τα στάδια, χρησιμοποιώντας κάθε μέσο κοινοποίησης – δημοσίευσης, αλλά και παρατείνοντας σημαντικά τις προθεσμίες υποβολής ενστάσεων, προκειμένου να αποφύγουν την λήψη απόφασης που θα δυσαρεστήσει μια ολόκληρη συνοικία.  Αυτό φυσικά, βοήθησε ουσιαστικά, στην ενημέρωση και στην κατανόηση της μελέτης, από πλευράς των ιδιοκτητών.  Ακραίο ωστόσο παράδειγμα, που υπερβαίνει τις συμμετοχικές διαδικασίες, ήταν η απερίγραπτη απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου (ομόφωνη) του 2009, που αποφασίζει  αναρμοδίως  την μη κύρωση της πράξης εφαρμογής,  παρόλο που δεν έχει την νομική αυτή δυνατότητα, δεδομένου ότι οι πράξεις εφαρμογής κυρωνόταν με απόφαση Περιφερειάρχη, με αποτέλεσμα την σημερινή κατάσταση. Η τελευταία δημοτική αρχή έφτασε στο σημείο να υποβάλλει και συγκεκριμένη πρόταση νόμου με στόχο ο υπολογισμός των εισφορών σε χρήμα των παραδοσιακών οικισμών να ακολουθήσει την κλιμάκωση των οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων.

3.3  Η σημερινή κατάσταση της Π.Ε. της Αγ. Παρασκευής
Σήμερα, παραμένει εκκρεμής η κύρωση της πράξης εφαρμογής. Αυτό σημαίνει αναστολή έκδοσης οικοδομικών αδειών στις αραιοδομημένες περιοχές της πολεοδομικής ενότητας (από το 2009 που παραδόθηκε η μελέτη). Φυσικά και στα πυκνοδομημένα τμήματα, η χορήγηση οικοδομικής άδειας, γίνεται κατά περίπτωση. Βασικές προϋποθέσεις είναι η απελευθέρωση των κονόχρηστων – κοινωφελών χώρων, αλλά και η μη πρόβλεψη προσκυρώσεων από την μελέτη. Η παραπάνω αναστολή, ανέδειξε και μερίδα ιδιοκτητών που επιθυμούν την εφαρμογή της μελέτης, με τις ισχύουσες διατάξεις με συνέπεια την υποβολή καταγγελιών ακόμη και μηνύσεων

Το πρόβλημα της αναστολής έκδοσης οικοδομικών αδειών, ευτυχώς – δυστυχώς, δεν αναδεικνύεται σημαντικά, λόγω της οικονομικής κρίσης  Ενώ σημαντική παράμετρο αποτελεί η αδυναμία του Δήμου  να υλοποιήσει τους κοινόχρηστους – κοινωφελείς χώρους, απαραίτητους για την λειτουργία της συνοικίας.

4. Τα νέα δεδομένα μετά τις αλλαγές του θεσμικού πλαισίου

4.1  Οι αλλαγές στον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό.
Στις 28.6.2014 δημοσιεύτηκε ο Ν.4269/14, «Χωροταξική και πολεοδομική μεταρρύθμιση – Βιώσιμη ανάπτυξη» (ΦΕΚ.142 Α’/28-6-2014) με τον οποίο θεσπίστηκε ένα νέο πλαίσιο χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού ή χωρικού πλέον σχεδιασμού κατά την διατύπωση του νέο νόμου. Ο νέος νόμος κατήργησε μεγάλο μέρος των διατάξεων της προηγούμενης χωροταξικής και πολεοδομικής νομοθεσίας (ιδίως των νόμων 2742/1999, 2508/1997 και 1337/1983), επαναπροσδιόρισε τις έννοιες, το σύστημα και τη διάρθρωση του χωρικού σχεδιασμού και αναδιοργάνωσε τα επίπεδα, τη διαδικασία και το περιεχόμενο των χωροταξικών και πολεοδομικών σχεδίων καθώς και την μεταξύ τους ιεράρχηση .  Μια επίσκοπηση του συγκεκριμένου νομικού πλαισίου σε σχέση και με το προηγούμενο μπορεί να γίνει με τους πιο κάτω πίνακες :

Πίνακας 1. Στρατηγικός Χωρικός Σχεδιασμός

ΕΠΙΠΕΔΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ    ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΣΧΕΔΙΩΝ    ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ    ΕΓΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΑΞΗ
Εθνικό Επίπεδο    Εθνικά Χωροταξικά Πλαίσια    Κατευθύνσεις σε εθνικό επίπεδο για :
–    τη χωρική οργάνωση των κύριων εθνικών πόλεων κ αξόνων ανάπτυξης
–    Τη χωρική αναδιάρθρωση και δομή του οικιστικού δικτύου της χώρας
–    Τη χωρική διάρθρωση τομέων και κλάδων παραγωγικών δραστηριοτήτων εθνικής σημασίας
–    Τη χωρική διάρθρωση δικτύων και υπηρεσιών τεχνικής, κοινωνικής και διοικητικής υποδομής εθνικού ενδιαφέροντος
–    Τη χωρική ανάπτυξη και οργάνωση περιοχών του εθνικού χώρου με ιδιαίτερη σημασία όπως οι παράκτιες, οι νησιωτικές, οι ορεινές περιοχές κλπ    ΚΥΑ ΠΕΚΑ κ συναρμόδιων υπουργών
Περιφερειακό Επίπεδο    Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια    – Κατευθύνσεις για τη χωρική οργάνωση και ανάπτυξη των 13 περιφερειών της χώρας
– Ειδικά για την Αττική, θέση ΠΧΠ επέχει το νέο Ρυθμιστικό Αθήνας- Αττικής (ν. 4277/2014)    Απόφαση ΥΠΕΚΑ
Πηγή : Γιαννακούρου Γ. (2015), Μια πρώτη, συνολική, επισκόπηση των αλλαγών στο σύστημα χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού – Σκέψεις και προβληματισμοί, ΠερΔικ 2015

Πίνακας 2. Ρυθμιστικός χωρικός σχεδιασμός
Α. ΤΟΠΙΚΑ Κ ΕΙΔΙΚΑ ΧΩΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ
ΤΟΠΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ    ΤΟΠΙΚΑ ΧΩΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ (ΤΧΣ)    Ρύθμιση χρήσεων γης κ όρων δόμησης κ λοιπών όρων χωρικής ανάπτυξης σε μία ή περισσότερες δημοτικές ενότητες του ίδιου νομού ή κ σε διαδημοτικό επίπεδο    Με Π.Δ.
ΕΙΔΙΚΑ ΧΩΡΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ (ΕΧΣ)    Ρύθμιση χρήσεων γής κ όρων δόμησης κ λοιπών όρων χωρικής ανάπτυξης σε περιοχές ανεξαρτήτως διοικητικών ορίων που μπορεί να λειτουργήσουν ως υποδοχείς σχεδίων, έργων κ προγραμμάτων υπερτοπικής κλίμακας ή στρατηγικής σημασίας ή για τις οποίες απαιτείται ειδική ρύθμιση των χρήσεων γης και των λοιπών όρων ανάπτυξης.    Με Π.Δ
Β. ΡΥΜΟΤΟΜΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ (ΡΣΕ)
–    Εξειδίκευση χρήσεων γης κ όρων δόμησης σε περιοχές των ΤΧΣ ή ΕΧΣ που πολεοδομούνται καθώς κ έγκριση ρυμοτομικού σχεδίου (καθορισμός κοινοχρήστων, κοινωφελών κ οικοδομήσιμων χώρων)
–    – εφαρμογή ρυμοτομικού σχεδίου, όπου απαιτείται, και κύρωση της οικείας Π.Ε.    Απόφαση Γ.Γ. Αποκεντρωμένης Δ/σης

Πηγή : Γιαννακούρου Γ. (2015), Μια πρώτη, συνολική, επισκόπηση των αλλαγών στο σύστημα χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού – Σκέψεις και προβληματισμοί, ΠερΔικ 2015

Πίνακας 3.  Σύγκριση  προισχυσαντος κ νέου συστήματος χωρικού σχεδιασμού

ΕΠΙΠΕΔΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ    ΠΡΟΙΣΧΥΣΑΝ ΣΥΣΤΗΜΑ
Κατηγορίες Σχεδίων    Ν. 4269/2014
Κατηγορίες Σχεδίων
Εθνικό Επίπεδο    Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού κ Αειφόρου Ανάπτυξης    Εθνικά Χωροταξικά Σχέδια
Ειδικά Πλαίσια Χξκου Σχεδιασμου κ Αειφόρου Ανάπτυξης
Περιφερειακό Επίπεδο    Περιφερειακά Πλαίσια Χξκου Σχεδιασμού κ Αειφόρου Ανάπτυξης (12 περιφέρειες)    Περιφερειακά Πλαίσια
(12 περιφέρειες)
Μητροπολιτικό Επίπεδο – Μεγάλα αστικά συγκροτήματα    Ρυθμιστικά Σχέδια (αρ. 2 ν. 2508/1997)    Καταργούνται
Τοπικό Επίπεδο    ΓΠΣ/ΣΧΟΑΠ    Τοπικά Χωρικά Σχέδια / Ειδικά Χωρικά Σχέδια ΠΟΑΠΔ, ΠΟΤΑ κλπ
ΠΟΑΠΔ, ΠΟΤΑ κλπ
Πολεοδομικές Μελέτες / Σχέδια Πόλης    Ρυμοτομικά Σχέδια Εφαρμογής
Πηγή : Γιαννακούρου Γ. (2015), Μια πρώτη, συνολική, επισκόπηση των αλλαγών στο σύστημα χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού – Σκέψεις και προβληματισμοί, ΠερΔικ 2015

Στην παρούσα γίνεται προσπάθεια μιας πρώτης επισκόπησης των άρθρων που αφορούν το αντικείμενο μελέτης και όχι ανάλυσης και κριτικής του νόμου .

Συγκεκριμένα , στο άρθρο 10 – «Ρυμοτομικά σχέδια εφαρμογής (Ρ.Σ.Ε.)», στην παράγραφο 1, αναφέρει : «Για την πολεοδόμηση ορισμένης περιοχής απαιτείται η σύνταξη και έγκριση Ρυμοτομικού Σχεδίου Εφαρμογής, με το οποίο εξειδικεύονται, σε κλίμακα πόλης ή οικισμού ή τμημάτων αυτών ή σε ζώνες και περιοχές ειδικών χρήσεων, οι ρυθμίσεις των Τοπικών ή Ειδικών Χωρικών Σχεδίων περί χρήσεων γης και όρων δόμησης και καθορίζονται επακριβώς οι κοινόχρηστοι, κοινωφελείς και οικοδομήσιμοι χώροι της προς πολεοδόμηση περιοχής καθώς και τα διαγράμματα των δικτύων υποδομής.» και συνεχίζει στην παράγραφο 4.δ «Με την απόφαση της προηγούμενης περιπτώσεως κυρώνεται και η οικεία Πράξη Εφαρμογής, όπου απαιτείται, η οποία συντάσσεται ταυτόχρονα και σε άμεση συσχέτιση με τα Ρυμοτομικά Σχέδια Εφαρμογής, κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στα άρθρα 8 και 9 του Ν.1337/1983»
Αυτή η ρύθμιση, αποκλείει πολλά προβλήματα, που προκύπτουν από τον διαχωρισμό της πολεοδομικής μελέτης – ρυμοτομικού σχεδίου και της πράξης εφαρμογής. Ο μελετητής, έχοντας ολοκληρωμένο και σύγχρονο κτηματολογικό διάγραμμα, από την αρχή της μελέτης, ελέγχει τους προβλεπόμενους κοινόχρηστους – κοινωφελείς χώρους και δεν προχωρά σε μελέτες που δεν μπορούν να υλοποιηθούν.
Στην παράγραφο 4.β, του ίδιου άρθρου αναφέρεται : «Τα Ρυμοτομικά Σχέδια Εφαρμογής, πριν από την έγκρισή τους, εκτίθενται με το σχετικό τοπογραφικό χάρτη στον οικείο Δήμο επί είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες. Για το γεγονός αυτό ειδοποιείται το κοινό με σχετική δημοσίευση σε δύο εφημερίδες, τοπικής ή εθνικής κυκλοφορίας. Κατ’ εξαίρεση η πιο πάνω προθεσμία μπορεί να παραταθεί έως και πέντε (5) εργάσιμες ημέρες μετά από αιτιολογημένη εισήγηση της αρμόδιας υπηρεσίας του Δήμου. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν μέσα στην προθεσμία αυτή να λάβουν γνώση των παραπάνω στοιχείων και να υποβάλουν εγγράφως στον οικείο Δήμο τυχόν ενστάσεις τους, τις οποίες ο Δήμος οφείλει να εξετάσει εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από τη λήξη της ανωτέρω προθεσμίας. Εφόσον, μετά την εξέταση των ενστάσεων, προκύπτει ανάγκη τροποποίησης των Ρυμοτομικών Σχεδίων, αυτά αναρτώνται εκ νέου για δέκα (10) εργάσιμες ημέρες προς ενημέρωση του κοινού. Μετά την άπρακτη πάροδο των ως άνω προθεσμιών, τα Ρυμοτομικά Σχέδια προωθούνται προς έγκριση.»
Με το άρθρο αυτό γίνεται προσπάθεια για επιτάχυνση των συμμετοχικών διαδικασιών, οι οποίες πολλές φορές καθυστερούν την υλοποίηση του σχεδιασμού. Η επιχειρηματολογία υπέρ της διάταξης αυτής, ειδικά λαμβανομένης υπόψη της έως τώρα εμπειρίας, υπονομεύεται από τον μνημονιακό χαρακτήρα του άρθρου και του νόμου εν γένει, με σκοπό την διευκόλυνση και επιτάχυνση των επενδύσεων.     Αυτό ενισχύεται, από το γεγονός, ότι οι μοναδικές Τεχνικές Προδιαγραφές που εγκρίθηκαν, είναι για τα Ειδικά Χωρικά Σχέδια, με την υπ’ αριθ. 60702/30-12-2014 απόφαση του αναπληρωτή Υπουργού ΠΕΚΑ.  Με την διάταξη αυτή περιορίζεται λοιπόν στο ελάχιστο την διαβούλευση στο χρονικό διάστημα των 20+5+15+10 ημερών. Φυσικά εάν αυτό εφαρμοζόταν στην περίπτωση μελέτης μας, θα είχαμε εγκεκριμένη πολεοδομική μελέτη και πράξη εφαρμογής, σε ένα απίστευτα μικρό χρονικό διάστημα,  χωρίς ωστόσο τις συμμετοχικές διαδικασίες.  Σε κάθε περίπτωση από την μια ακραία περίπτωση της μη υλοποίησης των πολεοδομικών μελετών, γίνεται προσπάθεια να φτάσουμε στο άλλο άκρο της fast-track πολεοδόμησης, με όποιους κινδύνους μπορεί να έχει αυτό. Θεωρούμε ότι μια διεύρυνση των προθεσμιών και ουσιαστική ενίσχυση των συμμετοχικών διαδικασιών είναι απαραίτητη.

4.2.    Οι αλλαγές στις εισφορές σε γη και χρήμα
Τον Δεκέμβρη του 2014 δημοσιεύθηκε (ΦΕΚ.269 Α//24-12-2014) και ο Ν.4315/14 «Πράξεις εισφοράς σε γη και σε χρήμα – Ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις …..». Τα κύρια σημεία που ενδιαφέρουν την περίπτωση μας, είναι :
α/      Στο άρθρο 1, αντικαθίσταται το άρθρο 8, του Ν.1337/83 και συγκεκριμένα μειώνεται η εισφορά σε γη κατά 10%, για ιδιοκτησίες πάνω από 250 τ.μ. Για ιδιοκτησίες μέχρι 250 τ.μ. η εισφορά παραμένει ίδια.
β/     Ως εμβαδά ιδιοκτησιών για τον υπολογισμό της συμμετοχής σε γη, λαμβάνονται τα εμβαδά που είχαν οι ιδιοκτησίες στις 28-5-2014, η οποία ημερομηνία αντικαθιστά την 10-3-82.
γ/       Ως ιδιοκτησία νοείται το γεωτεμάχιο (αυτοτελές και ενιαίο) και όχι το σύνολο των ιδιοκτησιών που είχε κάποιος, κατά την παραπάνω ημερομηνία.
δ/            Σε πράξεις επιβολής εισφοράς σε χρήμα που εκδόθηκαν μετά την 1-1-2009 έως και την έναρξη ισχύος του νόμου, εφαρμόζεται ενιαία ποσοστιαία μείωση επί του αρχικού ποσού εισφοράς σε χρήμα ίση με 20%.

Τα πρώτα τρία σημεία, αποβλέπουν στην μείωση των εισφορών σε γη, με σαφή κίνδυνο την μη πλήρωση των προβλεπόμενων σταθερότυπων  από τα ΓΠΣ ή ΤΧΣ. Αποτέλεσμα είναι ότι δυσκολεύει η εξεύρεση χώρων, για δημιουργία κοινόχρηστων – κοινωφελών χρήσεων και γενικά, έρχεται σε δεύτερη προτεραιότητα.
Η μείωση του ποσοστού εισφοράς σε χρήμα, που επιβλήθηκαν μεταξύ 1-1-2009 και 24-12-2014, περιορίζεται σε μικρό και συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που θα περιλάβει περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων. Στις παλιές πράξεις εφαρμογής, θα περιλάβει περιπτώσεις διορθωτικών πράξεων που συντάχθηκαν αυτό το διάστημα και φυσικά επιβλήθηκαν νέες εισφορές σε χρήμα. Φυσικά, ακόμα και αυτές οι περιπτώσεις, μειώνουν τα μοναδικά μέσα των δήμων, για την υλοποίηση – κατασκευή των κοινόχρηστων – κοινωφελών χώρων.

Ο Ν.4315/14 επηρεάζει και έμμεσα την περίπτωση μας, με το άρθρο 3 «Διαδικασία τροποποίησης εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων μετά από άρση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης», το οποίο τροποποιεί το αρ.29 του Ν.2831/2000. Έως σήμερα γνωρίζαμε, με τον νόμο 2831/2000, ότι οποιοσδήποτε ιδιοκτήτης, που βαρύνονταν με ρυμοτομία και δεν είχε συντελεστεί η απαλλοτρίωση – αποζημίωση, μετά από παρέλευση 8ετίας, είχε δικαίωμα να προσφύγει στα αρμόδια δικαστήρια και να ζητήσει την άρση της ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης. Εκεί ο δήμος, είχε δικαίωμα να παρασταθεί και να αντιπαραβάλλει τα επιχειρήματα του, περί αναγκαιότητας ή μη του κοινόχρηστου χώρου. Στον παρόντα νόμο, στο άρθρο 3, παρ.α,ββ,γγ  αναφέρει «ββ) είτε έχει αρθεί αυτοδικαίως μετά την παρέλευση δεκαπενταετίας από την έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου, με το οποίο επιβλήθηκε πρώτη φορά η ρυμοτομική απαλλοτρίωση ή δέσμευση του ακινήτου, γγ) είτε έχει αρθεί αυτοδικαίως μετά την παρέλευση πενταετίας από την κύρωση της σχετικής πράξης εφαρμογής ή της πράξης αναλογισμού.» Αυτό σημαίνει, ότι οποιοσδήποτε ιδιοκτήτης, με τις παραπάνω προϋποθέσεις, χωρίς καμιά προειδοποίηση, έχει δικαίωμα να καταθέσει φάκελο τροποποίησης ρυμοτομικού σχεδίου και να καταργήσει οποιονδήποτε κοινόχρηστο χώρο.
Στην περίπτωση μας, στην πολεοδομική ενότητα της Αγ. Παρασκευής, μόλις πέρασε η δεκαπενταετία και η πράξη εφαρμογής δεν έχει κυρωθεί.  Η πρόβλεψη είναι ότι θα υποβληθούν πλήθος  τροποποιήσεων, οι οποίες θα καταργούν εν τοις πράγμασι την πολεοδομική μελέτη και θα ακυρώνεται ο όποιος πολεοδομικός σχεδιασμός.

5. Συμπεράσματα

Το πολεοδομικό εργαλείο των Πράξεων Εφαρμογής, αντιμετώπιζε πολλά πρακτικά προβλήματα στην υλοποίηση των πολεοδομικών μελετών, που αναιρούσε τον επιθυμητό πολεοδομικό σχεδιασμό. Αυτά απορρέανε κυρίως από την σχέση, μεταξύ δύο διαφορετικών οντοτήτων : πολεοδομική μελέτη – πράξη εφαρμογής. Το παράδειγμα της μελέτης της Π.Ε. της Αγ. Παρασκευής με τα αρνητικά χαρακτηριστικά και μειονεκτήματα είναι αρκετά αντιπροσωπευτικό.

Σε αυτή την κατεύθυνση, ο ν.4269/2014, έχοντας στόχο την απλοποίηση των διαδικασιών, τη μείωση των επιπέδων σχεδιασμού, εν προκειμένω ενοποιώντας την πολεοδομική μελέτη και την πράξη εφαρμογής σε ένα επίπεδο αυτό των Ρ.Σ.Ε., κάνει ένα σημαντικό βήμα στην αντιμετώπιση εν γένει αδυναμιών.

Απαραίτητη βέβαια είναι η στήριξη του σχεδιασμού αυτού με τους κατάλληλους μηχανισμούς εφαρμογής, την απλοποίηση της γραφειοκρατίας, την υιοθέτηση καλών πρακτικών, την καθιέρωση μηχανισμών παρακολούθησης , αλλά πάντα προσηλωμένη στην προστασία του κοινόχρηστου – κοινωφελούς χώρου και των σταθερότυπων, των απαραίτητων για την σωστά περιβαλλοντική λειτουργία του αστικού χώρου αλλά και μη παραβλέποντας τους βασικούς κανόνες των συμμετοχικών διαδικασιών, της διαφάνειας, μέσα από την διαβούλευση.

Βιβλιογραφία

Ελληνική
Βροντάκη Μ., (1995),  Η Πράξη Εφαρμογής στη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, περιοδικό Αρμενόπουλος 1995

Γιαννακούρου Γ. (2015), Μια πρώτη, συνολική, επισκόπηση των αλλαγών στο σύστημα χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού – Σκέψεις και προβληματισμοί, ΠερΔικ 2015, σ. 1 επ.

Γώγος Κ., (2008), Η πράξη εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης από την άποψη του διοικητικού δικαίου, Νοέμβριος 2008, Νόμος και Φύση

Κουσιούρη Εμ., (2007), Η Διαδικασία Κατάρτισης και έκδοσης της πράξης εφαρμογής στη νομολογία των διοικητικών Δικαστηρίων, περιοδικό Διοικητική Δίκη 2007

Οικονόμου Δ., (2006), Μια πρόταση για την αναμόρφωση του συστήματος πολεοδομικού σχεδιασμού (αρμοδιοτήτων, σχεδίων, μηχανισμών), ΠερΔιΚ 2006, σ. 219-221

Παπαπετρόπουλο, (2003), Η προστασία των παραδοσιακών οικισμών, Διοικητική Πρακτική και Νομολογία, Νόμος και Φύση 2003

Σκουρή Β., (1995), Η έννομη προστασία στο πλαίσιο των πράξεων εφαρμογής, Αρμενόπουλος, 1995, σ. 1571 επ

Χριστοφιλόπουλο Δ., (1993), Εφαρμογή Πολεοδομικών Σχεδίων, εκδ. Αφοί Σάκκουλα, Αθήνα 1993

Χριστοφιλόπουλο Δ., (2007),  Πράξη Εφαρμογής Πολεοδομικής Μελέτης, εκδ. Σάκκουλας, 2007

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *