Αυθαίρετα κτίσματα, αναγειρόμενα εν μέρει ή εν όλω εντός του αιγιαλού ή της παραλίας ή εντός της θάλασσας, κατεδαφίζονται υποχρεωτικώς. Αποτελεί υποχρέωση της Διοίκησης η έκδοση των σχετικών πρωτοκόλλων, με τα οποία επιβάλλεται η κατεδάφιση των αυθαίρετων κτισμάτων που ανεγείρονται εντός του αιγιαλού ανεξαρτήτως του χρόνου κατασκευής τους και του μονίμου ή μη χαρακτήρα τους. Το πρωτόκολλο κατεδάφισης είναι πράξη πραγματοπαγής και, συνεπώς, η έκδοσή του δεν προϋποθέτει υπαιτιότητα εκείνων που έχουν ανεγείρει τα κατεδαφιστέα κτίσματα.

-Το γεγονός ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση οι αιτούντες κλήθηκαν να κατεδαφίσουν τις αυθαίρετες κατασκευές εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση των πρωτοκόλλων κατά τα λοιπά, κατά το μέρος, δηλαδή, που με αυτά διατάσσεται η απομάκρυνση των αυθαίρετων κατασκευών εντός του αιγιαλού. Οι αιτούντες δεν προβάλλουν ισχυρισμούς σχετικούς με το κατά πόσον η πλημμέλεια αυτή επέδρασε στην έννομη κατάστασή τους, αφού, άλλωστε, η Κτηματική Υπηρεσία Νομού Αιτωλοακαρνανίας κινήθηκε για την κατεδάφιση των αυθαίρετων οικίσκων.

-Τυχόν εκμίσθωση στους αιτούντες των χώρων με τις επ’ αυτών πελάδες από το Ελληνικό Δημόσιο για ορισμένο χρονικό διάστημα δεν καθιστά ανεφάρμοστες τις διατάξεις περί κατεδάφισης αυθαίρετων κατασκευών εντός του αιγιαλού, πολύ δε περισσότερο όταν τα σχετικά πρωτόκολλα εκδίδονται μετά την πάροδο του χρόνου διάρκειας της μίσθωσης, κατά τον οποίο οι αιτούντες κάνουν χρήση των οικίσκων αυθαιρέτως, όπως εν προκειμένω.

Πρόεδρος: Αγγ. Θεοφιλοπούλου
Εισηγητής: Χρ. Ντουχάνης
Δικηγόροι: Ιω. Αντωνιάδης, Ελ. Σβολοπούλου

Βασικές Σκέψεις

2.Επειδή, με την αίτηση αυτή, η οποία παραπέμφθηκε προς εκδίκαση στο Συμβούλιο της Επικρατείας με την 2/2008 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πατρών σε συμβούλιο, ζητείται η ακύρωση των 1264/11.4.2007, 1393/20.4.2007, 1397/20.4.2007 και 1266/11.4.2007 πρωτοκόλλων του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας του Ν. Αιτωλοακαρνανίας, με τα οποία διατάχθηκε η κατεδάφιση και απομάκρυνση αυθαίρετων κατασκευών σε χώρους αιγιαλού στη θέση«Τουρλίδα» της πόλης του Μεσολογγίου του Νομού Αιτωλοακαρνανίας.

3.Επειδή, υπέρ του κύρους των προσβαλλόμενων πρωτόκολλων παρεμβαίνουν το σωματείο με την επωνυμία «Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος», η «Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης», η «Ελληνική Ορνιθολογική – Εταιρεία» η «WWF Ελλάς – Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση», η «Μεσόγειος SOS» και ο σύλλογος για την προστασία της θαλάσσιας χελώνας «ΑΡΧΕΛΩΝ». Εξάλλου, το δικόγραφο της παρέμβασης υπογράφεται από δικηγόρο ως πληρεξούσιο των παρεμβαινόντων. Κατά τη συζήτηση, όμως, της υπόθεσης οι παρεμβαίνοντες δεν παρέστησαν δια πληρεξουσίου δικηγόρου, ούτε νομιμοποίησαν τον υπογράφοντα το δικόγραφο δικηγόρο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 27 του π.δ. 18/1989 (Α’ 8), όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997 (Α’ 67). Συνεπώς, η παρέμβαση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη.

4.Επειδή, στο άρθρο 27 του ν. 2971/2001 «Αιγιαλός και παραλία και άλλες διατάξεις» (Α’ 285) ορίζεται ότι «. 2. Τα πάσης φύσεως κτίσματα και εν γένει κατασκευάσματα, τα οποία έχουν ανεγερθεί ή θα ανεγερθούν χωρίς άδεια στον αιγιαλό ή την παραλία, μετά τον καθορισμό και τη συντέλεση των απαλλοτριώσεων των άρθρων 7 και 10 κατεδαφίζονται, ανεξάρτητα από το χρόνο ανέγερσής τους ή αν κατοικούνται ή άλλως πως χρησιμοποιούνται. Εξαιρούνται κτίσματα και κατασκευάσματα που τελούν υπό την προστασία του Υπουργείου Πολιτισμού. Προς τούτο ο προϊστάμενος της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας εκδίδει πρωτόκολλο κατεδάφισης, το οποίο κοινοποιεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2717/1999 «Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας», σε εκείνον που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως, ο οποίος οφείλει εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση να κατεδαφίσει τα κτίσματα και να άρει τα πάσης φύσεως κατασκευάσματα από τον αιγιαλό ή την παραλία. 3. Αν δεν καταστεί δυνατή η εξακρίβωση της ταυτότητας αυτού που ανήγειρε το παράνομο κτίσμα ή κατασκευή, η Κτηματική Υπηρεσία δημοσιεύει σχετική πρόσκληση σε μία τοπική εφημερίδα, αν εκδίδεται στην περιοχή της αυθαίρετης κατασκευής, και σε μία ημερήσια εφημερίδα . της Πρωτεύουσας του Κράτους, προς οποιονδήποτε γνωρίζει εκείνον που έχει ανεγείρει, για να γνωστοποιήσει στην υπηρεσία την ταυτότητά του. Μετά την άπρακτη πάροδο τριάντα (30) ημερών από την τελευταία δημοσίευση εκδίδεται το πρωτόκολλο κατεδάφισης κατά αγνώστου. 4. . 5. Και στις τρεις περιπτώσεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου το πρωτόκολλο κατεδάφισης τοιχοκολλάται στο υπό κατεδάφιση κτίσμα ή κατασκευή και στο κατάστημα του δήμου ή της κοινότητας, στην περιοχή του οποίου αυτό βρίσκεται. Για την τοιχοκόλληση συντάσσεται έκθεση από το δημόσιο, δημοτικό ή κοινοτικό υπάλληλο που την ενήργησε, η οποία αποστέλλεται στην Κτηματική Υπηρεσία. Η κατεδάφιση γίνεται μετά την παρέλευση δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση του πρωτοκόλλου και την τοιχοκόλλησή του. 5.Η κατεδάφιση ενεργείται με ευθύνη του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας και σε περίπτωση αδυναμίας με τεχνική υποστήριξη που διατίθεται από την Τεχνική Υπηρεσία της αρμόδιας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, ύστερα από αίτημα του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας. Η κατεδάφιση γίνεται σύμφωνα με τις πολεοδομικές διατάξεις, κατόπιν πρότασης του προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας. Η δαπάνη κατεδάφισης βαρύνει αυτόν που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο κατά τις διατάξεις περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων. 7. Τα χωρίς άδεια ή καθ’ υπέρβαση της άδειας έργα και εν γένει κατασκευές μέσα στη θάλασσα αίρονται και απομακρύνονται ανεξάρτητα από τον τρόπο χρησιμοποίησής τους. Εξαιρούνται κτίσματα και κατασκευάσματα που τελούν υπό την προστασία του Υπουργείου Πολιτισμού. Προς τούτο η Κτηματική Υπηρεσία, μετά από πρόταση της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, συντάσσει πρωτόκολλο κατεδάφισης, άρσης και απομάκρυνσης των ανωτέρω έργων ή κατασκευών. Για το πρωτόκολλο αυτό και την εκτέλεσή του εφαρμόζονται ανάλογα οι παράγραφοι 2 έως και 6 του παρόντος άρθρου. Η τοιχοκόλληση του πρωτοκόλλου γίνεται μόνο στο αρμόδιο Λιμεναρχείο. Αν από τα πιο πάνω έργα ή κατασκευές μέσα στη θάλασσα δημιουργείται, κατά την περί τούτου κρίση της αρμόδιας Λιμενικής Αρχής, κίνδυνος για την ασφαλή διεξαγωγή της ναυσιπλοΤας η προθεσμία της παραγράφου 5 για την εκτέλεση του πρωτοκόλλου περιορίζεται σε επτά (7) ημέρες. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται ο τρόπος κατεδάφισης και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού. Με την απόφαση αυτή μπορεί να προβλεφθεί η εκτέλεση του πρωτοκόλλου από υπηρεσία του Δημοσίου ή του οικείου φορέα διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα, ως και η ανάθεση της υλοποίησής της σε ιδιωτικό φορέα. 8 .». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι αυθαίρετα κτίσματα, ανεγειρόμενα εν μέρει ή εν όλω εντός του αιγιαλού ή της παραλίας ή εντός της θάλασσας, κατεδαφίζονται υποχρεωτικώς. Οι διατάξεις αυτές, ειδικές σε σχέση με τις γενικές διατάξεις περί αυθαιρέτων κατασκευών, αποσκοπούν στην άμεση και αποτελεσματική προστασία του αιγιαλού και του θαλασσίου χώρου και επιβάλλουν την αποκατάσταση της μορφής τους, η οποία έχει αλλοιωθεί με την χωρίς άδεια ανέγερση πάσης φύσεως τεχνικού έργου, κτίσματος ή κατασκευάσματος. Αποτελεί, εξάλλου, υποχρέωση της Διοίκησης η έκδοση των σχετικών πρωτοκόλλων, με τα οποία επιβάλλεται η κατεδάφιση των αυθαίρετων κτισμάτων που ανεγείρονται εντός του αιγιαλού ανεξαρτήτως του χρόνου κατασκευής τους και του μονίμου ή μη χαρακτήρα τους. Τέλος, το πρωτόκολλο κατεδάφισης είναι πράξη πραγματοπαγής και, συνεπώς, η έκδοσή του δεν προϋποθέτει υπαιτιότητα εκείνων που έχουν ανεγείρει τα κατεδαφιστέα κτίσματα (πρβλ. ΣτΕ 1880/2010, 3967/2008, 2048/2000, 571/1999, 374/1999, 3333/1983).

5.Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι με τις προσβαλλόμενες πράξεις διατάχθηκε η κατεδάφιση ξύλινων οικίσκων που κατασκευάστηκαν αυθαιρέτως στον κοινόχρηστο χώρο αιγιαλού, όπως αυτός είχε καθοριστεί με την υπ’ αριθ. 1096812/ 6720/ Βοο10/ 2.10.1997 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών «Καθορισμός των ορίων αιγιαλού και δημιουργία ζώνης παραλίας στη θέση Τουρλίδας – Νησί Τουρλίδας και Δήμου Μεσολογγίου Ν. Αιτωλοακαρνανίας» (Δ’ 1002).

6.Επειδή, με την αίτηση ακυρώσεως προβάλλεται ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις εκδόθηκαν χωρίς προηγουμένως να κληθούν οι αιτούντες και φερόμενοι ως κατασκευαστές των οικίσκων για ακρόαση, τούτο δε κατά παράβαση του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος. O λόγος αυτός είναι αβάσιμος, διότι οι προσβαλλόμενες πράξεις στηρίζονται σε αντικειμενικά δεδομένα, μη συνδεόμενα προς την υποκειμενική συμπεριφορά των αιτούντων ή άλλων προσώπων (ΣτΕ 3967/2008, 2680/2007, 833/2002).

7.Επειδή, προβάλλεται, εξάλλου, ότι τα προσβαλλόμενα πρωτόκολλα εκδόθηκαν κατά παράβαση του άρθρου 27 του ν. 2971/2001, διότι οι αιτούντες κλήθηκαν να κατεδαφίσουν τα κτίσματα εντός 15 ημερών από την κοινοποίηση των πρωτοκόλλων προς αυτούς, αντί 30, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις αυτές. Σύμφωνα με τις ως άνω διατάξεις των παρ. 2, 5 και 6 του άρθρου 27 του ν. 2971/2001, το πρωτόκολλο κατεδάφισης κοινοποιείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, σε εκείνον που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως, ο οποίος καλείται να κατεδαφίσει τα κτίσματα και να άρει τα πάσης φύσεως κατασκευάσματα από τον αιγιαλό ή την παραλία εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση. Στην περίπτωση που ο αυθαιρέτως ανεγείρας δεν προβεί στην κατεδάφιση – απομάκρυνση εντός της ανωτέρω προθεσμίας, το πρωτόκολλο κατεδάφισης τοιχοκολλάται στο υπό κατεδάφιση κτίσμα ή κατασκευή και στο κατάστημα του δήμου ή της κοινότητας, στην περιοχή του οποίου αυτό βρίσκεται και η κατεδάφιση γίνεται μετά την παρέλευση δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση του πρωτοκόλλου και την τοιχοκόλλησή του με ευθύνη του Γενικού Γραμματέα της οικείας Περιφέρειας και η δαπάνη κατεδάφισης βαρύνει αυτόν που έχει ανεγείρει αυθαιρέτως. Το γεγονός, ωστόσο, ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση οι αιτούντες κλήθηκαν να κατεδαφίσουν τις αυθαίρετες κατασκευές εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση των πρωτοκόλλων σε αυτούς, δηλαδή εντός προθεσμίας μικρότερης της προβλεπόμενης, δεν επηρεάζει τη νομιμότητα των προσβαλλόμενων πρωτοκόλλων κατά τα λοιπά, κατά το μέρος, δηλαδή, που με αυτά διατάσσεται η απομάκρυνση των αυθαιρέτων κατασκευών εντός του αιγιαλού. Καθόσον, εξάλλου, αφορά την πλημμέλεια καθ’ εαυτή της θέσης προθεσμίας μικρότερης της νόμιμης για την κατεδάφιση των αυθαιρέτων οικίσκων, οι αιτούντες δεν προβάλλουν ισχυρισμούς σχετικούς με το κατά πόσον η πλημμέλεια αυτή επέδρασε στην έννομη κατάστασή τους, αφού, άλλωστε, όπως προκύπτει από το φάκελο της υπόθεσης (βλ. το υπ’ αριθ. 2026/ Φ.720/ 1915-1917, 1921-1954/ 1.8.2008 έγγραφο απόψεων της Διοίκησης προς το Δικαστήριο και το υπ’ αριθ. 2244/22.1.2008 έγγραφο της Διεύθυνσης Ελέγχου και Συντήρησης Έργων της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας), η Κτηματική Υπηρεσία Νομού Αιτωλοακαρνανίας κινήθηκε για την κατεδάφιση των αυθαίρετων οικίσκων, κατ’ εφαρμογή της παρ. 5 του άρθρου 27 του ν. 2971/2001, σε χρόνο κατά πολύ μεταγενέστερο της έκδοσης των προσβαλλομένων πρωτοκόλλων (την 29.1.2008), και επομένως, αυτοί ουδεμία βλάβη υπέστησαν εξαιτίας της συγκεκριμένης πλημμέλειας.

8.Επειδή, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ 3356/2008, 3483/2003, 377, 378/2002 κ.ά.) ο αιγιαλός δεν δημιουργείται με σχετική πράξη της Πολιτείας, αλλά προκύπτει από φυσικά φαινόμενα, δηλαδή τις μεγαλύτερες αλλά συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων, για τη διαπίστωση δε του πραγματικού αυτού γεγονότος η νομοθεσία προβλέπει την πρόσφορη, κατά την αντίληψη του νομοθέτη, διοικητική διαδικασία καθορισμού της σχετικής οριογραμμής. Κατά συνέπεια, η Διοίκηση επιλαμβανόμενη ζητήματος, για το οποίο είναι κρίσιμο στοιχείο ο προσδιορισμός των ορίων του αιγιαλού, οφείλει να προβεί σε παρεμπίπτουσα και αιτιολογημένη κρίση για την συνδρομή του πιο πάνω πραγματικού γεγονότος μόνον εάν δεν έχει καθορισθεί ο αιγιαλός με εκδοθείσα κατά νόμο διαπιστωτική διοικητική πράξη. Εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, και αναφέρεται στις συνοδευόμενες από τοπογραφικά διαγράμματα εκθέσεις ελέγχου, στις οποίες στηρίζονται οι προσβαλλόμενες πράξεις, η οριογραμμή του αιγιαλού στην επίδικη περιοχή έχει καθορισθεί με βάση την οριοθέτηση του χειμερίου κύματος κατά τις προϊσχύουσες του ως άνω ν. 2971/2001 διατάξεις του α.ν. 2344/1940 με την προαναφερόμενη 1096812/6720/ Βοο10/2.10.1997 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Συνεπώς, εφόσον η οριογραμμή του αιγιαλού είχε καθορισθεί με διοικητική πράξη, κατ’ εφαρμογή των ισχυουσών κατά την έκδοσή της διατάξεων, και δεν είχε ανακαθορισθεί, το αρμόδιο για την έκδοση των προσβαλλόμενων πρωτοκόλλων κατεδάφισης όργανο δεν είχε την εξουσία να ελέγξει τη νομιμότητα της ως άνω οριοθέτησης της γραμμής του αιγιαλού. Κατά συνέπεια, η Διοίκηση εν προκειμένω, όχι μόνο δεν ήταν υποχρεωμένη, αλλά δεν είχε καν κατά νόμον δυνατότητα να εκφέρει παρεμπίπτουσα κρίση ως προς τη νομιμότητα της αρμοδίως καθορισμένης οριογραμμής αιγιαλού, πολύ δε περισσότερο να αιτιολογήσει την κρίση της αυτή. Είναι, ως εκ τούτου, απορριπτέος ως αβάσιμος ο λόγος ακυρώσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι δεν νοείται ανάβαση κύματος και, συνεπώς, καθορισμός οριογραμμής αιγιαλού εντός λιμνοθάλασσας και ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις επικαλούμενες μόνον την ανωτέρω υπ’ αριθ. 1096812/1997 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δεν είναι ειδικώς αιτιολογημένες.

9.Επειδή, αβασίμως προβάλλεται εξάλλου ότι οι προς κατεδάφιση ξύλινοι οικίσκοι αποτελούν κτίσματα υπό την προστασία του Υπουργού Πολιτισμού και, επομένως, εξαιρούνται της κατεδάφισης, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 27 του ν. 2971/2001, διότι είναι τμήμα του πασσαλόπηκτου παραδοσιακού ψαράδικου οικισμού των πελάδων της πόλης του Μεσολογγίου, ο οποίος χαρακτηρίστηκε ως παραδοσιακός με την 84/1997 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Μεσολογγίου. Και τούτο, διότι, από κανένα στοιχείο του φακέλου δεν προκύπτει, ούτε εξάλλου, οι αιτούντες ισχυρίζονται ότι υπήρξε πράξη του Υπουργού Πολιτισμού είτε πριν είτε μετά την έναρξη ισχύος του ήδη ισχύοντος ν. 3028/ 2002, με την οποία οι εν λόγω κατασκευές να έχουν υπαχθεί σε προστατευτικό καθεστώς και, μάλιστα, του Υπουργείου Πολιτισμού ή, έστω, πράξη, με την οποία αυτές να έχουν υπαχθεί σε άλλο καθεστώς προστασίας.

10.Επειδή, τέλος, προβάλλεται από τους αιτούντες ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις εκδόθηκαν κατά παράβαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, της αρχής δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και κατά κατάχρηση εξουσίας, διότι, όπως αναγράφεται στο δικόγραφο, οι αιτούντες κάνουν χρήση των συγκεκριμένων οικίσκων επί πολλές δεκαετίες έχοντας μισθώσει τους οικίσκους από το Δημόσιο, στο οποίο κατέβαλλαν τα σχετικά μισθώματα δυνάμει μισθωτηρίων συμβολαίων. Ο λόγος αυτός, όπως προβάλλεται είναι απορριπτέος αφενός μεν ως αόριστος, αφού δεν προσδιορίζεται ποιοί ακριβώς από τους αιτούντες είχαν προβεί στις ανωτέρω εκμισθώσεις («. κάνω χρήση της συγκεκριμένης πελάδας .», «. της πελάδας μου .»), εν πάση δε περιπτώσει ως αβάσιμος, διότι κατά τα ήδη εκτεθέντα, αποτελεί υποχρέωση της Διοίκησης να επιβάλει την κατεδάφιση αυθαίρετων κτισμάτων ανεγειρόμενων εντός του αιγιαλού με την έκδοση πρωτοκόλλου κατεδάφισης, τούτο δε ανεξαρτήτως του χρόνου κατασκευής τους, καθώς και της υπαιτιότητας ή μη όσων κάνουν χρήση τους, ενώ, κατά τα λοιπά, η αρχή της χρηστής διοίκησης δεν έχει, κατά τα παγίως κριθέντα, πεδίο εφαρμογής προκειμένου περί διοικητικών πράξεων εκδιδομένων κατά δέσμια αρμοδιότητα (πρβλ. ΣτΕ 4470/2010). Σε κάθε περίπτωση, τέλος, τυχόν εκμίσθωση στους αιτούντες των χώρων με τις επ’ αυτών πελάδες από το Ελληνικό Δημόσιο για ορισμένο χρονικό διάστημα δεν καθιστά ανεφάρμοστες τις διατάξεις περί κατεδάφισης αυθαιρέτων κατασκευών εντός του αιγιαλού, πολύ δε περισσότερο όταν τα σχετικά πρωτόκολλα εκδίδονται μετά την πάροδο του χρόνου διάρκειας της μίσθωσης, σε χρόνο, δηλαδή, κατά τον οποίο οι αιτούντες κάνουν χρήση των οικίσκων αυθαιρέτως, όπως εν προκειμένω (βλ. 1736/Φ.720/1951-4/27.5.2010 έγραφο της Κτηματικής Υπηρεσίας Αιτωλοακαρνανίας προς το Συμβούλιο της Επικρατείας).

11.Επειδή, κατόπιν τούτων η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *