Μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο. Κληρονομία. Ποινική ευθύνη οφειλέτη και δη κληρονόμου οφειλέτη. Ασκηση ποινικής δίωξης μετά ένα έτος από την πάροδο της προθεσμίας προς αποποίηση. Ευθύνη κληρονόμου με το ευεργέτημα της απογραφής. Ευθύνεται για τις υποχρεώσεις της κληρονομίας έως το ενεργητικό της. Πραγματικά περιστατικά. Ποινική Δικονομία. Αναίρεση. Λόγοι. Ελλειψη αιτιολογίας. Εσφαλμένη ερμηνεία. Κληρονόμος με το ευεργέτημα της απογραφής. Αποδείχθηκε η ύπαρξη του ενεργητικού της περιουσίας, όσο και το ύψος των μη καταβληθέντων χρεών. Ορθή και αιτιολογημένη η απόφαση. Απορρίπτει αναίρεση.

Αριθμός 890/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ` ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Φράγκο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, (κωλυομένου του Τακτικού Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Νικολάου Ζαΐρη), Ειρήνη Κιουρκτσόγλου-Πετρουλάκη – Εισηγήτρια, Δήμητρα Λεοντάρη- Μπουρνάκα (κωλυομένου του Αρεοπαγίτη Γεωργίου Αδαμόπουλου), Μαρία Βασιλάκη και Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Μαΐου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικόλαου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος- κατηγορουμένου Θ. Λ. του Χ., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Σπυρίδωνα Φυτράκη, για αναίρεση της υπ` αριθ. 603/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Καστοριάς.

Το Τριμελές Πλημ/κείο Καστοριάς με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ` αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Δεκεμβρίου 2012 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 82/2013.

Αφού άκουσε

Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 25 παρ. 1 του ν. 1882/1990, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 23 παρ.1 του ν. 2523/1997 και, στη συνέχεια, με το άρθρο 34 παρ.1 του ν. 3220/1-1-2004, η καθυστέρηση καταβολής των βεβαιωμένων στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (ΔΟΥ) και τα τελωνεία χρεών προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, διώκεται ύστερα από αίτηση του προϊσταμένου της ΔΟΥ ή του Τελωνείου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους και τιμωρείται με ποινή φυλάκισης: α) τεσσάρων τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών, ο οποίος συνοδεύει υποχρεωτικά την ως άνω αίτηση, υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, β) έξι τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α`, υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, γ) ενός τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α`, υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ”. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 25 παρ.2 εδ. α και β του ν. 1882/1990, “στις πιο κάτω περιπτώσεις οφειλετών του Δημοσίου και τρίτων, πλην ιδιωτών, οι προβλεπόμενες ποινές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, επιβάλλονται και προκειμένου: α) για ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, στους προέδρους των Δ.Σ, ….. β) για εταιρίες ομόρρυθμες ή ετερόρρυθμες, στους ομόρρυθμους εταίρους και στους διαχειριστές τους. Κατά την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 23 του ν. 2523/1997, “για τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 2 του παρόντος άρθρου η ποινική δίωξη ασκείται για χρέη προς το Δημόσιο και τρίτους, πλην ιδιωτών, που ήταν βεβαιωμένα κατά το χρόνο απόκτησης της πιο πάνω ιδιότητας ή βεβαιώθηκαν κατά τη διάρκεια που είχαν τη συγκεκριμένη ιδιότητα, ανεξάρτητα αν μεταγενέστερα απέβαλαν την ιδιότητα αυτή με οποιονδήποτε τρόπο ή για οποιαδήποτε αιτία, καθώς και για τα χρέη που βεβαιώθηκαν, ανεξάρτητα από τη λύση ή μη των νομικών προσώπων, αλλά γεννήθηκαν ή ανάγονται στο χρόνο που είχαν την ιδιότητα αυτή …”. Κατά την παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου για χρέη βεβαιωμένα σε βάρος κληρονομούμενου η ποινική δίωξη των κληρονόμων ασκείται μετά ένα (1) έτος από την πάροδο της προθεσμίας προς αποποίηση της επαχθείσας κληρονομίας ή κληροδοσίας, ενώ κατά την παράγραφο 6 του ίδιου άρθρου, την ίδια ευθύνη με τους οφειλέτες έχουν και οι από οποιαδήποτε αιτία συνυπόχρεοι καταβολής και οι εγγυητές χρεών κατά τα ανωτέρω. Κατά των εγγυητών και των συνυπόχρεων καταβολής χρεών προς το Δημόσιο λαμβάνονται όλα τα μέτρα που προβλέπονται από τη νομοθεσία που ισχύει κατά των πρωτοφειλετών, χωρίς να απαιτείται βεβαίωση του χρέους σε βάρος τους.

Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 1847 Α.Κ. “ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών που αρχίζει από τότε που έμαθε την επαγωγή και το λόγο της …” ενώ κατά τη διάταξη του άρθρου 1902 του ίδιου Κώδικα “όσο ο κληρονόμος έχει δικαίωμα να αποποιηθεί την κληρονομία, μπορεί να δηλώσει ότι την αποδέχεται με το ευεργέτημα της απογραφής …” και τέλος κατά τη διάταξη του άρθρου 1904 του ίδιου Κώδικα, “ο κληρονόμος με απογραφή ευθύνεται για τις υποχρεώσεις της κληρονομίας έως το ενεργητικό της …”. Με το ανωτέρω άρθρο 34 του ν. 3220/2004, όπως αναφέρεται στην Εισηγητική Εκθεση του τελευταίου, επέρχονται ορισμένες τροποποιήσεις και βελτιώσεις, όσον αφορά την ποινική δίωξη των οφειλετών. 1) Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, μεταξύ άλλων, το ποινικό αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο και λοιπών βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων εσόδων στις Δ.Ο.Υ. και τα Τελωνεία αντιμετωπίζεται πλέον ενιαία ως προς το χρόνο διάπραξής του, ανεξαρτήτως του ποσού καταβολής των χρεών σε δόσεις ή εφάπαξ, 2) στο κατώτερο ληξιπρόθεσμο ποσό οφειλής, για την οποία ζητείται η ποινική δίωξη, υπολογίζονται μαζί με τη βασική οφειλή και οι λοιπές επιβαρύνσεις, όπως οι τόκοι και οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, 3) οι ποινές καθορίζονται βάσει του κατώτερου ποσού συνολικής κατά οφειλέτη ληξιπρόθεσμης οφειλής ανεξαρτήτως του είδους του χρέους (παρακρατούμενοι ή επιρριπτόμενοι φόροι, δάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου κ.λπ.) και 4) αυξάνονται τα όρια του χρέους για τη μη καταβολή του οποίου ζητείται η ποινική δίωξη του οφειλέτη, από το ένα εκατομμύριο (1.000.000) δραχμές στα δέκα χιλιάδες (10.000) Ευρώ. Επομένως, με το άρθρο 34 § 1 του Ν. 3220/2004 μεταβλήθηκε ο χρόνος τελέσεως, ο τρόπος υπολογισμού της παραγραφής και εισήχθη η ενιαία αντιμετώπιση των χρεών όσον αφορά το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο και λοιπών βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων εσόδων στις Δ.Ο.Υ. και τα τελωνεία ανεξαρτήτως του ποσού καταβολής των χρεών σε δόσεις ή εφάπαξ και στο κατώτερο ληξιπρόθεσμο ποσό οφειλής για την οποία ζητείται η ποινική δίωξη υπολογίζονται μαζί με τη βάσιμη οφειλή και οι λοιπές επιβαρύνσεις (τόκοι, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής ενώ οι ποινές υπολογίζονται με βάση το κατώτερο ποσό συνολικής κατά οφειλέτη ληξιπρόθεσμης οφειλής ανεξαρτήτως του είδους του χρέους παρακρατούμενοι ή εισπραττόμενοι φόροι, δάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου κ.λ.π.), ενώ αυξάνονται και τα όρια του χρέους για τη μη καταβολή του οποίου ζητείται η ποινική δίωξη του οφειλέτη. Ελλειψη της απαιτούμενης από τα άρθρα 93 παρ. 3 Συντάγματος και 139 Κ.Π.Δ. ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που ιδρύει λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` του Κ.Π.Δ., υπάρχει, όταν δεν εκτίθενται σε αυτήν με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχτηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που αποδείχτηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει από την απόφαση με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί όλα τα αποδεικτικά μέσα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά. Δεν αποτελούν λόγους αναίρεσης, η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, καθόσον στην περίπτωση αυτή πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Το έγκλημα της παραβάσεως του άρθρου 25 Ν. 1882/1990 που είναι πλημμέλημα, αφού τιμωρείται με ποινή φυλακίσεως (άρθρο 18 Π.Κ.), προϋποθέτει δόλο (πρόθεση), αφού δεν καθορίζεται υπό του άνω άρθρου το είδος της υπαιτιότητας. Εντεύθεν και δεν απαιτείται ειδική αιτιολογία του δόλου ούτε και στην περίπτωση που κάποιος καταδικάσθηκε για την παράβαση του άρθρου 25 παρ. 1 Ν. 1882/1990 αφού και στην περίπτωση αυτή, ο δόλος εξυπακούεται ότι ενυπάρχει, στην θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που απαρτίζουν την έννοια της αξιόποινης αυτής πράξεως. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε` του ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ` αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του οικείου εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση (Ολ.ΑΠ 3/2008).

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη με αριθμό 603/2012 απόφασή του, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Καστοριάς, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα, της πράξης, μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, υπό την ιδιότητά του, ως κληρονόμου του αποβιώσαντος πατρός του, σε βάρος του οποίου είχαν βεβαιωθεί τα παραπάνω χρέη, με το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ.2β` Π.Κ. και τον καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών, την οποία ανέστειλε επί τριετία. Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των κατ` είδος αναφερομένων αποδεικτικών μέσων, ήτοι, την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας, και τα έγγραφα που αναγνώστηκαν, δέχθηκε, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής: “ο κατηγορούμενος στην Καστοριά στις 1-5-2008, 1-12-2008, 1-4-2008, 1-12-2008, 4-2008, 1-12-2008, 30-10-2007, 1-4-2008, 1-4-2008, 1-4-2008, 1-11-2008, 1-2-2009, με περισσότερες πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, παραβίασε σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις προθεσμίες καταβολής των χρεών του και δεν κατέβαλε στο Δημόσιο το συνολικό ποσό του ενός εκατομμυρίου τετρακοσίων εξήντα εννέα χιλιάδων πεντακοσίων πενήντα πέντε ευρώ και ενενήντα ενός λεπτών (1.469.555,91 €), συμπεριλαμβανομένων των νόμιμων προσαυξήσεων, τα οποία χρέη υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ και είναι βεβαιωμένα στη Δ.Ο.Υ. Καστοριάς. Συγκεκριμένα κατά τις παραπάνω ημεροχρονολογίες καθυστέρησε την καταβολή για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών από την ημέρα που αντίστοιχα το χρέος κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, όπως οι ημεροχρονολογίες αυτές και τα αντίστοιχα χρέη αναλύονται στον παρακάτω πίνακα χρεών, που συνέταξε η Δ.Ο.Υ. Καστοριάς και αποτελεί ενιαίο και αναπόσπαστο μέρος του παρόντος και έχει ως εξής: Α.Φ.Μ. Στοιχεία Βεβαίωσης Αρχική Βεβαίωση Ληξιπρ.κεφάλαιο ΣΥΝΟΛ Ο Τρόπος πληρωμής Α/Α Ιδιότητα Αριθ. Ημερ. Διαγράφεν ΑΠΑΙΤΗΤΟ Αριθ.ληξιπροθ.δόσεων Οικονομικό έτος Εισπραχθεν Συνεισπραττόμενα Ημ/νία λήξης Α`δόσης Είδος φόρου Υπόλ.οφειλής Ημ/νία λήξης τελ.δόσης 1 … 429 24/01/2 007 7.079,00 3.146,17 613,51 3.759,68 18 Μηνιαίες Δόσεις 8 Συνυποχρέωση 2007 0,00 31/12/2007 31/07/2008 ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΠΟΛ 1037/2005 3.932,83 3.146,17 2 … 429 24/01/2 007 7.680,00 3.422,17 667,72 4.089,89 18 Μηνιαίες Δόσεις 9 Συνυποχρέωση 2007 0,00 31/11/2007 31/07/2008 ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΠΟΛ 1037/2005 4.257,83 3.422,17 3 … 429 24/01/2 007 9.126,00 4.563,00 912,60 5.475,60 18 Μηνιαίες Δόσεις 9 Συνυποχρέωση 2007 0,00 30/11/2007 31/07/2008 ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΠΟΛ 1037/2005 4.563,00 4.563,00 4 … 1917 12/04/2 007 10.710,37 8.032,77 2.128,68 10.161,4 5 8 Μηνιαίες Δόσεις 6 Συνυποχρέωση 2007 0,00 29/06/2007 30/11/2007 ΕΙΣΟΔΗΜΑ Ν.Π. ΠΡΟΣΩΡ.ΒΕΒ.ΑΠΟ ΔΗΛΩΣΗ 2.677,60 8.032,77 5 … 4989 08/10/2 007 1.553.391 1.165.043,94 279.610,55 1.444.65 4,49 Εφάπαξ 1 Συνυποχρέ ωση 2007 ,92 30/11/2007 30/11/2007 ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΧΚΕΕΔ ΜΕ ΕΓΓΥΗΣΓΗ ΕΛΛΗΝ. ΔΗΜΟΣ. 0,00 61.026,44 1.492.365 ,48 6 … 2413 20/05/2 008 1.600,00 1.200,00 214,80 1.414,80 6 Μηνιαίες Δόσεις 4 Συνυποχρέωση 2007 0,00 30/06/2008 30/09/2008 ΠΡΟΣΤΙΜΟ Κ.Β.Σ. ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ 0,00 1.600,00 ΣΥΝΟΛΑ 1.589.587, 29 0,00 76.457,70 1.513.129, 59 1.185.408,05 284.147,86 1.469.555, 91 ΣΥΝΟΛΟ: ΕΝΑ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΟ ΤΕΤΡΑΚΟΣΙΕΣ ΕΞΗΝΤΑ ΕΝΝΕΑ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΠΕΝΤΑΚΟΣΙΑ ΠΕΝΗΝΤΑ ΠΕΝΤΕ ΕΥΡΩ ΚΑΙ ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΕΝΑ ΛΕΠΤΑ.

Ο κατηγορούμενος ευθύνεται για την πληρωμή των χρεών του κληρονομούμενου πατέρα του Χ. Λ., μολονότι αποδέχτηκε την κληρονομιά του τελευταίου με το ευεργέτημα της απογραφής όπως προκύπτει από τη με αριθμ. 46/2007 έκθεση δήλωσης αποδοχής κληρονομιάς με το ευεργέτημα της απογραφής ενώπιον του Γραμματέα του Πρωτοδικείου Καστοριάς και τις με αριθμ. 1751 και 1752/13-12-2007 εκθέσεις του τμήματος Διαθηκών του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης σε συνδ. με τις με αριθμ. …/11-4-2008, …/14-4-2008 και …/11-4-2008 εκθέσεις απογραφής κληρονομιαίας περιουσίας των συμβολαιογράφων Θεσσαλονίκης ………………… ………… …………… αντίστοιχα, εφόσον η απογραφή απέδειξε την ύπαρξη ενεργητικού της περιουσίας του κληρονομούμενου, το οποίο ανέρχεται σύμφωνα με τις ανωτέρω εκθέσεις απογραφής στο συνολικό ποσό των 1.469.500 ευρώ (220.000 + 986.000 + 263.500). Το Δικαστήριο ωστόσο αναγνωρίζει ότι ο κατηγορούμενος προέβη στην ως άνω πράξη από μη ταπεινά αίτια και συγκεκριμένα λόγω οικονομικής δυσπραγίας, για το λόγο δε αυτό θα πρέπει να του αναγνωριστεί το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ.2β του Π.Κ.”. Ακολούθως, η προσβαλλομένη απόφαση, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα του ότι: “Κηρύσσει τον κατηγορούμενο ένοχο με το ελαφρυντικό του άρθρου 84§2β του Π.Κ. του ότι: Στην Καστοριά στις 1-5-2008, 1-12-2008, 1-4-2008, 1-12-2008, 1-4-2008, 1-12-2008, 30-10- 2007, 1-4-2008, 1-4- 2008, 1-4-2008, 1-11-2008, 1-2-2009, με περισσότερες πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος, παραβίασε σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις προθεσμίες καταβολής των χρεών του και δεν κατέβαλε στο Δημόσιο το συνολικό ποσό του ενός εκατομμυρίου τετρακοσίων εξήντα εννέα χιλιάδων πεντακοσίων πενήντα πέντε ευρώ και ενενήντα ενός λεπτών (1.469.555,91 €), συμπεριλαμβανομένων των νόμιμων προσαυξήσεων, τα οποία χρέη υπερβαίνουν συνολικά το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ και είναι βεβαιωμένα στη Δ.Ο.Υ. Καστοριάς.

Συγκεκριμένα κατά τις παραπάνω ημεροχρονολογίες καθυστέρησε την καταβολή για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών από την ημέρα που αντίστοιχα το χρέος κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, όπως οι ημεροχρονολογίες αυτές και τα αντίστοιχα χρέη αναλύονται στον παρακάτω πίνακα χρεών, που συνέταξε η Δ.Ο.Υ. Καστοριάς και αποτελεί ενιαίο και αναπόσπαστο μέρος του παρόντος και έχει ως εξής:

Α.Φ.Μ. Στοιχεία Βεβαίωσης Αρχική Βεβαίωση Ληξιπρ.κεφάλαιο ΣΥΝΟΛΟ Τρόπος πληρωμής Α/Α Ιδιότητα Αριθ. Ημερ. Διαγράφεν ΑΠΑΙΤΗΤΟ Αριθ.ληξιπροθ.δόσεων Οικονομικό έτος Εισπραχθεν Συνεισπραττόμενα Ημ/νία λήξης Α`δόσης Είδος φόρου Υπόλ.οφειλής Ημ/νία λήξης τελ.δόσης 1 … 429 24/01/2 007 7.079,00 3.146,17 613,51 3.759,68 18 Μηνιαίες Δόσεις 8 Συνυποχρέωση 2007 0,00 31/12/2007 31/07/2008 ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΠΟΛ 1037/2005 3.932,83 3.146,17 2 … 429 24/01/2 007 7.680,00 3.422,17 667,72 4.089,89 18 Μηνιαίες Δόσεις 9 Συνυποχρέωση 2007 0,00 31/11/2007 31/07/2008 ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΠΟΛ 1037/2005 4.257,83 3.422,17 3 … 429 24/01/2 007 9.126,00 4.563,00 912,60 5.475,60 18 Μηνιαίες Δόσεις 9 Συνυποχρέωση 2007 0,00 30/11/2007 31/07/2008 ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΠΟΛ 1037/2005 4.563,00 4.563,00 4 ……. 1917 12/04/2 007 10.710,37 8.032,77 2.128,68 10.161,4 5 8 Μηνιαίες Δόσεις 6 Συνυποχρέωση 2007 0,00 29/06/2007 30/11/2007 ΕΙΣΟΔΗΜΑ Ν.Π. ΠΡΟΣΩΡ.ΒΕΒ.ΑΠΟ ΔΗΛΩΣΗ 2.677,60 8.032,77 5 … 4989 08/10/2 007 1.553.391 1.165.043,94 279.610,55 1.444.65 4,49 Εφάπαξ 1 Συνυποχρέωση 2007 ,92 30/11/2007 30/11/2007 ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΧΚΕΕΔ ΜΕ ΕΓΓΥΗΣΓΗ ΕΛΛΗΝ. ΔΗΜΟΣ. 0,00 61.026,44 1.492.365 ,48 6 … 2413 20/05/2 008 1.600,00 1.200,00 214,80 1.414,80 6 Μηνιαίες Δόσεις 4 Συνυποχρέωση 2007 0,00 30/06/2008 30/09/2008 ΠΡΟΣΤΙΜΟ Κ.Β.Σ. ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ 0,00 1.600,00 ΣΥΝΟΛΑ 1.589.587, 29 0,00 76.457,70 1.513.129, 59 1.185.408,05 284.147,86 1.469.555, 91 Με αυτά που δέχθηκε το ως άνω δικαστήριο στο σκεπτικό, όπως αυτό αλληλοσυμπληρώνεται από το διατακτικό, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την απαιτούμενη κατά τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ` αυτήν, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, για το οποίο κηρύχθηκε ένοχος ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και τις νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις του άρθρου 25 § 1, 2 Ν. 1882/1990, όπως η παράγραφος 1 ισχύει μετά την τροποποίησή του από το άρθρο 34 § 1 Ν. 3220/2004, τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε. Ειδικότερα, προσδιορίζεται στην απόφαση, η Αρχή που προέβη στη βεβαίωση των χρεών (ΔΟΥ Καστοριάς), το είδος αυτών, το ύψος τους, ο τρόπος πληρωμής τους (εφάπαξ και μηνιαίες δόσεις), ανεξάρτητα από το γεγονός ότι και οι δύο περιπτώσεις (εφάπαξ ή σε δόσεις) αντιμετωπίζονται πλέον ενιαία, από τον ως άνω νεότερο νόμο, ο χρόνος καταβολής τους, δηλαδή ο χρόνος κατά τον οποίο αυτά, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαιώσεώς τους, μπορούσαν και έπρεπε να καταβληθούν και η καθυστέρηση καταβολής τους, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων (4) μηνών. Εξάλλου, από το σύνολο των παραδοχών της προσβαλλομένης απόφασης, προκύπτει ότι είχε παρέλθει έτος, από του χρόνου αποδοχής της κληρονομίας με το ευεργέτημα απογραφής, μέχρι του χρόνου άσκησης της ποινικής δίωξης, καθόσον η αποδοχή κληρονομίας, φέρεται ότι έγινε το έτος 2007 με την υπ` αριθ. 46/2007 έκθεση, ενώ ο χρόνος που φέρεται ότι έπρεπε να καταβληθεί το τελευταίο χρέος είναι η 1-2-2009, κατά τις παραδοχές της προσβαλλομένης απόφασης, και συνεπώς, μέχρι την άσκηση της ποινικής δίωξης, που οπωσδήποτε έλαβε χώρα μεταγενέστερα από του ως άνω χρόνου καθυστέρησης καταβολής του τελευταίου χρέους 1-2-2009, παρήλθε ο προβλεπόμενος από την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 25 παρ.4 του ν. 1882/1990, χρόνος του ενός (1) έτους και πλέον. Περαιτέρω, οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντα, περί έλλειψης αιτιολογίας της προσβαλλομένης απόφασης, σχετικά με την νομιμοποίηση του, καθόσον φέρεται να οφείλει το παραπάνω χρέος ως πρωτοφειλέτης, ενώ αυτό είναι οφειλή του αποβιώσαντος πατρός του, είναι αβάσιμες, καθόσον, ειδικά και εμπεριστατωμένα, στο σκεπτικό της προσβαλλομένης απόφασης που αλληλοσυμπληρώνει το διατακτικό, αιτιολογείται η νομιμοποίησή του, αφού διαλαμβάνεται σε αυτό, ότι “ευθύνεται για την πληρωμή των ως άνω χρεών, με την ιδιότητά του, ως κληρονόμου, του αποβιώσαντος πατρός του, Χ. Λ., σε βάρος του οποίου είχαν βεβαιωθεί τα ως άνω χρέη, μολονότι αποδέχθηκε την κληρονομιά του τελευταίου με το ευεργέτημα της απογραφής, εφόσον η γενόμενη απογραφή της κληρονομίας απέδειξε την ύπαρξη ενεργητικού της περιουσίας του κληρονομούμενου ύψους 1.469.500 ευρώ”, ήτοι όσο και το ύψος των μη καταβληθέντων στο δημόσιο χρεών. Εξάλλου, στον πίνακα χρεών ο οποίος προσαρτάται τόσο στο σκεπτικό όσο και στο διατακτικό της προσβαλλομένης απόφασης, και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτών, στη στήλη αυτού που αναγράφεται η ιδιότητα του υπόχρεου προς καταβολή των χρεών, αναφέρεται η ένδειξη “Συνυποχρέωση” για όλα τα επί μέρους χρέη που αναφέρονται στον πίνακα. Να σημειωθεί ότι ο κατηγορούμενος δεν προέβαλε ενώπιον του εκδόντος την προσβαλλομένη απόφαση δικαστηρίου, ισχυρισμό περί μη επάρκειας του ενεργητικού για την ικανοποίηση του παραπάνω χρέους ή την ύπαρξη άλλων κληρονόμων ή δανειστών, παρά μόνο τον ισχυρισμό “ότι ως κληρονόμος με το ευεργέτημα της απογραφής δεν ευθύνεται ποινικά για την πληρωμή των χρεών του κληρονομουμένου”, τον οποίο oρθά απέρριψε το δικαστήριο, με τις παραπάνω παραδοχές. Η αιτίαση περαιτέρω, του αναιρεσείοντα περί εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου, από την προσβαλλομένη απόφαση, εκ του λόγου ότι του επιβλήθηκε για την παραπάνω πράξη, ποινή φυλάκισης δύο (2) ετών, ενώ ο νόμος προβλέπει για αυτήν ποινή φυλάκισης μέχρι ένα (1) έτος, είναι αβάσιμη, καθόσον, κατά το προαναφερθέν άρθρο 25 παρ.1 του ν. 1882/1990, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 23 παρ.1 του ν. 2523/1997 και, στη συνέχεια, με το άρθρο 34 παρ.1 του νεότερου ν. 3220/1.1.2004, που έχει εφαρμογή εν προκειμένω, καθόσον ο χρόνος τέλεσης της πράξης στην προκειμένη περίπτωση, φέρεται από 1-5-2008 έως 1-2-2009, προβλέπει ποινή φυλάκισης ενός (1) τουλάχιστον έτους, κατά τα εκτεθέντα στην εν αρχή νομική σκέψη, και όχι μέχρι ένα (1) έτος όπως αβάσιμα διατείνεται ο αναιρεσείων, εφόσον το Δικαστήριο δέχθηκε, ότι το συνολικό χρέος, υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ (περ.γ).

Συνεπώς, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` και Ε` του Κ.Π.Δ. συναφείς 1 α και 2 α και β λόγοι της αναιρέσεως, περί ελλείψεως αιτιολογίας της απόφασης, και εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης είναι αβάσιμοι. Κατά την παρ. 4 του άρθρου 79 ΠΚ “στην απόφαση αναφέρονται ρητά οι λόγοι που δικαιολογούν την κρίση του δικαστηρίου για την ποινή που επέβαλε”. Η διάταξη αυτή αναφέρεται στην παρ. 1 του ίδιου άρθρου που ορίζει ότι “κατά την επιμέτρηση της ποινής στα όρια που διαγράφει ο νόμος, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη α) τη βαρύτητα του εγκλήματος που έχει τελεσθεί και β) την προσωπικότητα του εγκληματία”. Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό με όσα ορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του ίδιου άρθρου, αναφορικά με τα κριτήρια που λαμβάνει υπόψη του το δικαστήριο για την εκτίμηση της βαρύτητας του εγκλήματος και της προσωπικότητας του δράστη, προκύπτει ότι η επιμέτρηση της ποινής σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, ανήκει στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο λαμβάνει υπόψη του τη βαρύτητα του εγκλήματος και την προσωπικότητα του κατηγορουμένου, όπως αυτά προκύπτουν από τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά για την ενοχή του, χωρίς να έχει υποχρέωση να διαλάβει στην περί ποινής απόφασή του για τα στοιχεία αυτά ειδικότερη αιτιολογία. Στην προκείμενη περίπτωση, από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης και ειδικότερα από το σκεπτικό που αναφέρεται στην επιμέτρηση της ποινής, προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας για την επιβολή στον αναιρεσείοντα της ποινής φυλάκισης των δύο (2) ετών έλαβε υπόψη τη βαρύτητα του εγκλήματος που διέπραξε αυτός και την προσωπικότητά του, για την εκτίμηση δε των στοιχείων αυτών χρησιμοποίησε τα κριτήρια των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 79 ΠΚ, τα οποία ειδικώς μνημονεύει στην απόφαση, έτσι ώστε προκύπτει ότι έλαβε υπόψη και το ελαφρυντικό του αρ.84 παρ. 2β ΠΚ και δεν δημιουργείται ασάφεια περί αυτού. Επιπλέον αιτιολογία και αναφορά πραγματικών περιστατικών δεν χρειαζόταν, αφού αυτά προκύπτουν από το περί ενοχής αιτιολογικό της απόφασης και επομένως, δεν ήταν αναγκαίο να παρατεθούν και στο ειδικό αιτιολογικό της προσβαλλόμενης περί επιμέτρησης της ποινής απόφασης.

Επομένως, ο σχετικός 1β` λόγος αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχείο Δ` ΚΠΔ που πλήττει την προσβαλλόμενη απόφαση, για έλλειψη αιτιολογίας, ως προς την παρεμπίπτουσα απόφαση της επιμέτρηση της ποινής, είναι αβάσιμος.

Μετά από αυτά πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως στο σύνολό της, ως αβάσιμη, και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 του ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 21-12-2012 υπ` αριθμό πρωτ. 1/21-12-2012 αίτηση του Θ. Λ. του Χ., κατοίκου …, περί αναιρέσεως της υπ` αριθ. 603/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Καστοριάς.

Και

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων πενήντα (250) Ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Ιουνίου 2013.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 13 Ιουνίου 2013.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *